Το «Χρονικό της οδού Αζούζα 312», Λος Άντζελες (1906-09) υπό Φρ. Μπάρτλεμαν |
||
Η αναζωπύρωση στην Αζούζα το 1906
Μερικά λόγια για τον συγγραφέα Frank Bartelman
Κεφάλαιο 1ο - Μέρος Α'
Μέρος Β'
|
Κεφάλαιο 1ο - Μέρος Α'
Ο
συγγραφέας των επομένων σελίδων έφτασε στο Λος Άντζελες της Καλιφόρνιας,
με τη σύζυγο του και τις δύο κόρες του, η μεγαλύτερη τριάμισι χρόνων, στις
22 Δεκ. 1904, μετά από ιεραποστολική διακονία δύο ετών στις βόρειες
πολιτείες, έχοντας σιγά-σιγά διασχίσει την -Β. Αμερικανική- ήπειρο. (Ιδέ:
Από το Άροτρο στον Άμβωνα, τιμή 50 σεντς, για προηγούμενες εμπειρίες).(#1)
Αφού σταματήσαμε για ένα βράδυ στην Ιεραποστολή Πενιέλ (#2) επί της οδού
Μέην 227, νοικιάσαμε δύο μη-επιπλωμένα δωμάτια σε ένα όροφο χωρίς θέρμανση
επί της οδού Ν.Τέμπλ 227, που ανήκαν σε φίλους. Είχα ελάχιστα χρήματα. Εξασφάλισα μερικά έπιπλα και μαγειρεύαμε & τρώγαμε κάτω από μια τέντα στην αυλή. Επειδή έκανε κρύο και έβρεχε, υποφέραμε πολύ. Το μικρότερο παιδί μας ασθένησε αλλά ο Θεός την ευσπλαχνίσθηκε. Ο Θερισμός ήταν μεγάλος αλλά οι εργάτες λίγοι εκείνες τις ημέρες. Υπήρχε άφθονο ευαγγελιστικό έργο γύρω μας, αλλά το ερώτημα ήταν πώς θα καλύψουμε τις ανάγκες μας. Ξεκίνησα μια συνάθροιση στο δρόμο, αλλά ένας αστυνομικός αμέσως με σταμάτησε. Δεν είχα άδεια & έτσι πήγα να εργασθώ με αναγνωρισμένες ιεραποστολές. Κάθε βράδυ έπαιρνα μέρος στις συναθροίσεις και τις ημέρες τις δαπανούσα σε προσωπικό έργο. Ζούσαμε δια πίστεως, δεν είχαμε κάποιο εισόδημα. (#3) Εγώ υπηρετούσα το Κύριο συνήθως μ'αυτό το τρόπο από το 1893 που τον ακολούθησα και έχοντας τη κλήση για να κηρύττω λίγο αργότερα. Η γυναίκα μου ήταν ένα μαζί μου. Μέχρι τις 31 Δεκ.,(1904) είχαμε λάβει μόνο 50 σεντς από τότε που ήλθαμε στο Λος Άντζελες. Μας είχαν εγκαταλείψει. Η υγεία μου ήταν άσχημη από παιδί. Έγραψα τότε στο ημερολογιό μου: "Η υγεία μου είναι αρκετά άσχημη, αλλά πιστεύω ότι θα ζήσω να ολοκληρώσω το έργο μου. Λίγοι νοιάζονται να πάνε στα δύσκολα μέρη, αλλά το έργο μου είναι να πάω εκεί που οι άλλοι δεν θα πάνε. Φαίνεται ότι ο Θεός μπορεί να χρησιμοποιήσει μόνο έναν άνθρωπο που δεν έχει τίποτα άλλο για να ζει παρά τον Ουρανό, για να κάνει το έργο για το οποίο χρειάζεται ένας δυνατός άνθρωπος. Χαίρομαι που αναλώνομαι στην υπηρεσία Του. Προτιμώ να εξαντλούμαι παρά να σκουριάζω και καλύτερα να πεθαίνω της πείνας για το Θεό αν χρειασθεί, παρά να χοντραίνω για το διάβολο." Αυτό περίπου ήταν το πνεύμα της αφιέρωσης μου.
