ΕΥΡΙΠΙΔΗΣ
ΡΗΣΟΣ
ΠΡΟΣΩΠΑ του ΕΡΓΟΥ
ΧΟΡΟΣ (Στρατιώτες της Τροίας)
ΕΚΤΟΡΑΣ
ΑΙΝΕΙΑΣ
ΔΟΛΩΝΑΣ
ΑΓΓΕΛΙΑΦΟΡΟΣ
ΡΗΣΟΣ (Ο βασιλιάς της Θράκης)
ΟΔΥΣΣΕΑΣ
ΔΙΟΜΗΔΗΣ
ΑΘΗΝΑ
ΠΑΡΗΣ
ΗΝΙΟΧΟΣ (Ηνίοχος του Ρήσου)
ΜΟΥΣΑ (Μητέρα του Ρήσου)
ΥΠΟΘΕΣΗ του ΕΡΓΟΥ
Κατά τη διάρκεια του Τρωικού πολέμου, ο Έκτορας επανειλημμένα έχει στείλει μηνύματα στο βασιλιά της Θράκης Εήσο να έρθει με το στρατό του για να βοηθήσει την Τροία. Εκείνος μπλεγμένος σε άλλες πολεμικές επιχειρήσεις, καθυστερεί, τελικά έρχεται ένα βράδυ με όλο του το στρατό και είναι αποφασισμένος όμενη μέρα να συντρίψει τους Αχαιούς. Αλλά στέκεται άτυχος. Εκείνο το βράδυ μπαίνει κρυφά ο Οδυσσέας με τον Διομήδη μέσα στο στρατόπεδο των Τρώων και χωρίς να τον δει κανείς, σκοτώνει τον Ρήσο καθώς είχε ξαπλώσει για να ξεκουραστεί.
(Ο Χορός, Τρώες στρατιώτες, προχωράει προς τη σκηνή του Έκτορα, για να τον ειδοποιήσει για κάποιες φωτιές που είδε στο στρατόπεδο των Ελλήνων)
ΧΟΡΟΣ
Πάμε προς τη σκηνή του Έκτορα. Να εδώ είναι! Άραγε είναι άγρυπνος κάποιος από τους υπασπιστές ή τους φρουρούς του βασιλιά; Να μάθει τα νέα από τους σκοπούς που φυλάνε το στρατόπεδο την τέταρτη βάρδια της νύχτας;
- Σήκωσε το κεφάλι σου, ξύπνα, άνοιξε τα μάτια σου, Άσε το στρώμα σου. Γιατί πρέπει να ακούσεις.
Ποιος είναι; Είναι γνωστή η φωνή. Ποιος είναι; Ποιο είναι το σύνθημα; Πες το. Ποιο ήρθαν εδώ μέσα στη νύχτα; Μίλα μου.
ΧΟΡΟΣ
Η σκοποί είμαστε.
ΕΚΤΟΡΑΣ
Και γιατί κάνετε τόσο θόρυβο;
ΧΟΡΟΣ
Μη φοβάσαι.
ΕΚΤΟΡΑΣ
Δεν φοβάμαι. Μήπως κάποια παγίδα έγινε μέσα στη νύχτα;
ΧΟΡΟΣ
Όχι.
ΕΚΤΟΡΑΣ
Τότε γιατί αφήσατε τις σκοπιές σας; Γιατί αναστατώνετε το στράτευμα μέσα στη νύχτα; Δεν ξέρεις ότι είμαστε κοντά στο στρατόπεδο των Αργείων και τώρα αναπαυόμαστε ντυμένοι τα όπλα μας;
ΧΟΡΟΣ
Πάρε τα όπλα σου Έκτορα. Πήγαινε στους συμμάχους, δώσε σύνθημα να ετοιμαστούν κι αυτοί. Ξύπνα τους. Στείλε κάποιους να πουν στους άντρες σου ότι πρέπει να ετοιμάσουν τα γρήγορα άλογα. Ποιος θα πάει στον γιο του Πανθόου; Ποιος στον γιο του Ευρώπα, τον αρχηγό των Λυκίων; Που είναι οι ιερείς για τις θυσίες; Που είναι οι Φρύγοι τοξοφόροι και οι αρχηγοί των ακοντιστών; Όλοι να ετοιμάσουν βέλη και τόξα.
ΕΚΤΟΡΑΣ
Άλλα από τα λόγια σου είναι τρομακτικά και άλλα ενθαρρυντικά. Δεν μιλάς καθαρά. Μήπως σας τρόμαξε ο γιος του Κρόνου, ο Πάνας, μήπως σας μαστίγωσε; Άφησες τη σκοπιά σου και κάνεις αναταραχή. Τι έχεις να πεις; Τι να πω πως μου ανάγγειλες; Γιατί δεν μίλησες ξεκάθαρα.
ΧΟΡΟΣ
Ανάβουν φωτιές οι Αργείοι, Έκτορα, μέσα στη μαύρη νύχτα, και φωτίζουν έτσι τα γρήγορα πλοία τους εκεί που τα έχουν αράξει. Όλο το στράτευμα έχει μαζευτεί στη σκηνή του Αγαμέμνονα, φωνάζουν όλοι και ζητούν διαταγές. Μέχρι τώρα ποτέ δεν υπήρξε τόση φασαρία στο στρατόπεδό τους. Υποπτεύομαι ότι κάτι καινούργιο σχεδιάζουν τώρα Έκτορα γι' αυτό ήρθα να σου φέρω το μήνυμα γρήγορα μην με κατηγορήσεις μετά.
ΕΚΤΟΡΑΣ
Καλά έκανες και ήρθες έγκαιρα, αν και αυτά τα μαντάτα είναι κακά. Αποφάσισαν να φύγουν οι Αργείοι μέσα στο σκοτάδι της νύχτας για να ξεφύγουν από τα μάτια μας πιο εύκολα. Οι φωτιές μέσα στη νύχτα αυτή την υποψία μου βάζουν. Αχ θεέ μου! Που αποφάσισες να μου στερήσεις, όπως από τα νύχια του λιονταριού το θήραμα, τη ικανοποίηση να νικήσω τους Αργείους. Δεν με άφησες να τους συντρίψω, να τους λιώσω με το κοντάρι μου όλους. Αν δεν τέλειωνες τη μέρα γρήγορα, εγώ δεν θα σταματούσα. Θα τους έκαιγα τα καράβια Θα έμπαινα μέσα στις σκηνές τους να τους σκοτώσω όλους με τα χέρια μου. Έτοιμος ήμουνα. Έπρεπε να συνεχίσω και τη νύχτα. Παραδομένος στη θεόσταλτη ορμή μου που θα έφερνε τη νίκη.
Οι σοφοί όμως και οι μάντεις που ξέρουν τα θεϊκά σχέδια με έπεισαν να περιμένω να χαράξει και τότε που θα έβλεπα να καταστρέψω τους Αχαιούς. Να τώρα αυτοί φεύγουν! Τους σοφούς μου ξεγέλασαν. Κι ένας δραπέτης τα καταφέρνει καλύτερα τη νύχτα. Τώρα πρέπει να βιαστώ να δώσω διαταγές. Γρήγορα! Να σημάνει εγερτήριο, να ντυθούν όλοι τα όπλα τους. Να ξυπνήσουν. Να τους προφτάσουμε. Και άλλους να τους χτυπήσουμε καθώς θα μπαίνουν στα καράβια τους να βάψουν με το αίμα τους τις σχοινένιες σκάλες κι άλλους να τους πιάσουμε με λάσο. Να τους κάνουμε δούλους να μας σκάβουν τα χωράφια.
ΧΟΡΟΣ
Έκτορα, βιάζεσαι ενώ δεν ξέρεις τι κάνουν. Δεν ξέρουμε αν φεύγουν.
ΕΚΤΟΡΑΣ
Και τότε γιατί να ανάβουν φωτιές;
ΧΟΡΟΣ
Δεν ξέρω. Μου φαίνονται ύποπτες και φοβάμαι.
ΕΚΤΟΡΑΣ
Όλα θα τα φοβάσαι, αν φοβάσαι τις φωτιές.
ΧΟΡΟΣ
Τόσες πολλές ποτέ δεν έχουν ανάψει.
ΕΚΤΟΡΑΣ
Αλλά ούτε έπαθαν πριν ότι έπαθαν από μένα χτες.
ΧΟΡΟΣ
Ναι εσύ τους τα έκανες. Σκέψου και τώρα τι να κάνεις.
ΕΚΤΟΡΑΣ
Πρέπει να πάρουμε τα όπλα και να τους επιτεθούμε.
(Εμφανίζεται ο Αινείας)
ΧΟΡΟΣ
Έρχεται με πολλή βιασύνη ο Αινείας. Κάτι νέο θα μας πει.
Έκτορα, για ποιο λόγο ήρθαν οι φρουροί μέσα στη νύχτα φωνάζοντας φοβισμένοι και ξεσηκώνεται ο στρατός;
ΕΚΤΟΡΑΣ
Αινεία, μην αργείς, φόρεσε την πανοπλία σου.
ΑΙΝΕΙΑΣ
Τι συμβαίνει; Έκαναν κάτι δολερό οι εχθροί μέσα στο σκοτάδι;
ΕΚΤΟΡΑΣ
Φεύγουν οι Αχαιοί και πάνε στα πλοία τους.
ΑΙΝΕΙΑΣ
Από κάτι συγκεκριμένο το κατάλαβες;
ΕΚΤΟΡΑΣ
Όλη τη νύχτα ανάβουν φωτιές και μου φαίνεται ότι δεν θα περιμένουν να ξημερώσει. Φέγγουν στους κωπηλάτες τους και πάνε στην πατρίδα τους αφήνοντας τη γη μας.
