Site hosted by Angelfire.com: Build your free website today!

ΟΡΦΙΚΟΙ  ΥΜΝΟΙ

 

ΟΡΦΕΥΣ  ΠΡΟΣ  ΜΟΥΣΑΙΟΝ

 

Μάνθανε δη, Μουσαίε, θυηπολίην περισέμνην,

ευχήν, ή δη τοι προφερεστέρη εστίν απασέων.

Ζεύ βασιλεύ και Γαία και ουράνιαι φλόγες αγναί

Ηελίου, Μήνης θ’ ιερόν σέλας Άστρα τε πάντα.

και συ, Ποσείδαον γαιήοχε, κυανοχαίτα,

Φερσεφόνη θ’ αγνή Δημήτηρ τ’ αγλαόκαρπε

Άρτεμί τ’ ιοχέαιρα, κόρη, και ήιε Φοίβε,

ός Δελφών  ναίεις ιερόν πέδον. Ός τε μεγίστας

τιμάς εν μακάρεσσιν έχεις, Διόνυσε χορευτά.

Αρές τ’ ομβριμόθυμε και Ηφαίστου μένος αγνόν

αφρογενής τε θεά, μεγαλώνυμα δώρα λαχούσα.

Και συ, καταχθονίων βασιλεύ, μέγ’ υπείροχε δαίμον,

Ήβη τ’  Ειλείθυια και Ηρακλέος μένος ηύ.

Και το Δικαιοσύνης τε και Ευσεβίης μέγ’ όνειαρ

κικλήσκω Νύμφας τε κλυτάς και Πάνα μέγιστον

Ήρην τ’, αιγιόχοιο Διός θαλερήν παράκοιτιν.

Μνημοσύνην τ’ ερατήν Μούσας τ’ επικέκλομαι αγνάς

εννέα και Χάριτάς τε και Ώρας ηδ’ Ενιαυτόν

Λητώ τ’ ευπλόκαμον, Θείην σεμνήν τε Διώνην

Κουρήτάς τ’ ενόπλους Κορύβαντάς τ’ ηδέ Καβείρους

και μεγάλους Σωτήρας ομού, Διός άφθιτα τέκνα,

Ιδαίους τε θεούς ηδ’άγγελον Ουρανιώνων,

Ερμείαν κήρυκα, Θέμιν θ’, ιεροσκόπον ανδρών,

Νύκτα τε πρεσβίστην καλέω και φωσφόρον Ήμαρ,

Πίστιν τ’ ηδέ Δίκην και αμύμονα Θεσμοδότειραν,

Ρείαν τ’ ηδέ Κρόνον  και Τηθύν κυανόπεπλον

Ωκεανόν τε μέγαν, συν τ’ Ωκεανοίο θύγατρας

Άτλαντός τε και Αιώνος μέγ’ υπείροχον ισχύν

και Χρόνον αέναον και το Στυγός αγλαόν ύδωρ

μειλιχίους τε θεούς, αγαθήν τ’επί τοίσι Πρόνοιαν

Δαίμονά τ’ ηγάθεον και Δαίμονα πήμονα θνητών,

Δαίμονας ουρανίους και ηερίους και ενύδρους

και χθονίους και υπιχθονίους ηδ’ εμπυριφοίτους,

και Σεμέλην Βάκχου τε συνευαστήρας άπαντας,

Ινώ Λευκοθέην τε Παλαίμονά τ’ ολβιοδώτην

Νίκην θ’ ηδυέπειαν ιδ’ Αδρήστειαν άνασσαν

και βασιλήα μέγαν Ασκληπιόν ηπιοδώτην

Παλλάδα τ’ εγρεμάχην κούρην, Ανέμους τε πρόπαντας

και Βροντάς Κόσμου τε μέρη τετρακίονας αυδώ.

Μητέρα τ’ αθανάτων, Άττιν και Μήνα κικλήσκω

Ουρανίαν τε θεάν, συν τ άμβροτον αγνόν Άδωνιν

Αρχήν τ’ ηδέ Πέρας – το γαρ έπλετο πάσι μέγιστον –

ευμενέας ελθείν κεχαρημένον ήτορ έχοντας

τήνδε θυηπολίην ιερήν σπονδήν τ’ επι σεμνήν.

 

Ο  ΟΡΦΕΥΣ  ΣΤΟΝ  ΜΟΥΣΑΙΟ

 

Μάθε λοιπόν, Μουσαίε, την ιερουργία την πολυσέβαστη,

την προσευχή, που είναι πραγματικά η υπέρτατη όλων

ω βασιλέα Ζεύ και ω Γαία κι ουράνιες άγιες φλόγες

του Ηλίου, και λάμψη της Σελήνης ιερή κι όλα εσείς τ’ άστρα.

Και συ, γαιοκράτη Ποσειδώνα, μαυρομάλλη,

και Περσεφόνη αγνή και Δήμητρα ωραιόκαρπη

και Άρτεμη τοξεύτρια κόρη, κι ω εύστοχε Φοίβε,

που κατοικείς την ιερή πεδιάδα των Δελφών. Και που τις μέγιστες

τιμές ανάμεσα στους μακαρίους έχεις, ω χορευτή Διόνυσε.

Και γενναιόψυχε Άρη και Ήφαιστε αγνέ

και αφρογέννητη θεά, που ονομαστά σου έλαχαν δώρα.