Στις 2 Ιανουαρίου, πήγα με τα πόδια γιατί δεν είχα εισιτήριο σε μια
ολοήμερη συνάθροιση της Μεθοδιστικής εκκλησίας του Boyle Heights όπου
έκανα την ομολογία μου και βοήθησα. Επειδή ήμουν πολύ κουρασμένος ζήτησα
απ’τον Κύριο το εισιτήριο της επιστροφής και βρήκα ένα μικρό νόμισμα στο
πεζοδρόμιο. Έτσι γύρισα σπίτι με την συγκοινωνία. Κήρυξα στην Ιεραποστολή
της Πέμπτης οδού, όπου την είχε αναλάβει η ομάδα της "Καιγόμενης Βάτου"
(#4). Ο Θεός μ’έχρισε με πλεονάζουσα χάρη καθώς τους προέτρεψα -να τηρούν- τη μέση κατάσταση μεταξύ τυπικισμου και φανατισμού. Αυτοί είχαν οδηγηθεί σ’εξαλοσύνες. Ο Ιησούς σταυρώθηκε "μεταξύ δύο ληστών" Ο διάβολος χωρίζει ένα έργο στη μέση και φεύγει τρέχοντας παίρνοντας τη καρδιά κι αφήνοντας το κέλυφος και έτσι οδηγεί τους πιστούς σε δύο άκρα, καταστρέφοντας το σύνολο. Είμαστε πλάσματα των άκρων.
Η μικρή Εσθήρ, το μεγαλύτερο παιδί μας, κυριεύθηκε από σπασμούς και έφυγε για να είναι με τον Ιησού στις 7 Ιανουαρίου (1905), στις 4 το πρωί. Αυτή υπέφερε πολύ σε όλη της τη ζωή, έχοντας υπάρξει πολύ εύθραυστη από τότε που γεννήθηκε. Αυτή τη φορά φαινόταν ότι ο Θεός ήθελε να τη πάρει. Είχα υποχρεωθεί να προσεύχομαι ο Θεός να τη λυπηθεί από τα τόσα βάσανα. Ένοιωθα ότι την κρατούσα -στη ζωή- με τις προσευχές μου και μάκραινα τα βάσανα της. Ο Θεός την ήθελε αλλά δεν θα την αποσπούσε βίαια από μένα. Με προδιάθεσε να ήθελα να την παραδώσω και μετά την πήρε. Αυτή σύντομα πέρασε στο κόσμο της δόξας χωρίς περαιτέρω αγώνα. Την είχα φιλήσει εκείνο το πρωινό ενώ ήταν στις αισθήσεις της για τελευταία φορά, χωρίς να συνειδητοποιώ ότι ήταν η τελευταία. Τα μικρά μας φεύγουν από κοντά μας τόσο εύκολα. Ας τα χαιρόμεθα όσο γίνεται πιο πολύ όσο τα έχουμε μαζί μας. (#5) Να είμαστε τρυφεροί μετά παιδιά. Η ζωή είναι σκληρή γι'αυτα ακόμη και στις καλύτερες περιπτώσεις και μπορεί να λυπηθούμε για τον χαμό τους όταν θα είναι πολύ αργά. Είναι ένα φοβερό σύμπαν ο κόσμος μας για το παιδικό τους πνεύμα, γεμάτος με φοβερές δυνάμεις του κακού. Πρέπει να τα προστατεύουμε και να τα βοηθούμε με όλη τη δύναμη μας.
