|
Το έτος
207, ο καταγόμενος από το βασιλικό γένος των Αγιαδών Νάβις (γενική Νάβιδος
ή Νάβιος), μία προσωπικότητα που έχει σαφώς αδικηθεί από την επίσημη Ιστορία
η οποία αναμασά αβίαστα την εχθρότητα του φιλορωμαίου Πολυβίου, παραμερίζει
τον παράνομο νεαρόν βασιλέα Πέλοπα και καταλαμβάνει επαναστατικώς την αρχή,
στηριζόμενος από μισθοφορικές στρατιωτικές μονάδες και έχων την υποστήριξη
της ομοϊδεατίσσης συζύγου του Αγαπήνας. Αμέσως μετά την πλήρη εδραίωση
της αρχής του, ο “τύραννος” Νάβις πραγματοποιεί με πρωτόγνωρη αποφασιστικότητα
και δυναμισμό την κοινωνική επανάσταση που είχαν οραματισθεί οι μάρτυρες
προκάτοχοί του Άγις και Κλεομένης: καταργεί την δωρική ολιγαρχία, δημεύοντας
τις περιουσίες των πλουσίων ολιγαρχικών και παραχωρώντας τες σε “νέους
πολίτες”, δηλαδή στους είλωτες που απελευθέρωσε και εστρατολόγησε δια νόμου,
και πολλούς εκ των “περιοίκων”. Ο Νάβις προχωρεί και σε επιμελή οχύρωση
της πόλεως της Σπάρτης, δημιουργεί ισχυρό στόλο με τον οποίο πραγματοποιεί
πειρατικές επιδρομές μέχρι ακόμη και την Κρήτη και σπάζει την συμμαχία
με την Ρώμη με αφορμή το ότι οι εχθροί της Σπάρτης Αχαιοί έγιναν δεκτοί
ως σύμμαχοι της Ρώμης και το ότι, επίσης, οι Ρωμαίοι και οι Αχαιοί εστήριζαν
συστηματικώς τα ολιγαρχικά καθεστώτα.
Το έτος 200, ο Νάβις, εκμεταλλευθείς μία απουσία του Φιλοποίμενος στην Κρήτη, εισβάλλει στην Μεγαλοπολίτιδα την οποία λεηλατεί και μοιράζει τα λάφυρα στους πτωχούς κατοίκους της Λακωνικής Τριπολίτιδος στην άνω κοιλάδα του Ευρώτα. Πολιορκεί δε ανεπιτυχώς αυτή την ίδια την Μεγαλόπολι, ενώ δύο έτη αργότερα στέφεται επισήμως βασιλεύς των Σπαρτιατών, όπως φαίνεται από νόμισμα της εποχής που φιλοξενείται στο Μουσείο Σπάρτης και έχει την επιγραφή “ΒΑΙΛΕΟΣ ΝΑΒΟΙΟΣ”. Το επόμενο έτος (197) συμμαχεί με τον βασιλέα της Μακεδονίας Φίλιππο τον Ε, που εκ συστήματος εστήριζε τα δημοκρατικά καθεστώτα σε αντίθετη τακτική από εκείνη των εχθρών του Ρωμαίων. Ως δώρα επισφραγίσεως της εμπιστοσύνης μεταξύ των δύο συμμάχων, ο Φίλιππος, δια του εκπροσώπου του Φιλοκλέους, διοικητού της Κορίνθου και του Άργους, υπόσχεται να δώσει μελλοντικά τις ανήλικες θυγατέρες του ως συζύγους των επίσης ανηλίκων υιών του Νάβιδος και χαρίζει στη Σπάρτη το Άργος και την πέριξ αυτού πεδιάδα. Ο Νάβις δέχεται την συμμαχία, αλλά δηλώνει ότι αρνείται να παραλάβει το Άργος αν οι ίδιοι οι Αργείοι δεν τον προσκαλέσουν στην πόλη τους με ψήφισμα του δήμου (Λίβιος, 32.38). Στην συνέλευση που ακολουθεί, οι ολιγαρχικοί Αργείοι κατορθώνουν ωστόσο να πυροδοτήσουν τον λαό με αντισπαρτιατικά συνθήματα και αναθέματα κατά του «Λακεδαιμονίου τυράννου» και απειλούνται με λυντσάρισμα όλοι οι Αργείοι που έχουν εκφρασθεί υπέρ της κοινωνικής επαναστάσεως. Μετά από αυτή την απρόσμενη τροπή των πραγμάτων, ο Νάβις απαντά στον Φιλοκλέα ότι είναι έτοιμος να παραλάβει την πόλη όποτε ο τελευταίος επιθυμεί να την παραδώσει. Στο Άργος, ο Νάβις