Και συ, των υποχθόνιων βασιλέα, μεγάλη υπέροχη θεότητα,

κι ω Ήβη και Ειλείθυια και γενναίε Ηρακλή.

Και της Δικαιοσύνης κι Ευσεβείας μέγα ευεργέτημα

επικαλούμαι και τις Νύμφες τις περίφημες και τον μέγιστο Πάνα

και του ασπιδοφόρου Διός τη θαλερή ομόκλινη Ήρα.

Και την εράσμια Μνημοσύνη επικαλούμαι και τις αγνές εννέα

Μούσες και Χάριτες και Ώρες και τον Ενιαυτόν

και τη Λητώ την ωραιοπλόκαμη, τη σεμνή Θεία και τη Διώνη

και τους Κουρήτες τους ενόπλους και τους Κορύβαντες και τους Καβείρους

και μαζί τους μεγάλους Σωτήρες, τ’ αθάνατα τέκνα του Διός,

και τους μεγάλους Ιδαίους θεούς και των Επουρανίων  τον άγγελο,

τον κήρυκα Ερμή, και των ανθρώπων  την ιερομάντισσα Θέμιδα,

και προσκαλω τη Νύκτα την πανσέβαστη και τη φωσφόρο Ημέρα,

και την Πίστη και Δίκη και την αμώμητη Θεσμοδότρια,

τη Ρέα και τον Κρόνο και την Τηθύν την μελανόπεπλο

και τον μεγάλο Ωκεανό και του Ωκεανού μαζί τις θυγατέρες

και του Άτλαντος και του Αιώνος την πιο υπέροχη ισχύ

και τον αέναο Χρόνο και το ύδωρ της Στυγός το διαυγές,

και τους μειλίχιους θεούς, και πλάι σ’ αυτούς την αγαθή την Πρόνοια

και το πανάγιο Πνεύμα και το κακό το Πνεύμα των θνητών,

και τις ουράνιες θεότητες, εναέριες και υδρόβιες

και γήινες και υποχθόνιες και πυροβάτισσες

και τη Σεμέλη κι όλους του Βάκχου τους συμβακχιστές,

τη Λευκοθέα Ινώ και τον Παλαίμονα τον ολβοδότη

και τη γλυκόφωνη τη Νίκη και την Αδράστεια την άνασσα

και τον μεγάλο βασιλέα τον πραϋντικό Ασκληπιό

και την Παλλάδα τη φιλόμαχη κόρη, κι όλους τους Άνεμους

και τις Βροντές και του τετράστυλου του Κόσμου προσφωνώ τα μέρη

και τη μητέρα των αθανάτων, τον Άττι και τον Μήνα επικαλούμαι

και τη θεά Ουρανία, μαζί με τον αθάνατο αγνό Άδωνη

την Αρχή και το Πέρας – γιατί αυτό είναι το πιο σπουδαίο σε όλα –

ευμενείς να προσέλθουν χαρούμενη έχοντας καρδιά

σ’ αυτή την ιερή τελετουργία  και στη σεβάσμια σπονδή.

 

 

 

 

ΜΗΤΡΟΣ  ΘΕΩΝ

 

Αθανάτων εότιμε θεών μήτερ, τροφέ πάντων,

τήιδε μόλοις, κράντειρα θεά, σέο, πότνι’ επ’ ευχαίς,

ταυροφόνων ζεύξασα ταχυδρόμον άρμα λεόντων,

σκηπτούχε κλεινοίο πόλου, πολυώνυμε, σεμνή,

ή κατέχεις κόσμοιο μέσον θρόνον, ούνεκεν αυτή

γαίαν έχεις θνητοίσι τροφάς παρέχουσα προσηνείς.

Εκ σέο δ’ αθανάτων τε γένος θνητών τ’ ελοχεύθη,

σοι ποταμοί κρατέοναι αεί και πάσα θάλασσα,

Εστία αυδαχθείσα. Σε δ’ ολβοδότιν καλέουσι,

παντοίων αγαθών θνητοίς ότι δώρα χαρίζηι,

έρχεο προς τελευτήν, ω πότνια, τυμπανοτερπή,

πανδαμάτωρ, Φρυγίης, σώτειρα, Κρόνου συνόμευνε,

Ουρανόπαι, πρέσβειρα, βιοθρέπτειρα, φίλοιστρε,

έρχεο γηθόσυνος, κεχαρισμένη ευσεβίηισιν.

 

ΤΗΣ ΜΗΤΕΡΑΣ ΤΩΝ ΘΕΩΝ

 

Των αθανάτων θεών θεοτίμητη μητέρα, τροφέ πάντων,

πρόσελθε εδώ, θεά κρατερή, για σένα, ω σεβαστή, οι ευχές,

εσύ που έζευξες το ταχυκίνητο άρμα των ταυροφόνων λεόντων,

σκηπτούχε του περίφημου άξονα, πολυώνυμη, σεμνή,

τον κεντρικό θρόνο του κόσμου που κατέχεις, γιατί εσύ

τη γη εξουσιάζεις που παρέχει στους θνητούς  τις πρέπουσες τροφές,

από σένα το γένος των θνητών και των αθανάτων γεννήθηκε,

από σένα κυβερνιούνται πάντοτε οι ποταμοί κι ολόκληρη η θάλασσα,

που προσφωνήθηκες Εστία. Εσένα και ολβοδότρια σε ονομάζουν,

γιατί χαρίζεις στους ανθρώπους δώρα  παντοειδών αγαθών,

έλα στην τελετή, ω Δέσποινα, τυμπανοχαρής,

πανδαμάστρια, Φρυγία, σωτήρια, ομόκλινη του Κρόνου,

Ουρανοθυραγέρα, σεβάσμια, βιοθρέπτρια, παράφορη.