Η γυναίκα μου παρακαλούσε μια μη σεσωσμένη γυναίκα να τακτοποιηθεί με τον Θεό ενώ το πνεύμα της μικρής Εσθήρ αναχωρούσε, τόσο μεγάλη χάρη της είχε δοθεί. Είχαμε ολόψυχα ελπίσει ότι η μικρή οικογένεια μας δεν θα χωριζόταν ποτέ λόγω θανάτου. Αλλά Αυτός γνώριζε καλύτερα. Αντιγράφω τα κάτωθι από το ημερολόγιο μου που γράφτηκε τότε: «Η μικρή Εσθήρ έφυγε μακριά μας ενωρίς αυτό το πρωί για να είναι με τον Ιησού. Οι άγγελοι την κάλεσαν και αυτή πήγε να τους συναντήσει. Την μετέφεραν μακριά και μας άφησαν με τις καρδιές γεμάτες μοναξιά. Ω, τι κενό μας άφησε η απουσία της! Αλλά δεν λυπούμεθα σαν τους μη έχοντες ελπίδα. Αυτή είναι ασφαλής για πάντα. Αυτή σώθηκε από έναν αφιλόξενο κόσμο και από μια ζωή ταλαιπωρίας. Ήταν υπερβολικά εύθραυστη για το μεγάλο ταξίδι της ζωής σ’αυτό το κόσμο κι έτσι Αυτός την λυπήθηκε. Ήταν τόσο αθώα από κάθε κακό όσο περισσότερο θα μπορούσε να ‘ναι κανείς. Οι μεγάλες δοκιμασίες της ζωής είναι παρελθόν γι’αυτή. Έφυγε νωρίς πριν από μας και γλίτωσε από την θλίψη του αποχωρισμού. Απόδρασε ασφαλώς ενώ εμείς πρέπει να συνεχίσουμε να αγωνιζόμαστε. Το έργο της τελείωσε μέσα στο αγιάζι του πρωινού της ζωής και αυτή πήγε στην –ουράνια- πατρίδα γλιτώνοντας τη λάβρα του ταξιδιού. Οι άγγελοι θα φροντίζουν γι’ αυτή πολύ καλύτερα απ’ ότι θα μπορούσαμε εμείς & θα είναι απίστευτα ευτυχέστερη. Για το δικό της καλό δε θα την έφερνα πίσω έστω κι αν μπορούσα. Έτσι την θάψαμε με την απόλυτη βεβαίωση μιας ένδοξης ανάστασης. Κάποια μέρα το δοξασμένο πνεύμα της γεμάτο λάμψη, έκσταση και με την χαρά του ουρανού θα μας συναντήσει στην ‘ωραία πύλη’. Ελπίζουμε ότι αυτό δεν θα αργήσει πολύ» Η μικρή Εσθήρ ήταν μια αληθινή "πρωινή δόξα" (#6),το λουλούδι του πρωινού που αγαπούσε. Απόθεσα τρυφερά στην αγκαλιά της ένα τέτοιο -λουλουδάκι- όπως βρισκόταν μέσα στη κάσα έτοιμη για τη ταφή. Αλλά αυτή είχε ήδη φύγει, "για κει που είναι ο Θεός και οι άγγελοι", προορισμένη ποτέ να μην απογοητευθεί από "τα του κόσμου". Χαρήκαμε που είχε έλθει ανάμεσα μας, αν και έμεινε για πολύ λίγο και κομμάτιασε τις καρδιές μας με την αναχώρηση της. Υπάρχει μια ακόμα ψυχή στον Ουρανό. Αν καλεστούμε επίσης, πριν τον ερχομό του Ιησού, θα λυπηθούμε μόνο γι'αυτούς πού θα πρέπει να αφήσουμε πίσω. Θα χαρούμε γι' αυτούς που έφυγαν πριν από μας. Θα μα λείψουν μόνο οι εδώ αγαπημένοι μας. Αν μπορούσαμε να πιάσουμε μόνο μια νότα από την αγνή μελωδία του ουρανού, θα μας ξελόγιαζε από τους επίγειους ήχους μια για πάντα. Αν μπορούσαμε να δούμε μια αναλαμπή από την αναχώρηση των αγαπημένων