ΑΙΝΕΙΑΣ
Κι εσύ γιατί πήρες τα όπλα σου; Τι θα κάνεις;
ΕΚΤΟΡΑΣ
Καθώς θα τρέχουν να μπουν στα καράβια τους θα τους επιτεθώ με τις λόγχες. Γιατί είναι ντροπή και λάθος μας να τους αφήσουμε να φύγουν χωρίς μάχη αυτούς που μας έκαναν τόσο κακό.
ΑΙΝΕΙΑΣ
Μακάρι να ήξερες να σκέφτεσαι όπως ξέρεις να πολεμάς. Αλλά κανείς δεν έχει γεννηθεί που να τα γνωρίζει όλα. Άλλο χάρισμα έχει ο καθένας μας Έκτορα. Εσύ να πολεμάς ξέρεις, και άλλοι να σκέφτονται το σωστό. Εσύ όταν έμαθες ότι άναψαν φωτιές και ξεσηκώθηκες και παίρνεις το στρατό να περάσεις από τα βαθιά χαντάκια που δεν θα βλέπεις μέσα στη νύχτα. Και πές πως τα πέρασες τα χαντάκια. Αν δεν τους βρεις να φεύγουν αλλά να είναι ενάντιά σου, θα νικηθείς και θα μείνεις εκεί. Γιατί πως θα περάσει πάλι τα χαντάκια και πως θα διασχίσουν τα άρματα τα στενά γεφύρια χωρίς να σπάσουν οι τροχοί τους; Αλλά και πάλι αν νικήσεις θα πρέπει να παλέψεις με τον γιο του Πηλέα, που δεν θα σ' αφήσει να βάλεις φωτιά στα καράβια τους ούτε να πιάσεις τους Αχαιούς, όπως νομίζεις. Γιατί είναι πολύ δυνατός πολεμιστής. Εγώ λέω πως πρέπει να αφήσουμε το στρατό μας να ξεκουραστεί από την κούραση της μάχης και να στείλουμε κάποιον κατάσκοπο, όποιον θέλει να πάει. Αν όντως ετοιμάζονται να φύγουν τότε να τους επιτεθούμε αιφνιδιαστικά. Αλλά αν οι φωτιές τους είναι απάτη τότε πρέπει να το σκεφτούμε. Αυτή είναι η γνώμη μου, Έκτορα.
ΧΟΡΟΣ
Μου φαίνονται σωστά αυτά που λέει. Σκέψου τα και άλλαξε γνώμη. Γιατί δεν μ' αρέσουν οι αποκοτιές των στρατηγών. Τι καλύτερο από το να πάει κάποιος στα καράβια τους να δει τι είναι αυτές οι φωτιές κοντά στα αγκυροβόλια;
(Ο Έκτορας προς τον Αινεία)
ΕΚΤΟΡΑΣ
Αφού έτσι λέτε όλοι, έτσι να γίνει. Πήγαινε τώρα και καθησύχασε τους συμμάχους μας. Αν ακούσει όμως ο στρατός εγερτήριο, να ετοιμαστεί γρήγορα.
Εγώ θα στείλω κατάσκοπο στους εχθρούς, και όταν καταλάβουμε τις κινήσεις τους, εσύ θα τα ακούσεις όλα και θα ξέρεις τι κάνουν. Αν όμως ανοίγουν τα πανιά τους για να φύγουν περίμενε να ακούσεις τις σάλπιγγες. Δεν θα καθυστερήσω τότε. Θα πέσω πάνω στα καράβια τους μέσα στη νύχτα και θα τους καταστρέψω.
ΑΙΝΕΙΑΣ
Αυτό είναι το σωστό. Στείλε τον κατάσκοπο. Γρήγορα. Και αν με χρειαστείς, θα σταθώ δίπλα σου.
(Ο Αινείας φεύγει)
ΕΚΤΟΡΑΣ
Ποιος από σας που άκουσε θέλει να πάει κατάσκοπος στα καράβια ; Ποιος θα βοηθήσει να σωθεί η πατρίδα; Ποιος θα δεχτεί; Δεν θα μπορέσω μόνος μου την πατρίδα και τους συμμάχους να υπηρετώ.
(Μπαίνει ξαφνικά ο Δόλωνας)
Εγώ για την πατρίδα μου, δέχομαι αυτόν τον κίνδυνο. Να συρθώ μέχρι τα καράβια των Αχαιών κρυφά να μάθω όλα τα σχέδια που κάνουν και να έρθω πίσω να στα πω. Μπορώ να το κάνω αυτό.
ΕΚΤΟΡΑΣ
Ταιριάζεις με το όνομά σου γενναίε πατριώτη Δόλωνα. Τον δοξασμένο οίκο σου, τώρα τον κάνεις πιο ένδοξο.
ΔΟΛΩΝΑΣ
Θα πάω λοιπόν. Και η αμοιβή μου θα είναι αντάξια. Γιατί η αμοιβή της παλικαριάς δίνει διπλή χαρά.
ΕΚΤΟΡΑΣ
Είναι δίκαιο. Δεν έχω αντίρρηση. Όρισε εσύ την αμοιβή σου. Εκτός απ' τα σκήπτρα μου βέβαια.
ΔΟΛΩΝΑΣ
Δεν θέλω τα σκήπτρα σου που σώζουν την πόλη μας.
ΕΚΤΟΡΑΣ
Ζήτα για γυναίκα σου την κόρη του Πρίαμου.
ΔΟΛΩΝΑΣ
Δεν θέλω να συγγενέψω με πιο πλούσιους από μένα.
ΕΚΤΟΡΑΣ
Αν ζητήσεις χρυσάφι, θα το πάρεις.
ΔΟΛΩΝΑΣ
Κι εγώ έχω. Δεν είμαι φτωχός.
ΕΚΤΟΡΑΣ
Τι θέλεις από όλα αυτά που έχει η Τροία;
ΔΟΛΩΝΑΣ
Θα μου δώσεις την αμοιβή μου, όταν νικήσεις τους Αχαιούς.
ΕΚΤΟΡΑΣ
Θα στο δώσω. Να το ζητήσεις. Εκτός από τους αρχηγούς τους.
ΔΟΛΩΝΑΣ
Αυτούς σκότωσέ τους. Δεν σου ζητώ να λυπηθείς το Μενέλαο.
ΕΚΤΟΡΑΣ
Θέλεις τον Αίαντα;
ΔΟΛΩΝΑΣ
Καλοαναθρεμμένα χέρια δεν κάνουν για το όργωμα.
ΕΚΤΟΡΑΣ
Θέλεις κάποιον από τους Αχαιούς ζωντανό για να ζητήσεις λύτρα;
ΔΟΛΩΝΑΣ
Σου είπα και προηγούμενα. Χρυσάφι έχω.
ΕΚΤΟΡΑΣ
Θα είσαι μπροστά στη μοιρασιά. Ό,τι ζητήσεις θα το πάρεις.
ΔΟΛΩΝΑΣ
Τα λάφυρα να τα αφιερώσεις στους ναούς.
ΕΚΤΟΡΑΣ
Τι περισσότερο θέλεις να μου ζητήσεις;
ΔΟΛΩΝΑΣ
Τα άλογα του Αχιλλέα θέλω! Αφού παίζω κορώνα γράμματα τη ζωή μου πρέπει να αξίζει και η αμοιβή.
ΕΚΤΟΡΑΣ
Αυτά που λαχταράω κι εγώ θέλεις. Γεννημένα από αθάνατους γονιούς κι αυτά είναι αθάνατα. Που μεταφέρουν το γιο του Πηλέα τον πολεμόχαρο. Τα δάμασε ο Ποσειδώνας και του τα έδωσε δώρο - όπως λένε - του Πηλέα. Αλλά θα κρατήσω τον όρκο μου Δόλωνα. Θα στα δώσω δικά σου. Θα είναι το πιο ένδοξο στολίδι στο σπίτι σου. Το άρμα του Αχιλλέα!
ΔΟΛΩΝΑΣ
Σύμφωνοι. Θα το έχω καύχημα ότι οι Τρώες μου έδωσαν το καλύτερο βραβείο αντάξιο της παλικαριάς μου. Κι εσύ Έκτορα μην ζηλεύεις. Υπάρχουν κι άλλα αμέτρητα που θα σε κάνουν να καμαρώνεις, εσύ που είσαι άρχοντας.
ΧΟΡΟΣ
Μεγάλος αγώνας, μεγάλο τόλμημα. Μακάριος θα είσαι αν πετύχεις. Αυτή η προσπάθεια είναι ένδοξη. Θα γίνεις γαμπρός βασιλιάδων. Αυτά που έχουν αποφασισθεί από τους θεούς θα τα φροντίσει η Δίκη όσα δε από τους ανθρώπους, μου φαίνονται τέλεια καμωμένα.
ΔΟΛΩΝΑΣ
Να πηγαίνω τώρα για το σπίτι μου να ντυθώ κατάλληλα και από εκεί κατ' ευθείαν στα καράβια των Αργείων.
ΧΟΡΟΣ
Γιατί; Τι άλλα ρούχα θα βάλεις;
ΔΟΛΩΝΑΣ
Αυτά που πρέπει να φορέσω για το έργο που πάω να κάνω.
ΧΟΡΟΣ
Από σοφό άνδρα μαθαίνουμε σοφά πράγματα.