Έλα χαρμόσυνη, ευάρεστη στους ευσεβείς.

 

 

 

ΕΣΤΙΑΣ

 

Εστία ευδυνάτοιο Κρόνου θύγατερ βασίλισσα,

ή μέσον οίκον έχεις πυρός αενάοιο, μεγίστου,

τούσδε συ εν τελεταίς οσίους μύστας αναδεείξαις,

θείσ’ αιειθαλέας, πολυόλβους, εύφρονας, αγνούς.

Οίκε θεών μακάρων, θνητών στήριγμα κραταιόν,

αιδίη, πολύμορφε, ποθεινοτάτη, χλοόμορφε.

Μειδιόωσα, μάκαιρα, τάδ’ ιερά δέξο προθύμως,

όλβον επιπνείουσα και ηπιόχειρον υγείαν.

ΤΗΣ  ΕΣΤΙΑΣ

 

Εστία του παντοδύναμου Κρόνου θυγατέρα βασίλισσα,

συ που κατέχεις  τον μέσον οίκον του αέναου πυρός, του μεγίστου,

είθε αυτούς τους όσιους μύστες ν’ αναδείξεις στις τελετές,

κάμνοντάς τους αειθαλείς, πανευτυχείς, ευφρόσυνους, αγνούς.

Ω οίκε μακαρίων θεών, κρατερό στήριγμα θνητών,

αιωνία, πολύμορφη, ποθεινοτάτη, χλοόμορφη.

Χαμογελαστή, μακάρια, δέξου προθύμως τούτες τις θυσίες,

εμπνέοντας ευτυχία κι απλόχερη υγεία.

 

 

 

ΑΣΚΛΗΠΙΟΥ

 

Ιητήρ πάντων, Ασκληπιέ, δέσποτα Παιάν,

θέλγων ανθρώπων πολυαλγέα πήματα νούσων,

ηπιόδωρε, κραταιέ, μόλοις κατάγων υγίειαν

και παύων νούσους, χαλεπάς κήρας θανάτοιο,

αυξιθαλής, επίκουρ’, απαλεξίκακ’, ολβιόμοιρε,

Φοίβου Απόλλωνος κρατερόν θάλος αγλαότιμον,

εχθρέ νόσων, Υγίειαν  έχων σύλλεκτρον αμεμφή,

ελθέ, μάκαρ, σωτήρ, βιοτής τέλος εσθλόν οπάζων.

ΤΟΥ ΑΣΚΛΗΠΙΟΥ

 

Ιατρέ πάντων, Ασκληπιέ, δέσποτα Παιάν,

συ που πραϋνεις των ανθρώπων τα οδυνηρά κακά των νόσων,

πραϋντικέ, κρατερέ, έλα επιφέροντας υγεία

κι αναχαιτίζοντας  τις νόσους,  τις φοβερές συμφορές  του θανάτου,

εσύ ο βλαστικός, ω αρωγέ, αλεξίκακε, καλόμοιρε,

του Φοίβου Απόλλωνος γερό βλαστάρι  ένδοξο,

εχθρέ των νόσων, συ που έχεις ομοκρέβατη την άμεμπτη Υγεία,

έλα, μακάριε, σωτήρα, παρέχοντας αίσιον τέλος του βίου.

 

 

 

ΔΙΟΣ

 

Ζεύ πολυτίμητε, Ζεύ άφθιτε, τήνδε τοι ημείς

μαρτυρίαν τιθέμεσθα λυτήριον ηδέ πρόσευξιν.

Ω βασιλεύ, διά σην κεφαλήν εφάνη τάδε θεία,

γαία θεά μήτηρ ορέων θ’ υψηχέες όχθοι

και πόντος και πανθ’, οπόσ’ ουρανός εντός έταξε.

Ζεύ Κρόνιε, σκηπτούχε, καταιβάτα, ομβριμόθυμε,

παντογένεθλ’, αρχή πάντων πάντων τε τελευτή,

σεισίχθων, αυξητά, καθάρσιε, παντοτινάκτα,

αστραπαίε, βρονταίε, κεραύνιε, φυτάλιε Ζεύ.

Κλύθί μου, αιολόμορφε, δίδου δ’ υγίειαν αμεμφή

ειρήνην τε θεάν και πλουτου δόξαν άμεμπτον.

 

ΤΟΥ  ΔΙΟΣ

 

Ζεύ πολυτίμητε, Ζεύ άφθαρτε, τούτην εδώ σε σένα εμείς

τη μαρτυρία τη λυτρωτική και προσευχή απευθύνουμε.

Ω βασιλέα, μέσα απ’ την κεφαλή σου όλα τα θεία φάνηκαν,

η θεά μητέρα γη και των βουνών οι υψίβουες ράχες

και η θάλασσα και όλα, όσα ο ουρανός εντός του περιέκλεισε.