μας δια μέσου των "μισάνοικτων πυλών" του ουρανού, η γη δεν θα μπορούσε να μας κρατήσει πλέον. Πρέπει να βλέπουμε τα πράγματα από τη πλευρά του ουρανού. Οι γήινοι ήχοι και τα πνεύματα είναι τόσο σκληρά και βάναυσα. Ο Ουρανός είναι όλος αγάπη και χαρά και ειρήνη και ανάπαυση. Ευχαριστούμε το Θεό! Θλίψη και αποχωρισμός δεν θα τα γνωρίζουμε εκεί. Δεν θα υπάρχουν εκεί άδειες καρέκλες, ούτε τάφοι, ούτε φέρετρα. Αγγελικές εμπειρίες Η αδελφή Φράμπς (Frambes), γυναίκα του ποιμένα της Μ.Ε. (#7) εκκλησίας στο Λαμπάντα Πάρκ της Καλιφόρνιας, εκείνο το καιρό μου διηγήθηκε την κάτωθι αληθινή ιστορία. Το περιστατικό έλαβε χώρα πριν μισό αιώνα στο προάστιο Κολόμπους του Οχάιο και η γηραιά Α. Μέλιγκερ (Auntie Mellinger), μια θαυμάσια αγία, και αυτόπτης μάρτυρας το διηγήθηκε στην αδελφή Φράμπς. Μια φτωχή και θλιμμένη οικογένεια είχε μια μικρή κόρη δέκα χρόνων. Το παιδί συνέχεια ασχολούνταν με τα πράγματα του Θεού και τώρα βρισκόταν στο χείλος του θανάτου. Η Α. Μέλιγκερ μαζί με άλλους είχαν μαζευτεί γύρω από το κρεβάτι της περιμένοντας να φύγει. Αιφνίδια το παιδί μίλησε σε έκσταση. "Ακούστε, ακούστε!" Αυτοί ακόμη δεν άκουγαν τίποτα. Τα αυτιά του παιδιού όμως είχαν ήδη αρχίσει να ακούνε πέρα από τα γήινα. Σε λίγο εν τούτοις και οι άλλοι άρχισαν να ακούν να έρχονται από μακριά, γεμάτες έκσταση μουσικές που δεν ανήκαν σ' αυτόν το κόσμο. Σύντομα πλησίασαν και έγιναν πιο ξεκάθαρες έως ότου τελικά σταμάτησαν για λίγο, ακριβώς πάνω από το σπίτι που είχαν συγκεντρωθεί. (#8) Το πρόσωπο του παιδιού έλαμψε με ένα λαμπρό φωτοστέφανο δόξας, και καθώς η παρουσία του Θεού γέμιζε το δωμάτιο συνειδητοποίησαν ότι τους περιέβαλε μια ομάδα ουρανίων όντων και καθώς φάνηκε ότι σχεδόν άκουγαν το φτερούγισμα των αγγέλων το πνεύμα της μικρής έφυγε από το πήλινο σκεύος του μέσα σε μια αρπαγή υπερβατικής χαράς. Η ουράνια μελωδία άρχισε ξανά και σε λίγο έσβηνε απομακρυνόμενη. Η αγγελική ομάδα επέστρεψε στην Ουράνια πόλη παίρνοντας μαζί το πνεύμα της μικρής. "Κοιτώ για τους αγγέλους που θα μ'ανεβάσουν ψηλά. Ω, πάρτε με πάνω στα λευκά φτερά σας για το αιώνιο σπίτι."(#9) Από το ημερολόγιο του Ιωάννη Γουέσλη (#10) συλλέξαμε το κάτωθι, με ημερομηνία 29η Μαρτίου, 1782: "Κατά τη Μεγάλη Παρασκευή (#11), ήλθα στο Μάνσφηλντ για να βοηθήσω στη λειτουργική υπηρεσία εκείνης της ημέρας.