Πως θα ντυθείς;
ΔΟΛΩΝΑΣ
Θα φορέσω τομάρι λύκου. Το στόμα του θα το ταιριάξω με το στόμα μου, τα πόδια και τα χέρια μου στα πόδια του θα βάλω, θα περπατάω στα τέσσερα, θα είμαι ίδιος λύκος όταν περνάω απ' τα χαντάκια και φτάνω στα καράβια τους. Στον υπόλοιπο δρόμο που δεν θα με βλέπει κανείς εκεί θα περπατάω στα δυο μου πόδια. Με αυτό τον τρόπο θα τους ξεγελάσω.
ΧΟΡΟΣ
Μακάρι να σε προστατεύει ο γιος της Μαίας στο δρόμο που θα πηγαίνεις και θα γυρνάς μια και είναι ο προστάτης των οδοιπόρων. Άρχισε το έργο σου τώρα - να είσαι καλότυχος.
ΔΟΛΩΝΑΣ
Θα σωθώ και θα γυρίσω πίσω και θα φέρω το κεφάλι του Οδυσσέα ή του γιου του Τυδέα του Διομήδη σαν σημάδι για σένα να πεισθείς ότι ανέβηκα στα πλοία των Αργείων. Θα το κάνω πριν ανατείλει.
(Φεύγει ο Δόλωνας)
ΧΟΡΟΣ
Θεέ της Θύμβης και της Δήλου - Θεέ λατρευόμενε στους ναούς της Λυκίας, Απόλλωνα, σκέψη του Δία, έλα με τα τόξα σου, φτάσε μέσα στη νύχτα, και γίνε οδηγός και σωτήρας στο παλικάρι που φεύγει. Βοήθα τους Τρώες, παντοδύναμε και της Τροίας τα μεγάλα τείχη που εσύ όρθωσες.
Βοήθα τον να πάει να δει τα καράβια και το στρατό τον Ελληνικό και να γυρίσει πάλι στην χώρα του το Ίλιον. Να ανεβεί στου νικημένου Αχιλλέα το άρμα - δώρο του Ποσειδώνα κάποτε στον Πηλέα.
Για τη γη και τα σπίτια μας τόλμησε μόνος του να πάει στα καράβια. Θαυμάζω το θάρρος του. Σπάνια μένει πιστή η καρδιά των αγαθών πολιτών όταν σαν καράβι σε φουρτουνιασμένα κύματα παραδέρνει η πόλη. Όμως να ένας από τους Φρύγες με θάρρος γιγαντώθηκε με τα όπλα του. Κανείς από τους συμμάχους της Τροίας δεν μας ντροπιάζει. Ποιον Αχαιό - δίπλα στα καράβια τους θα χτυπήσει ο Δόλωνας ντυμένος σαν λύκος και περπατώντας στα τέσσερα;
Αχ, να σκότωνε το Μενέλαο ή τον Αγαμέμνονα και να έφερνε το κεφάλι τους στα χέρια της Ελένης, να τον κλάψει αυτόν που μέσα στην πόλη μας και μέσα στα σπίτια μας έφτασε με στρατό από χίλια καράβια.
(Μπαίνει ένας βιαστικός βοσκός - αγγελιοφόρος)
ΑΓΓΕΛΙΑΦΟΡΟΣ
Βασιλιά! Βασιλιά! Τέτοιες αγγελίες να φέρνω πάντα στους άρχοντες σαν κι αυτή που φέρνω σε σένα.
ΕΚΤΟΡΑΣ
Μερικές φορές οι βοσκοί κάνουν άλλα από αυτά που πρέπει. Είσαι βοσκός και ήρθες στο στρατόπεδο να πεις στον αρχηγό για κοπάδια; Δεν ξέρεις που είναι το παλάτι του πατέρα μου για να πας να του πεις ότι τα ζώα είναι καλά;
ΑΓΓΕΛΙΑΦΟΡΟΣ
Είμαστε άξεστοι οι βοσκοί, συμφωνώ. Όμως σου φέρνω ευχάριστα μαντάτα.
ΕΚΤΟΡΑΣ
Σταμάτα να λες για πρόβατα και κοπάδια. Κρατάμε όπλα στα χέρια μας για να κάνουμε πόλεμο.
ΑΓΓΕΛΙΑΦΟΡΟΣ
Για πόλεμο και για όπλα ήρθα να σου πω! Ένας φίλος και σύμμαχος έρχεται με χιλιάδες στρατό.
ΕΚΤΟΡΑΣ
Από πού έρχεται; Ποια χώρα ερήμωσε και φέρνει το στρατό της;
ΑΓΓΕΛΙΑΦΟΡΟΣ
Από τη Θράκη. Λέει ότι είναι ο γιος του Στρυμόνα.
ΕΚΤΟΡΑΣ
Μου λες ότι ήρθε ο Ρήσος στην Τροία;
ΑΓΓΕΛΙΑΦΟΡΟΣ
Τον ξέρεις. Μόνος σου είπες το όνομά του.
ΕΚΤΟΡΑΣ
Και πως έρχεται από τα βουνά της Ίδης και όχι από τον κάμπο και τους δρόμους;
ΑΓΓΕΛΙΑΦΟΡΟΣ
Δεν ξέρω να σου πω, αλλά μπορώ να φανταστώ γιατί. Ο κάμπος δεν είναι εύκολος τη νύχτα όταν γνωρίζεις πως είναι γεμάτος εχθρούς. Όμως όλους μας τρόμαξε έτσι που ήρθε μέσα στο σκοτάδι απ' το βουνό σαν θηρίο. Και καθώς προχωρούσε σαν ποτάμι και σήκωνε οχλοβοή εμείς απ' το φόβο σπρώχναμε τα κοπάδια στις κορφές. Γιατί νομίζαμε πως ήρθανε Αργείοι για να τ' αρπάξουν. Μετά όταν τους ακούσαμε να μιλούν πήραμε θάρρος και εγώ τότε βγήκα μπροστά ρώτησα στη γλώσσα τους τους προπομπούς ποιος είναι ο στρατηγός τους και ποιος τον κάλεσε στην Τροία σύμμαχο. Σταμάτησα να ρωτώ όταν τα έμαθα όλα.
Τότε, βλέπω μπροστά μου τον Ρήσο σαν θεό. Πάνω στο θρακικό του άρμα. Και κρέμονταν απ' τους ώμους του και έλαμπε ασπίδα με χρυσή ζωγραφιά. Με χρυσαφένιο ζυγό ήταν δεμένα τα άλογά του, κάτασπρα πιο πολύ κι απ' το χιόνι και στα μέτωπά τους είχαν χαραγμένη μια χάλκινη Γοργόνα σαν αυτή που υπάρχει στην ασπίδα της Παλλάδας. Και φορούσαν πολλά κουδούνια. Που με την κίνηση χτύπαγαν και ο ήχος τους σκόρπιζε τρόμο. Πολύ μεγάλος στρατός, αμέτρητος δεν χωρούσε στο μάτι, σαν ποτάμι ερχόταν. Είχε πολλούς ιππείς και τοξότες και άλλους πολλούς μεγάλο πλήθος ξαρμάτωτοι που φορούσαν τη στολή της Θράκης. Τέτοιος άντρας βασιλιά ήρθε για σύμμαχός σου! Δεν γλιτώνει τώρα ο γιος του Πηλέα ούτε αν φύγει ούτε αν μείνει και πολεμήσει.
ΧΟΡΟΣ
Όταν οι θεοί έρχονται να βοηθήσουν τους θνητούς τότε η συμφορά φεύγει και έρχεται το καλό.
ΕΚΤΟΡΑΣ
Τώρα που νικάω και ο Δίας βοηθάει τώρα ήρθαν οι φίλοι που δεν τους χρειάζομαι. Όταν όμως ο Άρης έξαλλος κατάστρεφε τη γη μας έδειξε ο Ρήσος τι φίλος της Τροίας είναι. Ήρθε για το μοίρασμα χωρίς να πολεμήσει χωρίς να πάρει μέρος στο κυνήγι.
ΧΟΡΟΣ
Με το δίκιο σου παραπονιέσαι. Όμως δέξου τους γιατί είναι για το καλό μας.
ΕΚΤΟΡΑΣ
Αρκετοί είμαστε εμείς που σώζουμε μέχρι τώρα το Ίλιον.
ΧΟΡΟΣ
Έχεις πειστεί ότι έχουμε κερδίσει;
ΕΚΤΟΡΑΣ
Το πιστεύω. Η μέρα που ανατέλλει θα το αποδείξει.
ΧΟΡΟΣ
Βασιλιά, πρόσεχε. Γιατί ο θεός μπορεί πολλά να αλλάξει.
ΕΚΤΟΡΑΣ
Μισώ τους φίλους που έρχονται μετά την ανάγκη για να δώσουν βοήθεια. Μια που ήρθε όμως ο Ρήσος, ας κάτσει στο τραπέζι σαν φιλοξενούμενος. Όχι σαν φίλος. Γιατί τη χάρη που του χρωστούσαμε εμείς οι γιοι του Πρίαμου την ξεχρεώσαμε.
ΧΟΡΟΣ
Βασιλιά, όταν διώχνεις κάποιον φίλο, τον κάνεις εχθρό.
ΑΓΓΕΛΙΑΦΟΡΟΣ
Βασιλιά, και μόνο αν τον δουν οι εχθροί, θα τρομάξουν.
ΕΚΤΟΡΑΣ
Καλά τότε. Σωστά μιλάς κι εσύ κι εσύ σωστά με συμβουλεύεις. Ο Ρήσος - ο χρυσαρματωμένος όπως λες - ας έρθει σαν σύμμαχος μας να βοηθήσει.
(Φεύγει ο αγγελιοφόρος)
ΧΟΡΟΣ
Η Αδράστεια, η κόρη του Δία ας διώξει το φθόνο από τα λόγια μου και όσα έχω μέσα στην ψυχή μου θα σας πω.