Ω Κρόνιε Ζεύ, σκηπτούχε, καταιβάτη, γενναιόψυχε,

παντογόνε, αρχή των πάντων και των πάντων τέλος,

γαιοσείστη, αυξητή, καθαρτήριε, παντοσείστη,

αστραπαίε, βρονταίε, κεραύνιε, γόνιμε Ζεύ.

Εισάκουσέ με, ποικιλόμορφε, και δίνε υγείαν άκρατη

και τη θεά ειρήνη κι άμεμπτη φήμη πλούτου.

 

 

 

ΔΙΟΣ  ΑΣΤΡΑΠΑΙΟΥ

 

Κικλήσκω μέγαν, αγνόν, ερισμάραγον, περίφαντον,

αέριον, φλογόεντα, πυρίδρομον, αεροφεγγή,

αστράπτοντα σέλας νεφέων παταγοδρόμωι αυδήι,

φρικώδη, βαρύμηνιν, ανίκητον θεόν αγνόν,

αστραπαίον Δία, παγγενέτην, βασιλήα μέγιστον,

ευμενέοντα φέρειν γλυκερήν βιότοιο τελευτήν.

 

ΤΟΥ  ΑΣΤΡΑΠΑΙΟΥ  ΔΙΟΣ

 

Επικαλούμαι τον μεγάλο, ιερόν, περιφανή, βροντώδη,

νεφελώδη, φλόγινο, πυρόδρομο, αερόφεγγο,

αυτόν που αστράφτει των νεφών το φως με γοργοβρόντητη φωνή,

τρομαχτικόν, οξύθυμο, ανίκητον αγνό θεό,

αστραπαίο Δία, παγγενήτορα, μέγιστο βασιλέα,

να φέρνει ευμενές και γλυκό τέλος του βίου.

 

 

 

ΚΕΡΑΥΝΟΥ  ΔΙΟΣ

 

Ζεύ πάτερ, υψίδρομον πυραυγέα κόσμον ελαύνων,

στράπτων αιθερίου στεροπής πανυπέρτατον αίγλην,

παμμακάρων έδρανον θείαις βρονταίσι τινάσσων,

νάμασι παννεφέλοις, στεροπήν φλεγέθουσαν αναίθων,

λαίλαπας, όμβρους, πρηστήρας κρατερούς τε κεραυνούς,

βάλλων ες ροθίους φλογερούς, βελέεσσι καλύπτων

παμφλέκτους, κρατερούς, φρικώδεας, ομβριμοθύμους,

πτηνόν όπλον δεινόν, κλονοκάρδιον, ορθοέθειρον,

αιφνίδιον, βρονταίον, ανίκητον βέλος αγνόν

ροίζου απειρεσίου δινεύμασι, παμφάγον ορμήι,

άρρηκτον, βαρύθυμον, αμαιμάκετον πρηστήρος

ουράνιον βέλος οξύ καταιβάτου αιθαλόεντος,

όν και γαία πέφρικε θάλασσά τε παμφανόωντα,

και θήρες πτήσσουσιν, όταν κτύπος ούας εισέλθηι.

μαρμαίρει δε πρόσωπ’ αυγαίς, σμαραγεί δε κεραυνος

αιθέρος εν γυάλοισι. Διαρρήξας δε χιτώνα

ουράνιον προκάλυμμα βάλλεις αργήτα κεραυνόν.

Αλλά, μάκαρ, θυμόν κύμασι πόντου

ήδ’ ορέων κορυφαίσι. Το σον κράτος ίσμεν άπαντες.

Αλλά χαρείς λοιβαίσι δίδου φρεσίν αίσιμα πάντα

ζωήν τ’ ολβιόθυμον, ομού θ’ υγίειαν άνασσαν

ειρήνην τε θεόν, κουροτρόφον, αγλαότιμον,

και βίον ευθύμοισιν αεί θάλλοντα λογισμοίς.

 

ΤΟΥ  ΚΕΡΑΥΝΙΟΥ  ΔΙΟΣ

 

Πατέρα Ζεύ, συ που κινείς τον υψιπόρευτο πυρολαμπή κόσμο,

στραφτοβολώντας το πιο μεγάλο αχτιδοβόλημα της αιθερίας αστραπής,

σείοντας με θεϊκές βροντές των παμμακάρων την έδρα,

ανάβοντας μες στα νεφελοσκέπαστα νερά τη φλογοκαίουσα αστραπή,

εξακοντίζοντας λαίλαπες, βροχές, δυνατές θύελλες και κεραυνούς,

πανφλόγους, ισχυρούς, φοβερούς, ορμητικούς σε πάταγους φλογώδεις,

καλύπτοντας με βέλη το φοβερό ιπτάμενο όπλο, το ταραξικάρδιο,

το ανατριχιαστικό, το αιφνίδιο, το

βροντερό, αμόλυντο ανίκητο βέλος

με τα περιδινίσματα του ατέρμονου σφυρίγματος, το παμφάγο σε ορμή,

το αδιάρρηκτο, το οργισμένο, το ακαταμάχητο του κεραυνού

ουράνιον βέλος αιχμηρό του πυρομαυρισμένου καταιβάτη,

που η γη και η θάλασσα τον τρέμουν όταν αστράφτει,

και ζαρώνουν τ’ αγρίμια, όταν το βροντοχτύπημα φτάσει στο αυτί.

