ΕΛΑ, ΛΑE MOΥ, ΝΑ ΣΟΥ ΜΑΘΩ ΤΑ ΤΡΑΓΟΥΔΙΑ ΣΟΥ
Γράφει ο Νέαρχος Γεωργιάδης
Το
Συγκρότημα Λαμπράκη είναι ένα κεφαλαιοκρατικό συγκρότημα που περιλαμβάνει εφημερίδες (Το Βήμα, Τα Νέα), περιοδικά (Ταχυδρόμος, Τηλεμαγκαζίνο), εκδόσεις (Ερμής, Τι πρέπει να ξέρω), Μέγαρο Μουσικής και πολλά άλλα. Με τις εφημερίδες του, που είχανε πάντα τεράστια κυκλοφορία, διαμόρφωνε και διαμορφώνει την κοινή γνώμη, τις πολιτικές, καλλιτεχνικές και λογοτεχνικές προτιμήσεις, ανεβάζει και κατεβάζει κυβερνήσεις... Στο παρελθόν έδειξε ανοχή, κατά την ηπιότερη έκφραση, στη δικτατορία του Μεταξά και στη γερμανική Κατοχή... Έχει ευνοούμενους συγγραφείς και καλλιτέχνες, τους οποίους υπερ-προβάλλει, λες και είναι προϊόντα προς διαφήμιση και πώληση, ενώ στους μη ευνοούμενους γυρίζει την πλάτη. Με αυτά τα δεδομένα μια επέμβαση του στον χώρο του αστικο-λαϊκού τραγουδιού ήταν φυσικό να εγκυμονεί πλαστογραφίες και παραμορφώσεις.Αυτή
η επέμβαση ξεκίνησε με την προσφορά ψηφιακών δίσκων κάτω από τον τίτλο «Το Ρεμπέτικο Τραγούδι», μέσα από την εφημερίδα «Το Βήμα», επί 50 μέρες, και συνεχίστηκε με την προσφορά κι άλλων ψηφιακών δίσκων κάτω από τον τίτλο «Το Λαϊκό Τραγούδι», επί 80 ημέρες. Αυτή η «αγάπη» για το αστικο-λαϊκό τραγούδι ήταν πάρα πολύ όψιμη και καθυστερημένη, μιας και προσφέρθηκαν τραγούδια που από πολύ καιρό βρίσκονται στην εμπορική κυκλοφορία. Αποκλειστικός σκοπός του Συγκροτήματος ήταν η μεγάλη αύξηση της κυκλοφορίας, η συγκέντρωση περισσότερων διαφημίσεων και κερδών και το ανέβασμα του γοήτρου της εφημερίδας, μέσα από ένα καλλιτεχνικό είδος που το αγκάλιασε ο λαός και που γνωρίζει πλέον καθολική αναγνώριση.Αλλά
το αποκορύφωμα της επέμβασης του Συγκροτήματος Λαμπράκη στο αστικο-λαϊκό είδος ήρθε με την παράσταση «Σαν τραγούδι μαγεμένο», που δόθηκε στο Μέγαρο Μουσικής Αθηνών, από τις 12 μέχρι τις 19 Φεβρουαρίου του 2008. Σε αυτή την παραμορφωτική επέμβαση ήρθανε ως συνεργοί ο μελετητής Παναγιώτης Κουνάδης και ο τραγουδιστής Γιώργος Νταλάρας. Ο πρώτος έχει ήδη προσφέρει πολλά στη μελέτη του αστικο-λαϊκού τραγουδιού, αν παραβλέψουμε τα λάθη ορισμού, περιοδολόγησης και ανάμειξης των ειδών. Ο δεύτερος έχει κι αυτός προσφέρει πολλά στο Λαϊκό Τραγούδι, και πάνω από όλα με τους δίσκους «Μικρά Ασία» και «Τα ρεμπέτικα της Κατοχής», αν και συχνά μπερδεύει το αστικο-λαϊκό τραγούδι με το λόγιο - το λεγόμενο Έντεχνο.Παραμόρφωση No 1: Ιδιοποίηση του Λαϊκού - Ρεμπέτικου τραγουδιού από το κεφάλαιο. Το αστικο-λαϊκό τραγούδι, όπως και να το πει κανείς, (λαϊκό τραγούδι, ρεμπέτικο, λαϊκο-ρεμπέτικο κ.τ.λ.) είναι ένα είδος που εξέφρασε και εκφράζει τις χαμηλές κοινωνικές τάξεις και στρώματα των πόλεων. Ο μεσο-αστικός, και ιδίως ο μεγαλο-αστικός κόσμος, του έδειξε περιφρόνηση και το συκοφάντησε για δεκαετίες ολόκληρες. Είναι λοιπόν παράδοξο, ανακόλουθο, αντιφατικό και υποκριτικό να έρχεται ένα μεγάλο κεφαλαιοκρατικό συγκρότημα να το ιδιοποιείται, να το προσεταιρίζεται, να το σφετερίζεται και να ισχυρίζεται ότι προσφέρει στις λαϊκές μάζες έναν αισθητικό θησαυρό που τους ήτανε άγνωστος.