Ήρθες γιε του ποταμού, έφτασες στην αγαπημένη Τροία. Σε στέλνει η πολυπόθητη μητέρα σου που κατάγεται από την Πιερία, η Μούσα, και ο καλογέφυρος ποταμός, ο Στρυμώνας, που κάποτε, αγκαλιάζοντας το κορμί της μελωδικής Μούσας με τα νερά του φύτεψε εσένα. Σαν φωτοδότης Δίας έχεις έρθει εδώ για χάρη μου με τα γρήγορα άλογά σου. Τώρα πατρίδα μου, Φρυγία,
με το θεό βοηθό σου ύμνησε τον Ελευθέριο Δία.
Άραγε πότε πάλι η πανάρχαιη Τροία θα γιορτάσει τον έρωτα και του κρασιού το ξεφάντωμα, με τραγούδια σε γιορτή πολυήμερη; Πότε θ' αφήσουν οι Ατρείδες την Τροία, για να φύγουν πίσω στη Σπάρτη; Ω εσύ φίλε μου, μακάρι για χάρη μου το χέρι σου και το δόρυ σου να πετύχουν πριν φύγεις πάλι.
Έλα, φανερώσου, με την χρυσή ασπίδα σου, μπροστά στα μάτια του γιου του Πηλέα. Μπροστά στο άρμα του, με το κοντάρι σου, κάνε να αφηνιάσουν τα άλογά του. Γιατί όποιος μαζί σου τα βάζει ποτέ δεν θα μπορέσει να χορέψει στο ιερό της Αργείτισσας Ήρας. Θα σκοτωθεί στη γη εδώ και θα πάει σφαγμένος από Θρακιώτη.
(Μπαίνει ο Ρήσος, με τη συνοδεία του)
Ω! Ω! Μεγάλε βασιλιά! Ω! Θράκη που έθρεψες αυτόν τον αρχηγό δυνατό σαν λιοντάρι! Κοιτάξτε του κορμιού του τη χρυσόδετη δύναμη. Ακούστε πως ηχούν τα κουδούνια της ασπίδας του. Ω Τροία! Σαν θεός είναι αυτός ο πολεμιστής ο γιος του Στρυμόνα και της Μούσας. Για χάρη σου ήρθε να βοηθήσει.
ΡΗΣΟΣ
Χαίρε Έκτορα, άξιου πατέρα αντάξιε γιέ. Άρχοντα της Τροίας. Μετά από τόσο καιρό σε χαιρετώ πάλι. Χαίρομαι που νικάς. Που έστησες το στρατόπεδό σου δίπλα στο δικό τους. Ήρθα να τους γκρεμίσω τα τείχη μαζί σου. Να τους τα κάψω τα καράβια τους.
ΕΚΤΟΡΑΣ
Γιε της Μούσας και του Στρυμόνα της Θράκης οι διπρόσωποι άνδρες δεν μου αρέσουν. Πάντα αγαπάω την αλήθεια. Από πιο πριν έπρεπε να έρθεις να βοηθήσεις στα βάσανα της Τροίας. Να μην την αφήσεις - όσο μπορούσες - να μείνει γονατισμένη από το αργείτικο δόρυ. Και μη λες ότι δεν στο ζητήσαμε γι' αυτό δεν ήρθες, δεν βοήθησες και δεν μας σκέφτηκες. Γιατί και κήρυκες σου έστειλα και πρέσβεις και χίλια δώρα! Μας πρόδωσες όμως! Συγγενής μας και γείτονας είσαι και μας άφησες στους ξένους! Ένας μικρός άρχοντας ήσουν και σε έκανα μεγάλο βασιλιά της Θράκης με τα ίδια μου τα χέρια. Τότε στο Παγγαίο, στη γη των Παιόνων και των Θρακών που όρμησα και διέλυσα τη φάλαγγα των εχθρών σου και τη γη τους τη σκλάβωσα και στην έδωσα δώρο μαζί με το λαό της. Όμως κλώτσησες τη χάρη που σου έκανα και φτάνεις σαν βοήθεια στις δυσκολίες των φίλων όταν έχουν περάσει. Υπήρξαν άλλοι όμως που ήρθαν στο πλευρό μας από την αρχή και χωρίς να έχουμε μάλιστα συγγένεια, και πολλοί απ' αυτούς σκοτώθηκαν και τάφηκαν εδώ δείχνοντας έτσι την αγάπη τους ενώ άλλοι με τα άρματα συνεχώς δίπλα μας αντέχουν στα μεγάλα κρύα και στην ζέστη του θεού, δεν μένουν στα κρεβάτια τους όπως εσύ και δεν κάνουν γιορτές. Στα λέω αυτά για να τα ξέρεις γιατί είμαι ελεύθερος και μιλώ κατά πρόσωπο.
ΡΗΣΟΣ
Κι εγώ το ίδιο Έκτορα. Ίσια τα λόγια μου. Χωρίς διγνωμία. Σ' εμένα στοίχισε περισσότερο που έλειψα. Πάνω όμως που ετοίμαζα το στρατό μου για να έρθω Σκύθες γείτονες μου άνοιξαν πόλεμο. Και μέχρι τον Εύξεινο τον πήγα το στρατό μου. Εκεί να δεις αίματα στο χώμα και αφρούς και πτώματα σωρούς Θράκες και Σκύθες! Αυτά με εμπόδιζαν να έρθω να βοηθήσω εδώ. Αλλά μόλις τους νίκησα και έπιασα ομήρους τα παιδιά τους και όρισα τους φόρους που θα δίνουν, αμέσως με τα καράβια πέρασα τα στενά και ήρθα από την ξηρά τον υπόλοιπο δρόμο. Άσε λοιπόν τα ξεφαντώματα που λες και τα ζεστά κρεβάτια. Μέσα στους παγωμένους βοριάδες, ανάμεσα σε μαστίγια που δέρνουν την ξηρά και τη θάλασσα και φορώντας μόνο τα ρούχα μου ήμουν! Εγώ ξέρω πως άντεξα. Άργησα λοιπόν να έρθω αλλά ήρθα έγκαιρα. Δέκα χρόνια πολεμάς και δεν τελειώνεις και μέρα με τη μέρα σε φθείρει ο πόλεμος, σα να τον παίζεις στα ζάρια. Εμένα και μόνο μια μέρα θα αρκέσει να σπάσω τις γραμμές τους και στα καράβια τους πάνω να πέσω να τους καταστρέψω εντελώς. Μέσα σε μια μέρα θα δώσω τέλος στα βάσανα και την επομένη θα φύγω. Από εσάς κανείς να μη μου δώσει βοήθεια. Μόνος μου θέλω να νικήσω τους Αχαιούς που καυχιόνται. Κι άς έφτασα τελευταίος.
ΧΟΡΟΣ
Φίλος είσαι, σα φίλος μιλάς. Ο Δίας σε έστειλε. Και μακάρι ο ύψιστος να θέλει να διώχνει τον φθόνο από τα λόγια σου. Από σένα καλύτερο άλλον πολέμαρχο ποτέ τα καράβια των Αργείων δεν έφεραν. Ούτε πριν ούτε τώρα. Πως θα μπορέσει ο Αχιλλέας ή ο Αίαντας να αντικρίσουν το δόρυ σου; Αχ να έβλεπα σήμερα το παντοδύναμο χέρι σου να έπαιρνε λύτρα με τη λόγχη σου!
ΡΗΣΟΣ
Θα το κάνω. Να πληρώσω που έλειψα. Θα είναι η Αδράστεια βοηθός μου. Και όταν σώσω την πόλη, Έκτορα, και διαλέξεις κι εσύ για τους θεούς σας τα λάφυρα τότε μαζί θα πάμε στη γη των Αργείων για ρήμαγμα. Να μάθουν τα βάσανα που φέρνει ο πόλεμος στον τόπο του.
ΕΚΤΟΡΑΣ
Εάν τους νικήσουμε, και ζει η Τροία - όπως πριν - με ασφάλεια θα χρωστώ στους θεους μεγάλη ευγνωμοσύνη. Αυτό όμως για τους Αργείους και το ρήμαγμα της χώρας δεν είναι εύκολο, όπως το λες, με το κοντάρι.
ΡΗΣΟΣ
Δεν λένε ότι ήρθαν εδώ τα πιο δυνατά τους παλικάρια;
ΕΚΤΟΡΑΣ
Μεγάλοι πολέμαρχοι όλοι. Και μας δυσκόλεψαν πολύ.
ΡΗΣΟΣ
Αν τους σκοτώσουμε αυτούς, θα είναι τα πάντα στα χέρια μας.
ΕΚΤΟΡΑΣ
Ας αφήσουμε τα αν. Τα παρόντα κοίτα.
ΡΗΣΟΣ
Α, μάλιστα. Σου αρκεί να τους πιάσουμε. Δεν θέλεις να τους καταστρέψουμε;
ΕΚΤΟΡΑΣ
Κυβερνώ μεγάλη χώρα και χωρίς τη δική τους. Αν θέλεις, τώρα, παράταξε το στρατό σου, δεξιά ή αριστερά, όπου θέλεις. Είτε στη μέση, στους συμμάχους ανάμεσα.
ΡΗΣΟΣ
Μόνος μου θέλω, Έκτορα, να τους πολεμήσω. Αν όμως ντρέπεσαι να μην πάρεις εσύ μέρος στην πυρπόληση των καραβιών εσύ, που τόσο πολύ παιδεύτηκες όλα αυτά τα χρόνια τότε άσε με να πολεμήσω τον Αχιλλέα.