Λάμπουν τα πρόσωπα στις λάμψεις, κι ο κεραυνός βροντοηχεί

στους θόλους τ’ ουρανού. Κι όταν  ξεσκίσεις τον χιτώνα

το ουράνιο κάλυμμα, εξακοντίζεις τον αστραφτερό κεραυνό.

Αλλά μακάριε, κρύψε τον βαρύ θυμό στα κύματα του πόντου

και στων ορέων τις κορφές. Τη δύναμή σου όλοι γνωρίζουμε.

Αλλά αφού χαρείς με τις σπονδές, δίνε στο νου όλα τα πρέποντα

και τερψικάρδια ζωή, και μαζί την άνασσα υγεία

και τη θεά ειρήνη, την παιδοτρόφο, τη λαμπροτίμητη,

και βίο πάντοτε ανθηρό μ’ εύθυμους λογισμούς.

 

 

 

 

ΑΠΟΛΛΩΝΟΣ

 

Ελθέ, μάκαρ, Παιάν, Τιτυοκτόνε, Φοίβε, Λυκωρεύ,

Μεμφίτ’, αγλαότιμε, ιήιε, ολβιοδώτα,

χρυσολύρη, σπερμείε, αρότριε, Πύθιε, Τιτάν,

Γρύνειε, Σμινθεύ, Πυθοκτόνε, Δελφικέ, μάντι,

άγριε, φωσφόρε δαίμον, εράσμιε, κύδιμε κούρε,

μουσαγέτα, χοροποιέ, εκηβόλε, τοξοβέλεμνε,

Βάκχιε και Διδυμεύ, εκάεργε, Λοξία, αγνέ,

Δήλι’ άναξ, πανδερκές έχων φαεσίμβροτον όμμα,

χρυσοκόμα, καθαράς φήμας χρησμούς τ’ αναφαίνων.

Κλύθί μου ευχομένου λαών ύπερ εύφρονι θυμώι.

Τόνδε συ γαρ λεύσσεις τον απείριτον αιθέρα πάντα

γαίαν τ’ ολβιόμοιρον υπερθέ τε και δι’ αμολγού,

νυκτός εν ησυχίαισιν υπ’ αστεροόμματον όρφνη

ρίζας νέρθε δέδορκας, έχεις δε τε πείρατα κόσμου

παντός. Σοι δ’ αρχή τε τελευτή τ’ εστί μέλουσα,

παντοθαλής, συ δε πάντα πόλον κιθάρηι πολυκρέκτωι

αρμόζεις, οτέ μεν νεάτης επί τέρματα βαίνων,

άλλοτε δ’ αύθ’ υπάτην, ποτέ Δώριον εις διάκοσμον

πάντα πόλον κιρνάς κρίνεις βιοθρέμμονα φύλα,

αρμονίηι κεράσας (την) παγκόσμιον ανδράσι μοίραν,

μίξας χειμώνος θέρεός τ’ ίσον αμφοτέροισιν,

εις υπάτας χειμώνα, θέρος νεάταις διακρίνας,

Δώριον εις έαρος πολυηράτου ώριον άνθος.

Ένθεν επωνυμίην σε βροτοί κλήιζουσιν άνακτα,

Πάνα, δικέρωτ’, ανέμων συρίγμαθ’ ιέντα.

Ούνεκα παντός έχεις κόσμου σφραγίδα τυπώτιν.

Κλύθι, μάκαρ, σώζων  μύστας ικετηρίδι φωνήι.

ΤΟΥ ΑΠΟΛΛΩΝΟΣ

 

Έλα, μακάριε, ω Παιάν, Τιτυοκτόνε, Φοίβε, Λυκωρέα,

Μεμφίτη, λαμπροτίμητε, ιήκλητε, ολβιοδότη,

χρυσολυριστή, σπορικέ, Πύθιε, Τιτάνα,

Γρύνειε, Σμινθέα, Πυθοκτόνε, Δελφικέ, μάντη,

αγροτικέ, φωτοφόρε θεέ, εράσμιε, ένδοξε νέε,

μουσηγέτη, χοροποιέ, τηλεβόλε, τοξευτή,

Βάκχιε και Δίδυμε, τηλενεργή, Λοξία, αγνέ,

Δήλιε άνακτα, παντεπόπτη που έχει βροτοφεγγή οφθαλμό,

ώ χρυσόμαλλε, γνήσιες προφητείες και χρησμούς που φανερώνεις.

Ακουσέ με που εύχομαι μ’ ευφρόσυνη καρδιά υπέρ των λαών.

Διότι εσύ βλέπεις όλον αυτόν τον απέραντο αιθέρα

κι από ψηλά  την καλόμοιρη γη, και στη σκοτεινιά

και σε ώρες ησυχίας της νύχτας μεσ’ στο αστερόφθαλμο σκοτάδι

εισοράς κάτω στις ρίζες, και κατέχεις τα πέρατα του κόσμου

όλου. Γιατί έγνοια σου είναι η αρχή και το τέλος,

παντοθαλής, εσύ τον κάθε άξονα με την πολύηχη κιθάρα

εναρμονίζεις, πότε πηγαίνοντας στις άκριες της νεάτης,

κι άλλοτε πάλι στην υπάτη, πότε σε δώρια διάταξη

τον κάθε άξονα συνδυάζοντας, διαχωρίζεις τα βιοσυντήρητα γένη,

ρυθμίζοντας εν αρμονία τη μοίρα  την παγκόσμια των ανθρώπων,

αφού ανάμιξες τον χειμώνα και το θέρος εξίσου και τα δυό

ταξινομώντας τον χειμώνα στις υπάτες, το θέρος στις νεάτες,

το έγκαιρο άνθος του πολυπόθητου έαρος στο Δώριο.