(#12) Ενώ διαμοιράζαμε την Θεία κοινωνία σε περίπου τριακοσίους ανθρώπους άκουσα ένα σιγανό, απαλό και λεπτό ήχο σαν αιολικής άρπας. Αυτό συνεχίσθηκε για πέντε ή έξι λεπτά και τόσο επηρέασε πολλούς που δεν μπορούσαν να συγκρατήσουν τα δάκρυα τους. Μετά αυτό βαθμιαία έσβησε." Είναι σαφές ότι η αγγελική χορωδία συνόδευσε την λατρεία. Η κηδεία της Εσθηρ Η αδελφή Φέργκουσον ήλθε από την Ιεραποστολή Πενιέλ για να μας παρηγορήσει, την επόμενη μέρα από το θάνατο της Εσθήρ, αλλά μόλις μπήκε στο δωμάτιο αναφώνησε, "Ο Παράκλητος είναι εδώ!". Δεν είχαμε λεφτά για τη κηδεία, αλλά ο αδελφός Γ.Στούντ -Geo.Studd-(#13) βρήκε για μας ένα φτωχό μέρος από τον Δήμο στο Νεκροταφείο Evergreen, μεταξύ των παιδιών. Αυτή θάφτηκε ανάμεσα σε ξένα παιδιά, σαν ένας μικρός ιεραπόστολος ανάμεσα τους, όπως ήταν και στη ζωή. Μετέφερα το φέρετρο στα γόνατα μου πάνω στο κάρο, που περιείχε ότι απέμεινε στη γη από τη μικρή αγαπημένη μας κόρη. Έβρεχε πάρα πολύ δυνατά και η γυναίκα μου δεν μπόρεσε να έλθει στο νεκροταφείο. Έτσι την εναποθέσαμε την σκοτεινή και γεμάτη καταιγίδα εκείνη ημέρα περιμένοντας το πρωινό της ανάστασης, όπου δεν θα υπάρχουν σύννεφα & θλίψεις. Πόσο καθαρή θα είναι η ατμόσφαιρα το πρωινό εκείνο! Και πόσο ένδοξοι οι αγαπημένοι μας! Και πώς όλη η κτίση θα ψάλλει καθώς ο Ήλιος της Δικαιοσύνης θα ανατέλλει με ίαση στις πτέρυγες του! Δεν υπήρξε νεκροφόρα, ούτε κανονική κηδεία. Αλλά ο Κύριος πρόβλεψε όπως Αυτός έκανε σ’ όλη τη ζωή. Η μικρή μας "βασίλισσα Εσθήρ" φαίνεται λες και είχε γεννηθεί "για μια τέτοια ώρα"(Εσθήρ 4:14). Με τη καρδιά μου συντριμμένη, δίπλα στο μικρό φέρετρο ξαναφιέρωσα τη ζωή μου στην υπηρεσία του Θεού. Στη παρουσία του θανάτου πόσο πραγματικά γίνονται τα αιώνια πράγματα. Υποσχέθηκα το υπόλοιπο της ζωής μου να το καταναλώσω πλήρως για Εκείνον. Αυτός έκανε μία νέα συνθήκη μαζί μου. Μετά Τον ικέτευσα να ανοίξει γρήγορα μια πόρτα διακονίας, για να μην έχω καιρό να λυπάμαι. Μόλις μια βδομάδα μετά την αναχώρηση της μικρής Εσθήρ άρχισα να κηρύττω δύο φορές την ημέρα στη μικρή Ιεραποστολή Πενιέλ στη Πασαντήνα. Ο διάβολος πολεμούσε σκληρά. Αυτός πρέπει να αισθανόταν τι επρόκειτο να έλθει. Κατά καιρούς ενώ κήρυττα μια έκρηξη από την "άβυσσο" φαινόταν να με κτυπούσε. Πάνω από μια φορά κόντεψα να λιποθυμήσω και έπρεπε να περιμένω να ανακτήσω τις δυνάμεις μου πριν προχωρήσω. Κήρυξα μεσημέρι-βράδυ σχεδόν για ένα μήνα εκεί. Μια νύχτα για μια ώρα περιμέναμε σιωπηλά γύρω από τον άμβωνα. Ο Κύριος πλησίασε πολύ κοντά. Εμείς είμεθα "σα νεκροί". Μιλάμε πολύ. Αυτός μιλά με τη "μικρή, χαμηλή φωνή" όταν ησυχάζουμε. (#14). Τα πνεύματα μας είναι τόσο ανήσυχα που δεν μπορούμε να τον ακούσουμε. Αυτός δεν φωνάζει ούτε μπαίνει σε ακαταστασία. Σύντομα είχαμε ένα πνευματικό