ΕΚΤΟΡΑΣ
Δεν μπορείς να ρίξεις το κοντάρι σου πάνω του.
ΡΗΣΟΣ
Μα λένε πως ήρθε κι αυτός στην Τροία. Έτσι δεν είναι;
ΕΚΤΟΡΑΣ
Ήρθε και είναι εδώ. Αλλά δεν πολεμάει. Γιατί είναι πικραμένος με τους δυο αρχηγούς των Αχαιών.
ΡΗΣΟΣ
Και μετά από αυτόν ποιος είναι ο πρώτος στο στράτευμα;
ΕΚΤΟΡΑΣ
Ο Αίαντας νομίζω, είναι ισάξιος. Και ο γιος του Τυδέα, ο Διομήδης. Κι ο Οδυσσέας ο οποίος είναι πανούργος και πολλά καταφέρνει. Είναι κι αυτός γενναιόκαρδος. Μια νύχτα πολύ μας ταπείνωσε. Γιατί μπήκε κρυφά στο ναό της Αθηνάς, της έκλεψε το άγαλμα και το έφερε στα καράβια τους. Και άλλη μια, πρόσφατα ντυμένος ζητιάνος, μέσα σε κουρέλια, μπήκε κατάσκοπος και με κατάρες εναντίον των Αργείων μας γέλασε και μετά σκότωσε τους φρουρούς στις πύλες. Μετά ξεγλίστρησε έξω. και όλο γυρνάει γύρω από την πόλη και στήνει ενέδρες στο Θυμβραίο βωμό. Με μεγάλο κακό παλεύουμε.
ΡΗΣΟΣ
Ο άντρας ο σωστός δεν καταδέχεται να σκοτώσει εχθρό του με δόλο. Κτυπά κατά πρόσωπο. Κι αυτόν που εσύ λες ότι στήνει παγίδες και είναι πολυμήχανος θα σ' τον πιάσω ζωντανό και μπροστά στις πύλες θα τον σουβλίσω εγώ. Θα τον αφήσω εκεί, τροφή να γίνει στα όρνεα. Έτσι αξίζει σε ληστή και ιερόσυλο.
ΕΚΤΟΡΑΣ
Πηγαίνετε τώρα στις σκηνές σας. Είναι νύχτα. Θα σου δείξω τον τόπο που εκεί μπορεί ο στρατός να περάσει τη νύχτα ξέχωρα απ' τους άλλους. Και το σύνθημα "Φοίβος" θα δώσω αν χρειαστεί. Να το θυμάσαι και να το πεις στο στρατό σου.
(Απευθύνεται στο Χορό)
Εσείς τώρα, πιάστε τη θέση σας μπροστά στο στρατό και να είσαστε ξάγρυπνοι να δεχθείτε το Δόλωνα που πήγε κατάσκοπος. Αν ζει και δεν έπαθε κάτι θα φανεί να έρχεται σύντομα.
(Έκτορας και Ρήσος φεύγουν)
ΧΟΡΟΣ
Ποιοι έχουν βάρδια; Ποιοι θα κρατήσουν σκοπιά στη θέση μας; Δύουν τ' αστέρια και η εφτάστερη Πούλια. Και στο στερέωμα πετάει ο αετός. Σηκωθείτε. Μην αργείτε. Τώρα πηγαίνετε για τη βάρδια. Δεν βλέπετε το φως του φεγγαριού που ξεθωριάζει; Κοντεύει η αυγή. Ξημερώνει. Να ο Αυγερινός που το δείχνει.
Ποιοι κληρώθηκαν για πρώτη βάρδια; Οι Παίονες. Με τον Κόροιβο. Μετά; Οι Παίονες ξύπνησαν τους Κίλικες. Εμάς οι Μυσοί. Ώρα λοιπόν να ξυπνήσουμε τους Λύκιους να φυλάξουν τη βάρδια τους. Ακούτε; Στις όχθες του Σιμόη γλυκοκέλαδη αηδόνα πικροτραγουδάει τη θλίψη της.
Βγάζουν πια στην Ίδη τα κοπάδια για βοσκή. Ακούγονται φλογέρες. Αχ τα κλείνει γλυκά τα μάτια ο ύπνος. Μας τυλίγει γλυκά την ώρα της αυγής.
Μα γιατί δεν έρχεται αυτός που έστειλε ο Εκτορας να κατασκοπεύσει τα πλοία;
Φοβάμαι. Πέρασε αρκετή ώρα. Λες να έπεσε σε ενέδρα και να τον σκότωσαν
;Μπορεί και να έπεσε. Φοβάμαι. Να πάμε να ξυπνήσουμε τους Λύκιους που κληρώθηκαν στην πέμπτη βάρδια.
(Φεύγει ο Χορός. Μετά με προφύλαξη μπαίνουν ο Οδυσσέας και ο Διομήδης. Σέρνονται προς τις σκηνές)
ΟΔΥΣΣΕΑΣ
Διομήδη άκουσες; Φάντασμα ήχου είναι ή θόρυβος όπλων;
ΔΙΟΜΗΔΗΣ
Όχι. Τα άρματα είναι. Οι σιδερένιοι αρμοί τους. Κι εγώ φοβήθηκα πριν καταλάβω.
ΟΔΥΣΣΕΑΣ
Πρόσεχε μην πέσουμε σε ενέδρα, μέσα στο σκοτάδι.
ΔΙΟΜΗΔΗΣ
Θα προσέχω.
ΟΔΥΣΣΕΑΣ
Αν ξυπνήσουν οι εχθροί, ξέρεις το σύνθημα.
ΔΙΟΜΗΔΗΣ
Ξέρω. "Φοίβος". Άκουσα που το έλεγε ο Δόλωνας.
(Φτάνουν στις σκηνές)
ΟΔΥΣΣΕΑΣ
Α! Βλέπω ότι είναι άδειες οι σκηνές των εχθρών.
ΔΙΟΜΗΔΗΣ
Όμως ο Δόλωνας είπε ότι εδώ κοιμάται ο Έκτορας, γι' αυτό και έχω ετοιμάσει το ξίφος μου.
ΟΔΥΣΣΕΑΣ
Που να έχει πάει; Πήρε το στρατό του και πήγε αλλού;
ΔΙΟΜΗΔΗΣ
Ίσως για να μας ετοιμάσει κάποια ενέδρα.
ΟΔΥΣΣΕΑΣ
Θάρρος, γιατί ο Έκτορας, τώρα που νικάει, έγινε θρασύς.
ΔΙΟΜΗΔΗΣ
Τι να κάνουμε, Οδυσσέα; Δεν είναι στη σκηνή, κάναμε λάθος.
ΟΔΥΣΣΕΑΣ
Πάμε γρήγορα πίσω στα καράβια. Γιατί ο θεός σώζει κιόλας αυτόν που βοηθάει. Δεν πρέπει εμείς να πάμε ενάντια.
ΔΙΟΜΗΔΗΣ
Να μην πάμε να σκοτώσουμε τον Αινεία ή τον πολυμίσητο Πάρη;
ΟΔΥΣΣΕΑΣ
Πως θα μπορέσουμε να τους ψάξουμε και να τους βρούμε μέσα στη νύχτα και ανάμεσα στο στρατό; Είναι επικίνδυνο.
ΔΙΟΜΗΔΗΣ
Είναι ντροπή να γυρίσουμε πίσω στα πλοία των Αργείων χωρίς να έχουμε κάνει κανένα καινούργιο κακό στους εχθρούς.
ΟΔΥΣΣΕΑΣ
Πως δεν κάναμε; Δεν σκοτώσαμε στο λιμάνι τον κατάσκοπο, το Δόλωνα, και πήραμε αυτό το λάφυρο; Θέλεις όλο το στρατόπεδο ;
ΔΙΟΜΗΔΗΣ
Έχεις δίκιο. Τώρα ας γυρίσουμε. Ας επιστρέψουμε σώοι.
(Ξαφνικά εμφανίζεται η θεά Αθηνά)
ΑΘΗΝΑ
Γιατί εγκαταλείπετε το Τρωικό στρατόπεδο και φεύγετε στενοχωρημένοι, επειδή δεν σας έδωσε ο θεός τον Έκτορα ή τον Πάρη να τους σκοτώσετε; Τώρα έφτασε στην Τροία ο σύμμαχός της, ο Ρήσος, με όλη του τη μεγαλοπρέπεια. Κι αυτόν τίποτα δεν θα τον σταματήσει αν ξημερώσει η μέρα. Ούτε ο Αχιλλέας, ούτε ο Αίαντας. Θα καταλάβει τα αγκυροβόλιά σας, θα γκρεμίσει τα τείχη σας και θα ανοίξει δρόμο να ορμήσει εναντίον σας. Αν τον σκοτώσετε, θα έχετε καταφέρει τα πάντα. Άφησε τον Έκτορα και τη σφαγή του. Γιατί αυτός θα σκοτωθεί από άλλο χέρι.
ΟΔΥΣΣΕΑΣ
Ω δέσποινα Αθηνά! Γνώρισα τη φωνή σου, την ξέρω. Πάντα στις δυσκολίες έρχεσαι για να με βοηθήσεις. Πές μου, που έβαλε το στρατό του αυτός ο άνδρας, ο Ρήσος, για να περάσει τη νύχτα;
ΑΘΗΝΑ
Εδώ κοντά είναι με το στράτευμά του. Ο Έκτορας τον έβαλε έξω από τις γραμμές του μέχρι να ξημερώσει. Και τα άλογά του, όλα κάτασπρα, τα έχει δεμένα στο άρμα του. Αστράφτουν μέσα στη νύχτα όπως τα φτερά του κύκνου στο ποτάμι. Λοιπόν, σκοτώστε το Ρήσο και πάρτε το άρμα του, το καλύτερο λάφυρο. Όμοιό του δεν υπάρχει σ' όλη τη γη.