Γι’ αυτό οι άνθρωποι σε προσφωνούν με την επωνυμία άνακτα,

Πάνα, δικέρατο θεό, που βγάζει των ανέμων τα σφυρίγματα.

Γιατί κατέχεις την έκτυπη σφραγίδα όλου του κόσμου.

Εισάκουσε, μακάριε, σώζοντας τους μύστες με τη φωνή την ικετευτική.

 

 

 

ΘΑΛΑΣΣΗΣ

 

Ωκεανού καλέω νύμφην, γλαυκώπιδα Τηθύν,

κυανόπεπλον άνασσαν, εύτροχα κυμαίνουσαν,

αύραις ηδυπνόοισι πατασσομένην περί γαίαν,

θραύουσ’ αιγιαλοίσι πέτρηισί τε κύματα μακρά,

ευδίνοις απαλοίσι γαληνιόωσα δρόμοισι,

ναυσίν αγαλλομένη, θηροτρόφε, υγροκέλευθε,

μήτηρ μεν Κύπριδος, μήτηρ νεφέων ερεβεννών

και πάσης πηγής νυμφών νασμοίσι βρυούσης

κλύθί μου, ω πολύσεμνε, και ευμενέουσ’ επαρήγοις,

ευθυδρόμοις ούρον ναυσίν πέμπουσα, μάκαιρα.

ΤΗΣ  ΘΑΛΑΣΣΗΣ

 

Επικαλούμαι την νύμφη του Ωκεανού, λαμπρόφθαλμη Τηθύν,

άνασσα μελανόπεπλο, γοργοβάδιστα που ανασηκώνει κύματα,

που σε γλυκόπνοες αύρες τρεμοσαλεύει στη στεριά,

και σπάζει τα μεγάλα κύματα σε ακρογιαλιές και βράχους,

που γαληνεύει σε απαλούς και νήνεμους δρόμους,

που ευφραίνεται απ’ τα πλοία, ω θηριοτρόφα, νεροτάξιδη,

μητέρα της Κύπριδος, μητέρα σκοτεινών νεφών

και των νυμφών κάθε πηγής πλημμυρισμένης με ύδατα.

Εισάκουσέ με, πολυσέβαστη, και ευμενής, βοήθα,

στα εύδρομα πλοία, πέμπουσα ούριον άνεμο, ω μακαρία.

 

 

 

ΕΙΣ  ΠΛΟΥΤΩΝΑ

 

Ω τον υποχθόνιον ναίων δόμον, ομβριμόθυμε,

Ταρτάριον λειμώνα βαθύσκιον ηδέ λιπαυγή,

Ζεύ χθόνιε, σκηπτούχε, ταδ’ ιερά δέξο προθύμως,

Πλούτων, ος κατέχεις γαίης κληίδας απάσης,

πλοτοδοτών γενεήν βροτέην καρποίς ενιαυτών.

Ος τριτάτης μοίρης έλαχες χθόνα παμβασίλειαν,

έδρανον αθανάτων, θνητών στήριγμα κραταιών.

Ός θρόνον εστήριξας υπό ζοφοειδέα χώρον

τηλέπορον τ’, ακάμαντα, λιπόπνοον, άκριτον Άιδην,

κυάνεόν τ’ Αχέρονθ’, ός έχει ριζώματα γαίης.

ός κρατέεις θνητων θανάτου χάριν, ω πολυδέγμων

Εύβουλ’, αγνοπόλου Δημήτερος ός ποτε παίδα

νυμφεύσας λειμώνος αποσπαδίην δια πόντου

τετρώροις ίπποισιν υπ’ Ατθίδος ήγαγες άντρον

δήμου Ελευσίνος, τόθι περ πύλαι εισ’ Αίδαο.

Μόνος έφυς αφανών έργων φανερών τε βραβευτής,

ένθεε, παντοκράτωρ, ιερώτατε, αγλαότιμε

σεμνοίς μυστιπόλοις χαίρων οσίοις τε σεβασμοίς.

Ίλαον αγκαλέω σε μολείν κεχαρηότα μύσταις.

 

 

ΣΤΟΝ  ΠΛΟΥΤΩΝΑ

 

Ω εσύ που κατοικείς τον υπογήινον οίκο, γενναιόψυχε,

τον βαθύσκιο κι άφεγγον Ταρτάριο λειμώνα,

χθόνιε Ζεύ, σκηπτούχε, πρόθυμα δέξου τούτες τις θυσίες,

ω Πλούτων, που κρατείς τις κλείδες όλης της γης,

πλουτίζοντας το ανθρώπινο γένος μ’ ετήσιους καρπούς.

Που σού’λαχε  μερίδιο τρίτο η παμβασίλισσα γη,

έδρα των αθανάτων, κραταιό στήριγμα θνητών.