εισέρχεται νύκτα, στήνει κανονικά τις φρουρές του και μετά κλείνει τις θύρες των τειχών για να μην δραπετεύσει κανείς από τους ολιγαρχικούς. Αμέσως την επόμενη ημέρα, εφαρμόζει τα ίδια επαναστατικά μέτρα κατά της εντοπίας ολιγαρχίας που προσέβαλε τόσο αυτόν όσο και την Λακεδαίμονα: συγκαλεί υπό τα όπλα την συνέλευση του δήμου και παρουσία όλων των πολιτών κηρύσσει κοινωνική επανάσταση, διαγράφει όλα τα χρέη των πτωχών, παραγράφει όλα τα οικονομικά ή κατά της περιουσίας αδικήματα και προχωρεί σε αναδασμό της γής, αφού προηγουμένως δημεύει την περιουσία των επωνύμων ολιγαρχικών. Η ίδια μάλιστα η Αγαπήνα εποπτεύει την παράδοση όλων των χρυσών και αργυρών κοσμημάτων των πλουσίων Αργείων γυναικών (Πολύβιος, ΧΧΙΙ, 17) και την είσπραξη των «προστίμων» από τους μη πολιτικώς ενεργούς ολιγαρχικούς που τουλάχιστον τους επιτρέπεται να κρατήσουν την ακίνητη περιουσία τους. Ανησυχήσαντες οι Ρωμαίοι και οι σύμμαχοί τους Αχαιοί και βασιλεύς Άτταλος, από την επέκταση του επαναστατικού καθεστώτος και στο Άργος, καλούν τον Νάβιδα σε διαπραγματεύσεις στις οποίες έρχεται ένοπλος και τους δηλώνει ότι ο δήμος των Αργείων είναι πλέον με το μέρος του και δεν προτίθεται να αποσυρθεί από την πόλη τους. Σε επισφράγιση ωστόσο μίας τετραμήνου ανακωχής που συμφωνείται, ο Νάβις κάνει το λάθος να χαρίσει στον επικεφαλής του ρωμαϊκού στρατού Quinctius ένα επίλεκτο συμμαχικό του σώμα, αποτελούμενο από 600 Κρήτες, το οποίο χρησιμοποιεί ο τελευταίος αμέσως μετά για να επιτεθεί κατά της Κορίνθου, δίδοντας την εντύπωση στον φρούραρχό της Φιλοκλέα ότι ο Νάβις έχει σπάσει την συμμαχία με τον Φίλιππο. Όταν το ίδιο έτος, ο Φίλιππος ηττάται από τους Ρωμαίους στις Κυνός Κεφαλές, ο Νάβις μένει δίχως συμμάχους. Η ρωμαϊκή Σύγκλητος κηρύσσει τον πόλεμο κατά της Σπάρτης και επικηρύσσει το Νάβιδα και το αυτό πράττουν οι λοιποί Έλληνες (πλην των Αιτωλών) σε ειδικό Συνέδριο στον Ισθμό. Ρωμαίοι, Έλληνες και εκδιωχθέντες ολιγαρχικοί Σπαρτιάτες με επικεφαλής τον έκπτωτο βασιλέα Αγησίπολιν, βαδίζουν κατά του Άργους, το οποίο υπερασπίζεται με επιτυχία ο αδελφός της Αγαπήνας Πυθαγόρας. Η αντισπαρτιατική στρατιά στρέφεται τότε, μέσω του Παρθενίου όρους, της Τεγέας, των Καρυών και του Οινούντος, κατά της ιδίας της Σπάρτης, την οποία όμως έχει τειχίσει μερικώς αλλά με μεγάλη επιτυχία ο Νάβις, ο οποίος προβάλλει επιτυχώς αντίσταση επί μακρόν διάστημα στις από τρείς διαφορετικές πλευρές επιθέσεις των Ρωμαίων και Αχαιών.. Το έτος 196, πενήντα χιλιάδες Ρωμαίοι, υπό τον Τίτο Κόϊντο Φλαμινίνο, ο οποίος το ίδιο έτος έχει κηρύξει στον Ισθμό την αυτονομία όλων των Ελληνικών πόλεων που απελευθερώνονται από τους Μακεδόνες, καταλαμβάνουν όλες τις παράλιες πόλεις της Λακωνικής και αυτό ακόμη το Γύθειον και υποχρεώνουν το Νάβιδα να έλθει σε διαπραγματεύσεις. Οι όροι που έθεσαν οι Ρωμαίοι, απορρίπτονται ωστόσο από την εκκλησία του Σπαρτιατικού Δήμου και η