ΟΔΥΣΣΕΑΣ
Διομήδη, ή σκότωσε εσύ το λιοντάρι της Θράκης, ή άστο σε μένα, και φρόντισε για τα άλογα.
ΔΙΟΜΗΔΗΣ
Εγώ θα τον σκοτώσω. Πάρε τα άλογα εσύ. Γιατί είσαι επιδέξιος και άφθαστος στα κόλπα. Ο καθένας πρέπει να κάνει αυτό που μπορεί καλύτερα.
ΑΘΗΝΑ
Βλέπω να έρχεται ο Πάρης προς τα εδώ. Κάποιος φύλακας θα τον ειδοποίησε ότι σαν να είδε πως ήρθαν εχθροί μέσα στο στρατόπεδο.
ΔΙΟΜΗΔΗΣ
Είναι μόνος του ή έρχεται με άλλους;
ΑΘΗΝΑ
Μόνος του. Μάλλον πάει προς τη σκηνή του Έκτορα για να του πει ότι μπήκαν στο στρατόπεδο κατάσκοποι.
ΔΙΟΜΗΔΗΣ
Δεν πρέπει να τον σκοτώσουμε;
ΑΘΗΝΑ
Δεν μπορείς να κάνεις κάτι περισσότερο από τη μοίρα και δεν είναι γραμμένο να πεθάνει από σένα. Βιάσου να σκοτώσεις αυτόν που ορίστηκες. Εγώ θα σταθώ μπροστά στην Αφροδίτη να την εμποδίσω. Γιατί είναι σύμμαχός τους η Κύπρια. Θα τον παραπλανήσω με ψέματα. Έφτασε η ώρα του και δεν το κατάλαβε. Αυτά που είπα δεν τα άκουσε.
(Φεύγει ο Οδυσσέας με το Διομήδη. Μπαίνει ο Πάρης και πάει προς τη σκηνή του Έκτορα)
ΠΑΡΗΣ
Σε σένα μιλάω στρατηγέ και αδελφέ μου, Έκτορα, κοιμάσαι; Σήκω γρήγορα. Ανάμεσα στο στράτευμα σέρνεται κάποιος εχθρός. Ή είναι κλέφτες ή κατάσκοποι.
ΑΘΗΝΑ
Μη φοβάσαι! Η Αφροδίτη σε προστατεύει. Ο κίνδυνος που σκέφτεσαι, είναι και δική μου έγνοια γιατί δεν ξεχνώ την τιμή που μου έκανες. Από σένα καλό είδα και θέλω το καλό σου. Θέλω να είσαι νικητής. Και τώρα για να νικήσετε ήρθα και έφερα μεγάλο, ανίκητο φίλο και σύμμαχο το γιο της Μούσας, το παλικάρι της Θράκης. Που πατέρας του λέγεται ότι είναι ο Στρυμόνας.
ΠΑΡΗΣ
Πάντα φροντίζεις και για μένα και για την πόλη. Από τότε που σε έκρινα ομορφότερη έγινες ο θησαυρός της ζωής και της χώρας μας. Άκουσα ότι μπήκαν κατάσκοποι των Αργείων κρυφά στο στρατόπεδό μας. Το είπαν οι φύλακες, αλλά δεν είναι σίγουρο. Κάποιος το λέει χωρίς να το δει, και άλλος τα λέει μπερδεμένα. Γι' αυτό ήρθα. Να συζητήσω με τον Έκτορα.
ΑΘΗΝΑ
Μη φοβάσαι, όλα πάνε καλά. Ο Έκτορας δεν είναι εδώ. Πήγε να δείξει κάποιο μέρος για να κοιμηθεί ο Ρήσος και το στράτευμά του μέχρι να περάσει η νύχτα.
ΠΑΡΗΣ
Εσύ γνωρίζεις και σε εμπιστεύομαι. Φεύγω τώρα, γυρίζω χωρίς έγνοια στις γραμμές μου.
ΑΘΗΝΑ
Πήγαινε. Η έγνοια σου είναι και δική μου. Και εγώ θέλω να βλέπω ευτυχισμένους τους φίλους μου.
(Ο Πάρης φεύγει. Μπαίνει ο Οδυσσέας και ο Διομήδης, που έχουν πια σκοτώσει το Ρήσο)
Τώρα βάλτε τα σπαθιά στη θήκη τους, αντρειωμένοι μου. Είναι νεκρός πια ο Ρήσος και πήρατε το άρμα του. Οι εχθροί έρχονται τώρα σαν κεραυνοί εναντίον σας. Φύγετε γρήγορα. Πάτε στα καράβια σας.
(Εξαφανίζεται η Αθηνά. Μπαίνει σαν κυνηγημένος στη σκηνή ο Οδυσσέας. Πίσω του ο Χορός ψάχνει και τον κυνηγάει)
ΧΟΡΟΣ
Χτύπα τον! Πάνω του! Σκότωσέ τον! Αυτός! Ποιος είναι; Ψάξτε! Κλέφτες ταράζουν το στρατό μέσα στη νύχτα. Εδώ! Ελάτε εδώ όλοι! Τώρα τους έχω! Τους κρατώ. Τι κατασκοπεύεις; Από πού είσαι; Ποιος είσαι;
ΟΔΥΣΣΕΑΣ
Δεν πρέπει να μάθεις. Και αν κάνεις κάτι εναντίον μου θα πεθάνεις.
ΧΟΡΟΣ
Πες μου το σύνθημα, πριν σε σκοτώσω.
ΟΔΥΣΣΕΑΣ
Το ξέρω. Ησύχασε.
ΧΟΡΟΣ
Όλοι σας ελάτε εδώ. Χτυπάτε τον.
ΟΔΥΣΣΕΑΣ
Εσύ σκότωσες τον Ρήσο;
ΧΟΡΟΣ
Εσένα θα σκοτώσω.
ΟΔΥΣΣΕΑΣ
Όλοι σταθείτε ακίνητοι.
ΧΟΡΟΣ
Και βέβαια όχι.
ΟΔΥΣΣΕΑΣ
Θα σκοτώσεις σύμμαχο.
ΧΟΡΟΣ
Πες μας το σύνθημα.
ΟΔΥΣΣΕΑΣ
"
Φοίβος".
ΧΟΡΟΣ
Εντάξει. Κρατείστε τα δόρατα.
Γνωρίζεις που πήγαν οι φονιάδες;
ΟΔΥΣΣΕΑΣ
Προς τα κει τους είδα να πηγαίνουν. Πίσω τους όλοι να τους πιάσουμε.
ΧΟΡΟΣ
Να φωνάξουμε και άλλους να μας βοηθήσουν.
ΟΔΥΣΣΕΑΣ
Όχι. Ας μην αναστατώσουμε τους συμμάχους μέσα στη νύχτα.
(Φεύγουν ο Οδυσσέας και ο Διομήδης)
ΧΟΡΟΣ
Ποιος να ήταν αυτός που ήρθε; Ποιος θα καμαρώνει που ξέφυγε απ' τα χέρια μας; Που να τον βρω να τον πιάσω; Σε ποιον να πω ότι ήταν τόσο ατρόμητος
που γλίστρησε μέσα στη νύχτα κρυφά από τους φρουρούς; Θεσσαλός; Ή κάποιος από την Λοκρίδα; Μήπως κάποιος νησιώτης; Ποιος να ήταν; Από πού; Τίνος πατέρα; Ποιον θεό να πιστεύει; Να είναι έργο του Οδυσσέα, ή κάποιου άλλου; Αν κρίνουμε από ό,τι προηγούμενα έχει γίνει σίγουρα δική του δουλειά είναι. Τι λες;
Έτσι νομίζεις;
Γιατί όχι;
Μας νίκησε ένας τολμηρότατος.
Ποιος; Για ποιον μιλάς;
Για τον Οδυσσέα.
Μην παινεύεις το δόρυ του κλέφτη.
Μπήκε και άλλοτε μέσα στην πόλη με κλαμένα μάτια και ρούχα ζητιάνου ντυμένος με κρυμμένο το ξίφος του. Ζητιάνευε και σέρνονταν σαν να ήταν αλήτης ή δούλος και το πρόσωπό του ήταν άπλυτο και γεμάτο βρωμιές. Συνέχεια έβριζε τους Ατρείδες σαν να ήταν εχθροί του.
Μακάρι να χανόταν, να πέθαινε πριν πατήσει τη γη της Τροίας.
Είτε είναι ο Οδυσσέας είτε άλλος με μας θα τα βάλει τώρα ο Έκτορας.
Γιατί; Τι θα πει;
Θα λυπηθεί πολύ και θα οργιστεί.
Τι θα κάνει; Τι φοβάσαι;
Πέρασαν από ανάμεσά μας!
Ποιος ;
Αυτοί που μπήκαν στο στρατόπεδό μας τη νύχτα.
(Μπαίνει ο ηνίοχος του Ρήσου πληγωμένος)
ΗΝΙΟΧΟΣ
Αλίμονο! Βαριά μοίρα μας έδωσαν οι θεοί!
ΧΟΡΟΣ
Σωπάστε όλοι! Γιατί κάποιος έρχεται.
ΗΝΙΟΧΟΣ
Ωχ συμφορά! Συμφορά για τους Θράκες αβάσταχτη!
ΧΟΡΟΣ
Κάποιος σύμμαχος είναι και κλαίει.
ΗΝΙΟΧΟΣ
Ω, εγώ ο δύστυχος! Κι εσύ βασιλιά μας, βασιλιά της Θράκης. Πόσο μεγάλο Τρωικό μίσος γνώρισες, πόσο φριχτό τέλος είχες!