Χαρακτηριστικά
, ο κ. Χρήστος Δ. Λαμπράκης, πρόεδρος του Οργανισμού Μεγάρου Μουσικής Αθηνών, ο οποίος δεν μπόρεσε να παρευρεθεί στη συνέντευξη Τύπου, σε μήνυμα του έλεγε: «Πέρυσι το Μέγαρο Μουσικής παρακάλεσε τον μεγάλο εκπρόσωπο του ελληνικού τραγουδιού, τον Γιώργο Νταλάρα, να παρουσιάσει το «Ρεμπέτικο» σε μια ιστορική διαδρομή που καλύπτει ολόκληρο τον περασμένο αιώνα. Νομίζω πως ένας τέτοιος κύκλος, ιστορικός και μορφωτικός δεν έχει ποτέ ακουσθεί ως τώρα στην Ελλάδα. Γι' αυτό, και μετά τις συναυλίες στο Μέγαρο, ο Γιώργος Νταλάρας θα τον προτείνει στις μεγάλες πανεπιστημιακές πόλεις του τόπου μας. Είναι αυτή μια προσφορά για την οποία τον ευχαριστούμε και τον Γιώργο και την ?ννα Νταλάρα, που επιμελήθηκαν την εξαιρετική αυτή εκδήλωση». (Το Βήμα, 5.2.2008).Στην πραγματικότητα, οι λαϊκές μάζες γνωρίζανε πάρα πολύ καλά το αστικο-λαϊκό τραγούδι και του δίνανε ζωή με το αίμα τους και με το λιγοστό χρήμα τους για δεκαετίες και για αιώνες ολόκληρους. Αντίθετα, το αστικο-λαϊκό τραγούδι ήταν άγνωστο και περιφρονημένο από τους καρχαρίες του χρήματος και της εξουσίας, ανάμεσα στους οποίους ξεχωριστή θέση κατέχει και το συγκρότημα Λαμπράκη - «ο βαλές της άρχουσας τάξης», όπως το χαρακτηρίσανε. Με αυτές του τις παρεμβάσεις, το Συγκρότημα είναι σαν να εφαρμόζει την παροιμία: «Έλα, παππού μου, να σου δείξω τα αμπέλια σου». Παραφράζοντας την θα μπορούσε κανείς να πει: «Έλα, λαέ μου, να σου μάθω τα τραγούδια σου!».
Παραμόρφωση No 2: Η αναίρεση της ταξικότητας και της λαϊκότητας του είδους. Αν θελήσουμε να ορίσουμε το αντικείμενο μας, θα πούμε: το νεο-ελληνικό αστικο-λαϊκό τραγούδι είναι ένα καλλιτεχνικό είδος που βασίζεται σε ζωντανά παραδοσιακά στοιχεία και εκφράζει τη ζωή των πόλεων απ' τη σκοπιά των χαμηλών κοινωνικών τάξεων και στρωμάτων. Απ' την εποχή που ο οξυδερκής Κωστής Παλαμάς διέγνωσε ότι μέσα στα αστικο-λαϊκά Γιαννιώτικα, Σμυρνιώτικα, Πολιτικά τραγούδια «κλαίει το μαύρο φτωχολόι» μέχρι την Ευτυχία Παπαγιαννοπούλου και τον Βασίλη Τσιτσάνη, που θεωρούν ότι οι λαϊκοί άνθρωποι είναι «λουλούδια μέσα στης φτώχειας τον μπαξέ, που μεγαλώνουν με καημό και με πικρά τραγούδια», όλοι παραδέχονται ότι το είδος εκφράζει τη φτωχολογιά των πόλεων. Και η φτώχεια είναι βεβαίως ένα ταξικό φαινόμενο. Η αριστοκρατία του χρήματος και της εξουσίας δεν γνωρίζει τι θα πει φτώχεια. Ωστόσο, ο Παναγιώτης Κουνάδης, ενεργώντας για λογαριασμό του Μεγάρου Μουσικής και του Συγκροτήματος Λαμπράκη ανέλαβε να αναιρέσει αυτή την αλήθεια και να μας πείσει ότι το