Φωτ. Δ. Σοφιανού (Από το ΕΓΧΕΙΡΙΔΙΟ ΤΟΠΙΚΗΣ ΙΣΤΟΡΙΑΣ της Νομ/κής Αυτοδ/σης Καρδίτσας)

 

            Το ορκωμοτικό γράμμα εξέδωσε τον Ιούνιο του 1342, ο Μιχαήλ Γαβριηλόπουλος, τοπικός αφέντης του Φαναρίου, ύστερα από απαίτηση των Φαναριωτών αρχόντων και κληρικών (επεί αιτούσι πάντες οι φίλοι μου άρχοντες Φαναριόται), σύμφωνα με το οποίο δεσμεύεται ο ίδιος και οι διάδοχοι του, να σεβαστούν την κτηματική περιουσία, ιδιωτική ή μοναστηριακή, όπως επίσης κι όλα τα δικαιώματα και προνόμια των Φαναριωτών. Αναγνώριζε τα δικαιώματα ιδιοκτησίας των Φαναριωτών επί της ακίνητης περιουσίας των (εις όσα δε κτίσματα εκρατόντο παρά των Φαναριοτών δια πρωστάγματος βασιλικού ... ή διά γραμματος ... του Μονομάχου να μηδέ στέρξω ταύτα αλά να κατέχονται παρά των Φαναριοτών, ήτινες εκέκτηντο αυτά), όπως επίσης και των δύο ιστορικών μονών (έτει δε ίνα κατέχωσην και ε σεβάσμιε μονέ της υπεράγνου μου Θεομήτορος ήγουν η Λευκουσάδα και η Μεγάλη Πόρτα τα κτίσματα όσα αν έχοσην διαχρυσοβούλον και έτερων δικαιωμάτων). Επιπλέον υποσχότανε ότι δεν θα παραδώσει ποτέ ούτε θα εγκαταστήσει φράγκικη φρουρά στο κάστρο (αλουδέ να παραδώσω το αυτώ κάστρον το Φανάριον ποτέ προς τινά) κλπ.(Σημ. Στα αποσπάσματα του πρωτότυπου εγγράφου που παρατίθενται διατηρήθηκε η ορθογραφία και το συντακτικό όπως  ακριβώς έχουν).

              Το ιστορικό αυτό έγγραφο είναι πρωτότυπο γραμμένο σε χαρτί 25 Χ 29 εκ., περιλαμβάνει 31 στίχους και είναι κολλημένο σε  κόκκινο λινό ύφασμα. Είναι μοναδικής ιστορικής αξίας για την ευρύτερη περιοχή της Θεσσαλίας, αφού παρόμοιο έγγραφο και τόσο παλιό δεν σώζεται πουθενά. Βρέθηκε το 1858 στη Μονή Μεγάλου Μετεώρου, προερχόμενο από τη Μονή Λυκουσάδας που υπήρχε κοντά στο Φανάρι.. Μεταφέρθηκε στη Μονή Μεγάλου Μετεώρου μαζί με άλλα έγγραφα (όπως το χρυσόβουλλο του Ανδρόνικου Β' Παλαιολόγου του έτους 1289, το χρυσόβουλλο του Στέφανου Δουσάν του 1348, το σιγίλλιο του οικουμενικού. Πατριάρχη Νείλου του 1838), ιερά σκεύη, κειμήλια κ.α., όταν η Μονή Λυκουσάδας αφανίσθηκε  τον 18ο αι. Η σπουδαιότητα του "ορκωμοτικού γράμματος" ήταν τέτοια που αποτέλεσε αντικείμενο αλλά και πηγή έρευνας πολλών ιστορικών, καθώς χρησιμοποιήθηκε για τη διατύπωση διάφορων θεωριών σχετικά με τη βυζαντινή κρατική κεντρική εξουσία στα μέσα του 14ου αι., τις περιφερειακές περιοχές της Αυτοκρατορίας και την εξάρτηση τους από το κέντρο, την ύπαρξη φεουδαρχικού συστήματος στο Βυζάντιο, τις σχέσεις των γαιοκτημόνων, του κλήρου, τις φορολογικές και οικονομικές υποχρεώσεις, τη στρατιωτική θητεία, τα δικαιώματα των ξένων εποίκων, Αλβανών κλπ. Μάλιστα ο καθηγητής Απόστολος Βακαλόπουλος στις "Πηγές της Ιστορίας του Νέου Ελληνισμού" αναφέρεται στο ορκωμοτικό γράμμα λέγοντας : " Το έγγραφο αυτό μας δίνει μια εικόνα για την ειρηνική διείσδυση των Αλβανών (τέλη 13ου αι,) κυρίως στη Δυτική Θεσσαλία (περιοχή Φαναρίου κοντά στην Καρδίτσα) και αφήνει να διαφανούν οι φόβοι και οι αντιδράσεις των Ελλήνων κατοίκων απέναντι σους ξένους", (ου μη προνιάσω αλβανιτας) διαβεβαίωνε ο Γαβριηλόπουλος τους ντόπιους (δεν θα παραχωρήσω γαίες και άλλα προνόμια στους Αλβανίτες).