ΧΟΡΟΣ
Είσαι σύμμαχος; Ποιος; Μέσα στο σκοτάδι δεν μπορώ να σε γνωρίσω.
ΗΝΙΟΧΟΣ
Που θα βρω κάποιον άρχοντα των Τρώων; Που είναι ο Έκτορας; Που κοιμάται φορώντας τα όπλα του; Σε ποιον από το στρατό σας να πω τι πάθαμε; Τι μας έκανε αυτός που πέρασε απαρατήρητος και ξέφυγε; Και βύθισε σε πένθος όλους τους Θράκες!
ΧΟΡΟΣ
Κάποιο κακό βρήκε τους Θράκες φαίνεται, γι' αυτό τον ακούμε να τα λέει αυτά.
ΗΝΙΟΧΟΣ
Χάθηκε ο στρατός μας, σκοτώθηκε ο βασιλιάς μας με δόλο. Αυτός ο τρομερός πόνος από την πληγή μου πως με βασανίζει! Πως θα χανόμουν! Ήρθαμε να βοηθήσουμε την Τροία, και έπρεπε τόσο άδικα ο Ρήσος κι εγώ να σκοτωθούμε;
ΧΟΡΟΣ
Δεν μιλάει με αινίγματα, καθαρά τα λέει! Σίγουρα έπαθαν συμφορά οι σύμμαχοι.
ΗΝΙΟΧΟΣ
Κακό τέλος είχε! Ντροπιασμένο και άδοξο. Δυο φορές κακό. Γιατί αν πρέπει κάποιος να πεθάνει ας πεθάνει ένδοξα. Λυπάμαι γι' αυτόν πάρα πολύ! Ο ένδοξος θάνατος αφήνει καλό όνομα στον οίκο του ανθρώπου. Εμείς όμως άδοξα καταστραφήκαμε.
Όταν μας έδειξε ο Έκτορας το μέρος να πλαγιάσουμε και μας είπε το σύνθημα πέσαμε εμείς να κοιμηθούμε κατάκοποι από την κούραση δεν βάλαμε ούτε σκοπούς να φυλάνε ούτε με τάξη ξαπλώσαμε και ξεζέψαμε τα άλογα αφού ο βασιλιάς μας έμαθε ότι νικούσατε και δίπλα στα καράβια τους στήσατε στρατόπεδο. Έτσι πέσαμε για ύπνο, αμέριμνοι. Αλλά εμένα με έτρωγε η έγνοια,
ξύπνησα κι έβαλα χόρτο στα άλογα να έχουν αρκετό, αφού το πρωί θα τα πήγαινα σε μάχη και έπρεπε να είναι δυνατά. Τότε είδα δυο άντρες μέσα στο σκοτάδι Πήγα να τους πλησιάσω και αυτοί μαζεύτηκαν. Τους είπα να φύγουν γιατί τους πέρασα για κλέφτες. Αυτοί τίποτα. Δεν είπαν λέξη, κι εγώ το ίδιο. Μετά γύρισα και ξάπλωσα. Μέσα στον ύπνο μου είδα όραμα. Τα άλογα που ο εγώ ίδιος ανάθρεψα και τα οδηγούσα δίπλα στον Ρήσο, στο άρμα τους συνεχώς όρθιος, σαν όνειρο είδα ότι πάνω στη ράχη τους όρμησαν λύκοι. Και αυτά χτυπούσαν με την ουρά τους και προσπαθούσαν να φύγουν αλλά επειδή ήταν δεμένα δεν μπορούσαν και χλιμίντριζαν τρομαγμένα σηκώνοντας τις χαίτες τους.
Τότε σηκώθηκα για να διώξω τα θηρία. Με ξύπνησε ο φόβος. Αλλά μόλις ανάγειρα άκουσα ρόγχο. Σαν από ετοιμοθάνατο. Και με πλημμύρισε ζεστό αίμα σαν ποτάμι. Ήταν του βασιλιά μας, του Ρήσου, απ' τις πληγές του. Πέθαινε…
Τότε πετάχτηκα όρθιος χωρίς όπλα και έψαχνα να βρω κάτι, κάποια λόγχη αλλά ήρθε κάποιος δίπλα μου και με χτύπησε δυνατά με το ξίφος στα πλευρά μου έδωσε μαχαιριά, κι έπεσα κάτω. Τότε αυτοί πήραν τα άλογα τα έζεψαν στο άρμα κι έφυγαν, εξαφανίστηκαν!
Αχ, αυτός ο πόνος με διπλώνει στα δυο. Τη συμφορά μας την είδα, την ξέρω αλλά δεν μπορώ να πω ποιος το έκανε αν και το υποψιάζομαι. Φίλοι μας έκαναν το κακό αυτό.
ΧΟΡΟΣ
Αρματηλάτη του Θράκα βασιλιά που πέθανε τόσο φριχτά! Μην σκέφτεσαι άσχημα, οι εχθροί το έκαναν αυτό. Όμως να! Έρχεται ο ίδιος ο Έκτορας! Πονάει μαζί σου κι αυτός, όπως φαίνεται, για τη συμφορά που σας βρήκε.
ΕΚΤΟΡΑΣ
Πως κατάφεραν κι έκαναν οι εχθροί τόσο μεγάλη συμφορά και πέρασαν απαρατήρητοι; Πως σκότωσαν και σας ξέφυγαν και δεν τους κυνηγήσατε ούτε όταν έμπαιναν ούτε όταν έφευγαν; Τώρα ποιος άλλος θα πληρώσει; Εσείς θα πληρώσετε γιατί είσαστε φύλακες. Και έφυγαν απείραχτοι. Την ανεπροκοπιά σας κορόιδεψαν κι εμένα τον ίδιο. Να το ξέρετε όμως ότι ορκίστηκα. Ή θα σας μαστιγώσουν άγρια ή θα σας αποκεφαλίσουν για την πράξη σας. Αλλιώς ο Έκτορας είναι δειλός. Είναι ένα τίποτα.
ΧΟΡΟΣ
Αλίμονο, αρχηγέ μας και προστάτη της πόλης μας! Για σένα. Σε σένα ήρθα και ανήγγειλα για τις φωτιές που είδα κοντά στα καράβια. Τα μάτια μου τα είχα όλη τη νύχτα ανοιχτά ούτε τα έκλεισα στιγμή ούτε νύσταξα. Μα τις πηγές του Σιμόη στ' ορκίζομαι. Μην οργίζεσαι βασιλιά. Δεν έχω φταίξει. Για όλα όσα με κατηγορείς. Αν όμως μάθεις πως είπα ή έκανα κάτι άπρεπο θάψε με ζωντανό στη γη. Δεν θα ζητήσω να με λυπηθείς.
ΗΝΙΟΧΟΣ
Τι τους απειλείς και προφασίζεσαι, Έκτορα, προσπερνώντας τη γνώμη μου και χωρίς να τη λογαριάζεις; Αυτό είναι δικό σου έργο. Ούτε ο νεκρός, ούτε εγώ ο πληγωμένος θα δεχτούμε άλλον φταίχτη κι ούτε υπάρχουν τόσα κόλπα ώστε να με πείσεις με τα ψέματα. Σκότωσες το φίλο σου γιατί ήθελες πολύ να πάρεις τα άλογά του. Γι' αυτά τον παρακάλαγες να έρθει και γι' αυτά τον σκότωσες. Τον ξεγέλασες. Ήρθε εδώ και σκοτώθηκε.
Ο Πάρης καταπάτησε τη φιλοξενία πιο ευγενικά, ενώ εσύ σκότωσες τους συμμάχους σου. Διότι μην πεις ότι κάποιος από τους Αργείους μας κατάστρεψε.
Ποιος θα μπορούσε να περάσει όλα αυτά τα στρατεύματα των Τρώων και να μην το καταλάβετε; Μπροστά μας ήσουν εσύ και ο στρατός σου. Ποιος από τους δικούς σου πληγώθηκε; Ποιος πέθανε, αφού όπως λες ήρθαν εχθροί; Εμείς όμως, αν και απομακρυσμένοι, πληγωθήκαμε, και ο Ρήσος πέθανε. Δεν θα ξαναδεί το φως του ήλιου. Δεν το έκανε αυτό κανένας από τους Αχαιούς. Γιατί ποιος από τους εχθρούς θα έβρισκε τη σκηνή του Ρήσου, αν δεν το μαρτυρούσε στους φονιάδες κάποιος από τους θεούς; Και επίσης οι Αχαιοί δεν ήξεραν ότι ο Ρήσος είχε έρθει εδώ με το στράτευμά του. Εσύ το έκανες αυτό το έγκλημα.
ΕΚΤΟΡΑΣ
Όλα αυτά τα χρόνια που μας πολεμούν οι Αχαιοί, έχουμε συμμάχους που μας βοηθούν και κανένα παράπονο δεν άκουσα απ' αυτούς μέχρι τώρα. Εσύ πρώτος παραπονιέσαι. Μη με κατηγορείς ότι η λαχτάρα μου για τα άλογα ήταν τόσο μεγάλη ώστε να σκοτώσω φίλους. Ο Οδυσσέας τα έκανε αυτά. Γιατί ποιος άλλος Αργείος μπορεί να σκεφτεί και να κάνει τέτοια πράγματα; Και κάτι άλλο σκέφτομαι και ταράζομαι μήπως συνάντησε στο δρόμο το Δόλωνα και τον σκότωσε. Γιατί είναι πολλή ώρα που έφυγε και ακόμα δεν επέστρεψε.