αστικο-λαϊκό τραγούδι εξέφραζε εξίσου τόσο τα φτωχά στρώματα όσο και τους βασιλιάδες! «Το ρεμπέτικο μάγευε και τους εστεμμένους. Το αποκάλυψε χθες ο Παναγιώτης Κουνάδης, επιμελητής ενός μεγάλου αφιερώματος στο ρεμπέτικο...», διαβάζουμε στην «Ελευθεροτυπία» (5.2.2008). Και συνεχίζει η καλή εφημερίδα: «Το ξέρατε ότι ο Γεώργιος Α' ήταν λάτρης του αμανέ; Και μάλιστα τραγουδούσε και ο ίδιος το «Σμυρνέικο Μινόρε» δυνατά μέσα στα ανάκτορα; Ότι μερικά από τα πρώιμα ρεμπέτικα της Σμύρνης παίχτηκαν κατά την ενθρόνιση του Εδουάρδου Ζ'της Αγγλίας, το 1901, από την περίφημη Εστουδιαντίνα «Τα Πολιτάκια», που περιόδευαν στην Ευρώπη; Ότι σε μια επίσκεψη του στην Αθήνα ο Εδουάρδος Η' είχε μαγευτεί από μια βραδιά με τον Νταλγκά και τον Παγώνη; Για όλα αυτά μας διαβεβαίωσε χθες ο ερευνητής του ρεμπέτικου Παναγιώτης Κουνάδης...».
Βέβαια
, αυτά τα παραδείγματα δεν είναι ικανά να στοιχειοθετήσουν τον ισχυρισμό ότι τα αστικο-λαϊκά τραγούδια εξέφραζαν τους πρίγκιπες και τους βασιλιάδες, όπως ισχυρίζεται ο Κουνάδης. Μάλλον, πρόκειται για μεμονωμένες εκδηλώσεις λαϊκισμού των ηγεμόνων που ήθελαν να δείξουν ότι βρίσκονται κοντά στα λαϊκά στρώματα και την κουλτούρα τους. Κι ακόμα, δείχνουν την ικανοποίηση των βασιλέων και των δεσποτών όταν παρακολουθούν τους γραφικούς ιθαγενείς να τραγουδούν, να χορεύουν και να αγάλλονται. Ωστόσο, αυτό που επιχειρεί ο πρώην αριστερός Παναγιώτης Κουνάδης είναι να ανασκευάσει την εικόνα του αστικο-λαϊκού τραγουδιού, να αναιρέσει και να σβήσει τη λαϊκότητα και την ταξικότητά του κι έτσι, με αυτό τον τρόπο, να το κάνει αρεστό και ευπρόσδεκτο στην αριστοκρατία του χρήματος και της εξουσίας.Παραμόρφωση Νο3: Ένα ακαθόριστο Ρεμπέτικο - αχταρμάς. Είναι γνωστό ότι η κάθε έννοια προηγείται από τις λέξεις που τη σημαίνουν. Κατ' ακρίβειαν, πρώτα σχηματίζεται η έννοια στη συνείδηση μιας κοινωνίας και μετά έρχονται οι συμπεφωνημένες λέξεις που σημαίνουν αυτή την έννοια. Κατά συνέπεια η έννοια είναι πιο σημαντική από τις λέξεις με τις οποίες τη βαφτίζουνε και, όπως παρατήρησε ο Φερντινάντ Ντε Σωσσύρ, αυτές οι λέξεις δεν μπορούν η καθεμιά χωριστά να αποδώσουν με ακρίβεια την έννοια. Έτσι, οι συνώνυμες λέξεις λαϊκό, ρεμπέτικο, λαϊκο-ρεμπέτικο, αστικο-λαϊκό, μάγκικο, μόρτικο κλπ., με τις οποίες κατά καιρούς βαφτίστηκε το αντικείμενο μας, δεν είναι ικανές να αποδώσουν πλήρως την έννοια. Από αυτές ο όρος αστικο-λαϊκό τραγούδι προσεγγίζει περισσότερο, ενώ αντίθετα, ο όρος ρεμπέτικο παραμένει ακαθόριστος και ο καθένας του δίνει όποια σημασία θέλει.