Εσύ που στήριξες το θρόνο κάτω απ’ τον ζοφώδη χώρο

και μακρινό, ακατάβλητο, τον άπνου, τον ψυχρόν Άδη

και τον μαύρο Αχέροντα, που κατέχει τα βάθρα της γης.

Εσύ που εξουσιάζεις τους ανθρώπους χάρη στο θάνατο, ω πολυδέκτη,

Ευβουλέα, που κάποτε συ την κόρη της αγνής Δήμητρας

την αρπαγμένη απ’ το λιβάδι αφού νυμφεύθηκες οδήγησες

μέσα απ’ τη θάλασσα με όχημα τετράϊππο στο σπήλαιο της Ατθίδος

του δήμου Ελευσίνας, όπου και είναι οι πύλες του Άδη.

Μόνον εσύ  εγεννήθης βραβευτής έργων αφανών και φανερών,

θεόπνευστε, παντοκράτορα, ιερώτατε, λαμπρότιμε,

που χαίρεσαι με τους σεμνούς ιερουργούς και με τις όσιες λατρείες.

Εσέ ξανακαλώ φιλεύσπλαχνος χαρούμενος νάρθεις στους μύστες.

 

 

 

 

ΠΟΣΕΙΔΩΝΟΣ

 

Κλύθι, Ποσείδαον γαιήοχε, κυανοχαίτα,

ίππιε, χαλκοτόρευτον έχων χείρεσσι τρίαιναν,

ος ναίεις πόντοιο βαθυστέρνοιο θέμεθλα,

παντομέδων, αλίδουπε, βαρύκτυπε, εννοσίγαιε,

κυμοθαλής, χαριδώτα, τετράορον άρμα διώκων,

ειναλίοις ροίζοισι τινάσσων αλμυρόν ύδωρ,

ος τριτάτης έλαχες μοίρης βαθύ χεύμα θαλάσσης

κύμασι τερπόμενος θηρσίν θ’ άμα, πόντιε δαίμον.

έδρανα γης σώζοις και νηών εύδρομον ορμήν,

ειρήνην, υγίειαν άγων ήδ’ όλβον αμεμφή.

 

ΤΟΥ  ΠΟΣΕΙΔΩΝΟΣ

 

Εισάκουσε, ω Ποσειδώνα γαιοκράτη, μαυρομάλλη,

καβαλάρη, τη χαλκοτόρνευτη  που έχεις στα χέρια τρίαινα,

εσύ που κατοικείς στα θέμελα του βαθύκολπου πόντου,

θαλασσοκράτορα, θαλασσόγδουπε, βροντόηχε, γαιοσείστη,

ο κυματοπληθής εσύ, χαριτοδότη, που ξεκινάς το τέθριππο,

αναταράζοντας με σφυριξιές θαλάσσιες το αλμυρό νερό,

εσύ που σού’λαχε ως μερίδιο τρίτο η βαθιά ροή της θάλασσας,

που τέρπεσαι με κύματα και με θεριά μαζί, θαλάσσιε θεέ.

Είθε να σώζεις τα στηρίγματα της γης και την ορμή την εύδρομη των πλοίων.

Κομίζοντας ειρήνη, υγεία και αψεγάδιαστη ευτυχία.

 

 

 

ΗΡΗΣ

 

Κυανέοις κόλποισιν ενημένη, αερόμορφε,

Ήρα παμβασίλεια, Διός σύλλεκτρα μάκαιρα,

ψυχοτρόφους αύρας θνητοίς παρέχουσα προσηνείς,

όμβρων μεν μήτηρ, ανέμων τροφέ, παντογένεθλε.

Χωρίς γαρ σέθεν ουδέν όλως ζωής φύσιν έγνω.

Κοινωνείς γαρ άπασι κεκραμένη ηέρι σεμνώι.

Πάντων γαρ κρατέεις μόνη πάντεσσί τ’ ανάσσεις

ηερίοις ροίζουσι τινασσομένη κατά χεύμα.

Αλλά, μάκαιρα θεά, πολυώνυμε, παμβασίλεια,

έλθοις ευμενέουσα καλώι γήθουσα προσώπωι.

 

ΤΗΣ  ΗΡΑΣ

 

Σε κυανοσκότεινα βάθη καθισμένη, αερόμορφη,

παμβασίλισσα Ήρα, μακαρία ομόκλινη του Διός,

που χορηγείς στους θνητούς απαλές αύρες ζωογόνες,

μητέρα των βροχών, τροφοδότρια των ανέμων, παντογόνα.

Γιατί χωρίς εσένα τίποτα δεν γνωρίζει στην εντέλεια τη φύση της ζωής.

Γιατί μετέχεις σε όλα αναμειγμένη με τον ιερό αέρα.

Γιατί μόνον εσύ στα πάντα κυριαρχείς και σε όλα εξουσιάζεις.

με σφυριξιές αγέρινες που τρεμοσειέσαι προς το ρεύμα.

Αλλά, μακάρια θεά, πολυώνυμη, παμβασίλισσα,

έλα ευμενής χαρούμενη με πρόσωπο αγαθό.