ΗΝΙΟΧΟΣ
Δεν ξέρω για ποιον Οδυσσέα μιλάς. Εμάς πάντως δεν μας χτύπησε Αργείος.
ΕΚΤΟΡΑΣ
Αφού νομίζεις ότι είναι σωστό αυτό που σκέφτεσαι πίστευέ το.
ΗΝΙΟΧΟΣ
Αχ πατρίδα μου! Μακάρι να πέθαινα στο χώμα σου!
ΕΚΤΟΡΑΣ
Άσε το θάνατο. Αρκετός είναι ο αριθμός των σκοτωμένων.
ΗΝΙΟΧΟΣ
Που να πάω τώρα χωρίς τον αρχηγό μου;
ΕΚΤΟΡΑΣ
Θα σε περιποιηθούν στο παλάτι μου και θα σε κάνουν καλά.
ΗΝΙΟΧΟΣ
Και πως θα με φροντίσουν φονιάδων χέρια;
ΕΚΤΟΡΑΣ
Σταμάτα να λες συνεχώς τα ίδια λόγια.
ΗΝΙΟΧΟΣ
Να πεθάνει ο φονιάς! Δεν το λέω για σένα αφού το αρνιέσαι. Αλλά η Δίκη ξέρει το δράστη.
ΕΚΤΟΡΑΣ
Πάρτε τον. Πηγαίνετέ τον στο παλάτι και φροντίστε τον. Να μην μας κατηγορεί.
Και να πείτε στον Πρίαμο και στους άρχοντες να θάψουν τον νεκρό στο μέρος που κάνει στροφή ο κεντρικός δρόμος.
ΧΟΡΟΣ
Γιατί από την μεγάλη ευτυχία στο μεγάλο πένθος ρίχνει την Τροία ο θεός; Τι πρόκειται να γίνει;
(Οι ακόλουθοι παίρνουν τον ηνίοχο και φεύγουν.
Εμφανίζεται η Μούσα που κρατάει στα χέρια της το νεκρό σώμα του Ρήσου)
Ε! Βασιλιά!
Ποιος θεός κρατάει το σκοτωμένο Θράκα πάνω από τα κεφάλια μας; Τρομάζω που το βλέπω!
ΜΟΥΣΑ
Κοιτάξτε με Τρώες! Ήρθα! Είμαι μία από τις Μούσες που με τιμούν οι σοφοί! Η μητέρα του Ρήσου! Είδα το γιο μου να τον σκοτώνουν οι εχθροί με φοβερό τρόπο. Ο δόλιος Οδυσσέας που το σκότωσε πρέπει να τιμωρηθεί κάποια στιγμή για το έγκλημά του.
Γιε μου, με δάκρυα μέσα απ' την καρδιά μου σε κλαίω. Ω, πόνε της μητέρας σου, ποιον δρόμο πήρες για την Τροία μαύρο και άμοιρο; Δεν με άκουσες γιε μου και ξεκίνησες. Και στου πατέρα σου τη θέληση ενάντια πήρες. Ω αγαπημένε γιε μου! Αγαπημένο μου πρόσωπο, παιδί μου!
ΧΟΡΟΣ
Όσο ταιριάζει για ξένο τον κλαίω αρχόντισσα κι εγώ το γιο σου.
ΜΟΥΣΑ
Κατάρα στον γιο του Οινέα κατάρα να βρει το γιο του Λαέρτη που το γιο το δικό μου το καλύτερο παλικάρι μου το πήρε, μου το στέρησε, και στην Ελένη κατάρα που άφησε το σπίτι της για να έρθει να μπει στα κρεβάτια των Τρώων. Αυτή παιδί μου σε αφάνισε για την Τροία και ερήμωσε πολλές πολιτείες από τα καλύτερα παλικάρια τους.
Αχ γιε του Φιλάμμονα Θάμυρη πολύ με πόνεσες και ζωντανός και νεκρός. Η αλαζονεία που έδειξες να αναμετρηθείς με τις Μούσες και η διαμάχη μαζί τους φταίνε που γέννησα το δύστυχο γιο μου. Γιατί όταν φτάσαμε εμείς οι Μούσες στο χρυσοχώματο Παγγαίο να αγωνιστούμε με το Θάμυρη σε μουσικούς αγώνες και τον τυφλώσαμε τότε που τόσο πρόσβαλε την τέχνη μας, καθώς περνούσαμε το Στρυμόνα με πήρε αυτός στα νερένια κρεβάτια του - ο θεός - και με αγάπησε. Μετά, όταν σε γέννησα ντρεπόμουν τις αδερφές μου που ήμουν χωρίς άντρα και σε πήρα και σε άφησα στα στροβιλιζόμενα νερά του πατέρα σου. Και ο Στρυμόνας δεν σε έδωσε σε ανθρώπινα χέρια να μεγαλώσεις αλλά σε ανάθρεψαν οι κόρες των πηγών οι Νεράιδες. Και έγινες βασιλιάς της Θράκης, πρώτος ανάμεσα σε όλους τους άνδρες, παιδί μου.
Και όσο βρισκόσουν παλικάρι μου στην πατρίδα σου, δεν φοβόμουν το θάνατο.
Όμως επειδή τη μοίρα την ήξερα γι' αυτό σου αρνιόμουν να έρθεις στην Τροία να δώσεις βοήθεια. Πείσθηκες όμως από του Έκτορα τους πρέσβεις τους πολλούς που ήρθαν και ζητούσαν βοήθεια.
Γι' αυτή σου τη μοίρα, αιτία η Αθηνά είναι. Ούτε ο Οδυσσέας ούτε ο Διομήδης φταίει. Το ξέρω καλά. Κι όμως, θεά Αθηνά, εγώ και οι αδερφές μου σεβόμαστε τη χώρα σου την κατοικούμε με χαρά και τα κρυφά του μυστήρια ο Ορφέας ο συγγενής του νεκρού που σκότωσες, τα δίδαξε στην πόλη σου. Και το Μουσαίο - το σοφό και σεμνό πολίτη σου - ο Φοίβος και οι αδελφές μου τον διδάξαμε. Τώρα για ανταμοιβή μου κρατάω το νεκρό γιο μου και κλαίω. Από εδώ και εμπρός δεν θα διδάξω άλλον άνθρωπο.
ΧΟΡΟΣ
Άρα, άδικα σε κατηγόρησε, Έκτορα, ο ηνίοχος του Ρήσου.
ΕΚΤΟΡΑΣ
Το ήξερα. Δεν χρειαζόταν μάντης για να μου πει ότι του Οδυσσέα ήταν αυτό το έγκλημα. Όμως εγώ, που έβλεπα τους Έλληνες να πατούν τη γη μου, πως μπορούσα να μη στείλω πρεσβείες για να ζητήσω βοήθεια από τους φίλους μου για να έρθουν να με βοηθήσουν; Επειδή μου χρωστούσε χάρη γι' αυτό ήρθε εδώ να μοιραστεί τα βάσανά μου. Λυπάμαι πάρα πολύ που σκοτώθηκε και είμαι έτοιμος να κάνω την ταφή του με όλη τη μεγαλοπρέπεια, με πολλούς πέπλους και να κτίσω τύμβο πάνω στο μνήμα του γιατί σαν φίλος μου ήρθε και πέθανε με φριχτό και άδοξο τρόπο.
ΜΟΥΣΑ
Δεν θα μπεί στο μαύρο χώμα. Θα ζητήσω χάρη από την κόρη της Δήμητρας την θεά Περσεφόνη να αφήσει την ψυχή του. Μου χρωστάει χάρη. Πρέπει να δείξει τιμή στου Ορφέα τους φίλους.
Για μένα ο γιος μου είναι νεκρός πια. Ούτε το φως θα δει ούτε τη μάνα του ξανά. Θα ζει από εδώ και μπρος κρυμμένος στις σπηλιές του Παγγαίου σαν προφήτης - από πάντα - του Βάκχου. Πνεύμα αγαθό γι' αυτούς που γνωρίζουν. Πιο εύκολα θα αντέξω το πένθος από τη Θέτιδα, τη θαλάσσια θεά. Κι ο γιος της θα σκοτωθεί. Κι αυτόν θα τον μοιρολογήσουμε μετά από σένα. Η Παλλάδα που σε σκότωσε δεν θα τον σώσει. Το βέλος αυτό το φυλάει ο Απόλλωνας στη φαρέτρα του.
Αχ βάσανα των μανάδων, ανθρώπινοι πόνοι! Όποιος καλά τα υπολογίζει, θα ζήσει χωρίς παιδιά και έτσι παιδιά δεν θα θάψει.
(Η Μούσα εξαφανίζεται)
ΧΟΡΟΣ
Έκτορα, τώρα θα το φροντίσεις τον Ρήσο η μητέρα του. Είναι ώρα τώρα να δώσεις εσύ τις διαταγές σου. Γιατί ξημερώνει η μέρα.
ΕΚΤΟΡΑΣ
Πηγαίνετε. Να οπλιστούν γρήγορα οι σύμμαχοι. Να ετοιμάσουν τα άρματα. Κρατώντας πυρσούς πρέπει να περιμένουν την σάλπιγγα. Θα περάσω με το στρατό τα τείχη και θα κάψω τα καράβια των Αχαιών. Ο ήλιος που ανατέλλει θα φέρει ελεύθερη μέρα στην Τροία.
ΧΟΡΟΣ
Στις διαταγές σου βασιλιά! Να φορέσουμε τώρα τα όπλα μας και να πάμε στους συμμάχους να πούμε τις διαταγές του. Ο θεός μας ας βοηθήσει και ας μας δώσει τη νίκη γρήγορα.
ΤΕΛΟΣ