πολιορκία συνεχίζεται. Οι πολιορκημένοι ενισχύονται και από την, υπό τον Πυθαγόρα, σπαρτιατική φρουρά του Άργους που εγκατέλειψε την πόλη για να βοηθήσει την άμυνα της πατρίδος γής. Σε μία περίπτωση που οι Ρωμαίοι κατορθώνουν να σκαρφαλώσουν στις επάλξεις, ο Πυθαγόρας πυρπολεί όλα τα κτίρια που γειτονεύουν με τα τείχη της πόλεως. Το επόμενο έτος (195), ο Φλαμινίνος υποχρεώνει τελικώς το Νάβιδα σε συνθηκολόγηση με σκληρούς όρους. Περιορίζεται ο στόλος της Σπάρτης σε μόνον δύο άοπλα πλοία, αποδίδονται οι περιουσίες των ολιγαρχικών, στερείται η πόλη του δικαιώματος κηρύξεως πολέμων ή συνάψεως συμμαχιών, πράξεις οι οποίες στο εξής θα θεωρούνται ανταρσίες, παραδίδονται στους Ρωμαίους όμηροι (συμπεριλαμβανομένου και αυτού του υιού του Νάβιδος), καταβάλλεται πολεμική αποζημίωση, αποδίδονται τα εδάφη των Μεσσηνίων και περιορίζονται τα σύνορα της Σπάρτης εντεύθεν του Παμίσου, πάνω στον Ταϋγετο, αποσπώνται δε όλες οι πόλεις της Λακεδαίμονος, εν συνόλω 24, που είχαν συμπράξει με τους Ρωμαίους κατά του Νάβιδος, καθώς και το Άργος. Το έτος
192, με τους Ρωμαίους να έχουν αποτραβηχθεί από την Ελλάδα, ο Νάβις
συνάπτει εναντίον αυτών και των Αχαιών μυστική συμμαχία με τους Αιτωλούς
και επιχειρεί να ανακαταλάβει το Γύθειον, πράγμα που επιτυγχάνει, πλην
όμως η Λακωνική δέχεται αμέσως την άγρια επίθεση των Αχαιών υπό τον Φιλοποίμενα..
Ο Νάβις σπεύδει προς συνάντησή τους και οι δύο στρατοί συγκρούονται κοντά
στο όρος Βαρβοθένη, παραφυάδα του Πάρνωνος, όπου οι Σπαρτιάτες και οι λοιποί
μισθοφόροι ηττώνται και κατασφάζονται. Τα λείψανα του στρατού του Νάβιδος
καταφεύγουν στη Σπάρτη και οι Αχαιοί εγκαταλείπουν την Λακωνική. Μετά από
μυστικές συνεννοήσεις, χίλιοι Αιτωλοί υπό τον Καλυδώνιο στρατηγό Αλεξαμενόν
καταφθάνουν στην Σπάρτη για να οργανωθεί νέα επίθεση του Νάβιδος κατά των
Ρωμαίων και Αχαιών. Εκεί όμως ο Αιτωλοί, ακολουθήσαντες την πάγια αρπακτική
τους συνήθεια, επιθυμώντας να καταλάβουν την πόλη και το θησαυροφυλάκιό
της, περικυκλώνουν το Νάβιδα όταν αυτός εκγυμνάζει τον στρατό του. Εκμεταλλευόμενος
την εμπιστοσύνη του τελευταίου, ο Αλεξαμενός τον πλησιάζει, τον αιφνιδιάζει
και τον γκρεμίζει από τον ίππο του σκοτώνοντάς τον, μαζί με τους Αιτωλούς,
με πολλούς σπαθισμούς και λογχισμούς. Στη συνέχεια οι Αιτωλοί αρχίζουν
να λεηλατούν την Σπάρτη. Μετά από τον πρώτο αιφνιδιασμό ωστόσο, οι Σπαρτιάτες,
μάχιμοι και μη, παίρνουν τα όπλα και επιτίθενται κατά των ληστών, σκοτώνοντας
τον επικεφαλής τους αλλά και τους περισσότερους από αυτούς (Λϊβιος, ΧΧΧV,
35-36). Σε λίγο, ο Αχαιός στρατηγός Φιλοποίμην, ευρίσκει την ευκαιρία να
εισβάλλει για μία ακόμη φορά στην Λακωνική και να υποχρεώσει την ακέφαλη
Σπάρτη να γίνει μέλος της Αχαϊκής Συμπολιτείας, καταλύοντας ουσιαστικώς
πλήρως την ανεξαρτησία της.
(Από
το υπό έκδοση βιβλίο του Βλάση Γ. Ρασσιά «ΕΠΙΤΟΜΟΣ ΙΣΤΟΡΙΑ ΤΩΝ ΣΠΑΡΤΙΑΤΩΝ».
Προδημοσίευση με άδεια του συγγραφέως).
|