 

 

 

ΜΗΤΡΟΣ  ΑΝΤΑΙΑΣ

 

Ανταία βασίλεια, θεά, πολυώνυμε μήτερ

αθανάτων τε θεών ηδέ θνητών ανθρώπων,

ή ποτε μαστεύουσα πολυπλάγκτωι  εν ανίηι

νηστείαν κατέπαυσας ελευσίνος (εν) γυάλοισιν

ήλθές τ’ εις Αίδην προς αγαυήν Περσεφόνειαν

αγνόν παίδα Δυσαύλου οδηγητήρα  λαβούσα,

μυνυτήρ’ αγίων λέκτρων χθονίου Διός αγνού,

Εύβουλον  τέξασα θεόν θνητής υπ’ ανάγκης.

Αλλά, θεά, λίτομαί σε, πολυλλίστη βασίλεια,

ελθείν ευάντητον επ’ ευιέρωι σέο μύστηι.

 

ΤΗΣ  ΜΗΤΡΟΣ  ΑΝΤΑΙΑΣ

 

Ανταία βασίλισσα, θεά, πολυώνυμη μητέρα

και των αθανάτων θεών  και των θνητών ανθρώπων,

που κάποτε συ ψάχνοντας  μέσα στην πολυπλάνητη θλίψη

κατάργησες τη νηστεία στις κοιλάδες της Ελευσίνος

κι ήλθες στον Άδη στη λαμπρή την Περσεφόνη

σαν οδηγό να λάβεις  του Δυσαύλου τον αγνό υιό

τον αποκαλυπτή των άγιων κρεβατιών  του αγνού χθονίου Διός,

εσύ που γέννησες τον θεό Εύβουλο από θνητής ανάγκη.

Αλλά, θεά, παρακαλώ σε, πολύευκτη  βασίλισσα,

ευπρόσιτη  νάρθεις στον πανίερο μύστη σου.

 

 

 

ΔΗΜΗΤΡΟΣ  ΕΛΕΥΣΙΝΙΑΣ

 

Δηώ, παμμήτειρα θεά, πολυώνυμε δαίμον,

σεμνή Δήμητερ, κουροτρόφε, ολβιοδώτι,

πλουτοδότειρα θεά, σταχυοτρόφε, παντοδότειρα,

ειρήνηι χαίρουσα και εργασίαις πολυμόχθοις,

σπερμεία, σωρίτι, αλωαία, χλοόκαρπε,

ή ναίεις αγνοίσιν Ελευσίνος γυάλοισιν,

ιμερόεσσ’, ερατή, θνητών θρέπτειρα προπάντων,

η πρώτη ζεύξασα βοών αροτήρα τένοντα

και βίον ιμερόεντα βροτοίς πολύολβον ανείσα,

αυξιθαλής, Βρομίοιο συνέστιος, αγλαότιμος,

λαμπαδόεσσ’, αγνή, δρεπάνοις χαίρουσα θερείοις.

Συ χθόνια, συ δε φαινομένη, συ δε πάσι προσηνής.

Εύτεκνε, παιδοφίλη, σεμνή, κουροτρόφε κούρα,

άρμα δρακοντείοισιν υποζεύξασα χαλινοίς

εγκυκλίοις δίναις περί σον θρόνον ευάζουσα,

μονογενής, πολύτεκνε θεά, πολυπότνια θνητοίς,

ής πολλαί μορφαί, πολυάνθεμοι, ιεροθαλείς.

Ελθέ, μάκαιρ’, αγνή, καρποίς βρίθουσα θερείοις,

ειρήνην κατάγουσα και ευνομίην ερατεινήν

και πλούτον πολύολβον, ομού δ’ υγίειαν άνασσαν.

ΤΗΣ  ΔΗΜΗΤΡΟΣ  ΕΛΕΥΣΙΝΙΑΣ

 

Δηώ, παμμητέρα θεά, πολυώνυμη θεότητα,

σεμνή Δήμητρα, παιδοτρόφα, ολβοδότειρα,

πλουτοδότρα θεά, σταχυοτρόφε, παντοδότρια,

που χαίρεσαι στην ειρήνη και στις πολύμοχθες εργασίες,

σπορική, σιτοδότρα, αλωνιαία, χλωρόκαρπη,

εσύ που κατοικείς στις ιερές κοιλάδες της Ελευσίνος,

ω περιπόθητη, εράσμια, θρέπτειρα όλων των θνητών,

που έζεψες πρώτη τον αρότριο αυχένα των βοδιών

και στους θνητούς παρέσχες περιπόθητο βίο πανευτυχή,

εσύ η αυξητική, ομοτράπεζη του Βρομίου (θορυβώδη), η λαμπροτίμητη,

ω λαμπαδηφόρε, αγνή, που χαίρεσαι με τα θερινά δρεπάνια.

Σύ η επίγεια, συ  η φανερή, και η προσηνής, εσύ σε όλους

καλότεκνη, παιδόφιλη, σελμή, παιδοτρόφα κόρη,

εσύ που με δρακόντεια χαλινάρια έζεψες το άρμα

βακχεύουσα γύρω απ’ το θρόνο σου με κυκλικά στριφογυρίσματα,

συ η μονογενής, πολύτεκνη θεά, στους θνητούς πολυσέβαστη,

που έχεις πολλές μορφές, πολυάνθεμες, ιερανθισμένες,

πρόσελθε, μακαρία, αγνή, γεμάτη θερινούς καρπούς,

ειρήνη και ευνομία ποθητή να φέρνεις

κι ευτυχισμένα πλούτη και την υγεία την άνασσα μαζί.