Και τώρα εντρυφώ στα
άχραντα μυστήρια του έρωτα σου,
Τί άλλο είναι οι άνθρωποι, από
πλάσματα που γυροφέρνουν για αγάπη,
Στη τρυφερότητα του χαδιού και του
φιλιού ξεχνιέται το Τυχαίο
Και μεις νομίζουμε –και ίσως είναι
και έτσι-
Πως τα δυο να γίνουνε μπορούνε ένα,
και πως για δυο και τρεις και
αμέτρητες φορές
Είναι δυνατό, η καρδιά και το μυαλό
να σκέφτονται το ίδιο
Και επίσης πως μπορεί εσύ και εγώ να
συναντιόμαστε όσο διαρκεί το χάδι,
κάπου μεταξύ της άκρης των δαχτύλων
μου και του κορμιού σου.
Και μετά παρέρχεται η νύχτα, και
καταφεύγω στα τείχη της ανάμνησης
Που όμως θολώνουν και γκρεμίζονται
καθώς τα πλησιάζω,
Και στα ερείπια ανακατεύεται το
Αύριο με το Χθες
Και εγώ ζω στο ζευγάρωμα τους που
είναι η σημερινή η μέρα,
Που θα σε ξαναδώ, και ας περπατώ
προς την αντίθετη κατεύθυνση απ΄
αυτήν που είσαι,
Γιατί απλούστατα, αν βρεις το δρόμο
δε ξεχνιέται,
Και πάντα μπορείς να τον
ανηφορίσεις ή να τον κατηφορίσεις,
Και εγώ ξαναγυρνώ πιο πολλά έχοντας
για σένα,
Και με προυπαντάς με το χαμόγελο
που όμοιο δεν έχω δει,
Και το ποιήμα αυτό και η ιστορία
εξελίσσεται
Σε αναρίθμητες παραλλαγές του
άχραντου μυστηρίου του έρωτά σου
1/9/00