Ο
ορισμός μιας έννοιας δεν είναι τίποτα άλλο από την πλήρη περιγραφή της. Αυτός μας δείχνει τι πρέπει να κρατήσουμε και τι πρέπει να αποκλείσουμε κάτω από τη στέγη της έννοιας αυτής. Για παράδειγμα, το αυτοκίνητο είναι ένα αυτοκινούμενο όχημα με τέσσερις τροχούς. Αν κάποιος αγνοεί τον ορισμό, με τη λέξη αυτοκίνητο θα επιχειρήσει να μας πουλήσει καρότσες, μοτοσικλέτες, ποδήλατα, πατίνια, γκαμήλες, ακόμα και ελέφαντες! Αυτοί που αποφεύγουν να ορίσουν τι εννοούν με τη λέξη ρεμπέτικο αποκλείουν αυτούς που δεν έπρεπε να αποκλείσουν και συμπεριλαμβάνουν αυτούς που δεν θα έπρεπε να συμπεριλάβουν. Έτσι, ο φίλος Ηλίας Βολιώτης Καπετανάκης αποκλείει από το αστικο-λαϊκό τραγούδι τον τετράχορδο Μανώλη Χιώτη και τον Στέλιο Καζαντζίδη. Αντίθετα, θεωρεί ότι συνέχεια του Βασίλη Τσιτσάνη είναι ο... Παντελής Θαλασσινός! Τα ίδια και χειρότερα λάθη διαπράττει και ο φίλος μελετητής Παναγιώτης Κουνάδης. Πρώτα απ' όλα μας λέει ότι «το Ρεμπέτικο δεν είναι είδος, αλλά γένος τραγουδιού, που περιλαμβάνει πολλά άλλα μουσικά είδη». Αυτό επιτρέπει στον Κουνάδη να τεντώνει κάθε φορά την έννοια του λεγόμενου ρεμπέτικου, για να συμπεριλάβει όσους απαιτεί το Συγκρότημα Λαμπράκη, ο Γιώργος Νταλάρας ή ο ίδιος ο Κουνάδης. Έτσι, αυτή τη φορά, στη συναυλία του Μεγάρου Μουσικής, μαζί με τους Βαμβακάρηδες, τους Τσιτσάνηδες, τους Μητσάκηδες, τους Τζουανάκους συμπεριλαμβάνονται μεταξύ άλλων και οι Σαββόπουλος, Μάλαμας, Περίδης, που είναι προφανές ότι ανήκουν σε κάποιο άλλο είδος τραγουδιού. Αυτό θυμίζει την υποκρισία των καλογήρων οι οποίοι, θέλοντας να φάνε κρέας κατά τις νηστείες της Μεγάλης Εβδομάδας, το βαφτίσανε ψάρι και το καταβροχθίσανε! Έτσι κι ο Κουνάδης βάφτισε τον Σαββόπουλο, Μούτση, Περίδη, Μάλαμα ρεμπέτες και τους πλάσαρε στους άμοιρους ακροατές.Παραμόρφωση No 4: Οι μεγάλοι ρεμπέτες ευλογούν τον Νταλάρα. Ο ευνοούμενος και προβαλλόμενος από το συγκρότημα Λαμπράκη συγγραφέας Σκαμπαρδώνης συνέγραψε μια σειρά από θεατρικές σκηνές ειδικά για τις ανάγκες της παράστασης. Σε μιαν από αυτές οι μεγάλοι «ρεμπέτες» Βαμβακάρης, Τσιτσάνης, Παπαϊωάννου, Νίνου, αλλά και ο Λουκάς Νταράλας (πατέρας του Γιώργου Νταλάρα), βρίσκονται στον παράδεισο και ο Γιώργος Νταλάρας τους στέλνει με... ντελίβερι έναν ψηφιακό δίσκο με τα τραγούδια της παράστασης. Οι «ρεμπέτες» επικροτούν κι έτσι ευλογούν τον Γιώργο, τον Σαββόπουλο, τον Περίδη κ.λπ. ως άξιους συνεχιστές τους! Έτσι, με τις ευλογίες του μεγάλου κεφαλαίου και κάποιων πιστών τους ακολούθων επιχειρείται η πλαστογράφηση του αστικο-λαϊκού μας τραγουδιού, που δεν είναι δικό τους, αλλά αποτελεί κληρονομιά του ελληνικού λαού και της ανθρωπότητας. Ωστόσο, αυτή η πλαστογράφηση δεν θα περάσει, ³Ή±Δ― αρκεί ένα τσίμπημα και μια τρυπούλα για να ξεφουσκώσει το μπαλόνι, όσο μεγάλο και να είναι.