ξέσπασμα στην ιεραποστολή. Ψυχές κλαίγοντας άρχισαν να βρίσκουν τον δρόμο τους προς τον Γολγοθά. Μια μέρα καθ' οδόν προς τη Πασαντήνα ο διάβολος προσπάθησε να ηλεκτροπλήξει τον οδηγό. Το τρόλλεϋ πήδηξε έξω από τα σύρματα μια δωδεκάδα φορές και φάνηκε ότι δεν θα φθάναμε ποτέ. Είχα ένα μήνυμα που έκαιγε τη καρδιά μου και προσευχήθηκα δυνατά. Τελικά φθάσαμε ακριβώς στην ώρα για να δώσω το μήνυμα στην συνάθροιση. Είχαμε μια μεγάλη νίκη, αλλά ο διάβολος έκανε ότι μπορούσε για να το κρύψει. Είχαμε θαυμάσιες συναθροίσεις γεμάτες δύναμη. Το Πνεύμα του Θεού εργαζόταν δυνατά. Στις 6 Φεβρουαρίου (1905) έφερα την γυναίκα και τη μικρή Ρουθ στη Πασαντήνα για να μείνουμε στο κατάλυμα της ιεραποστολής. Η μάχη κορυφώθηκε. Κάποιος εχθρός προσπάθησε να πείσει τους Φέργκιουσονς (#15), στο Λος Άντζελες να σταματήσουν τις συναθροίσεις (#16), αλλά ο Θεός τον έριξε άρρωστο στο κρεβάτι. Αποφάσισα να μη φάω ούτε να κοιμηθώ ξανά μέχρι να έλθει η νίκη, έτσι νήστευα και προσευχόμουν μια ολόκληρη μέρα. Εκείνη τη νύχτα ο Κύριος ήλθε με δύναμη. Δεν μπορούσε να με αφήσει να πεθάνω στα χέρια Του. Ήταν τόση δυνατή η παρουσία του Θεού που δεν μπορούσα να κηρύξω. Η δόξα παλλόταν στο πρόσωπο μου σαν μια ζέουσα ηλιακτίδα. Ο Θεός μίλησε εκείνο το βράδυ και ο άμβωνας ήταν γεμάτος μέχρι μετά τα μεσάνυχτα από ένθερμους εκζητητές.
Μετακόμιση στην Πασαντήνα Το έργο μου εκεί - δηλ στο Λος Άντζελες- φαινόταν ότι για την ώρα τελείωσε και έτσι νοίκιασα δύο μη επιπλωμένα δωμάτια στην οδό Grove 213 της Πασαντήνα για 5 δολ., το μήνα, και μετέφερα την οικογένεια και τα έπιπλα μας από το Λος Άντζελες. Ήμουν κουρασμένος και εξου-θενωμένος σωματικά. Τα νεύρα μου είχαν σμπαραλιάσει από τα προηγούμενα χρόνια που έκανα έργο πρωτοπόρου σε διάφορα μέρη της χώρας. Εμείς πάντοτε εργαζόμεθα δια πίστεως, έχοντας σα βάση μας το εδάφιο, "To ψωμί του θα του δοθεί, και το νερό του θα είναι εξασφαλισμένο" (#17). Δεν είχαμε χρήματα και έτσι μου φαινόταν απαραίτητο να βρω δουλειά για μία σαιζόν. Την εποχή εκείνη δεν είχα αποκλείσει τελείως την κοσμική εργασία, καθώς Αυτός αργότερα με οδήγησε ξεκάθαρα να κάνω, μολονότι κήρυττα για περισσότερο από δέκα χρόνια. Μολονότι είχαν σωθεί ψυχές στη διάρκεια εκείνου του μήνα των συναθροίσεων στην Ιεραποστολή Πενιέλ, εν τούτοις η μεγαλύτερη νίκη του Κυρίου ήταν όταν μια παρέα νεαρών προσκολλήθηκε εκεί. Ορισμένοι εξ' αυτών καλέστηκαν από το Κύριο για μελλοντική διακονία. Εξέχοντες μεταξύ αυτών ήταν οι, Edward Boehmer, Amil Allen και Orville Tingle. Τουλάχιστον δύο από αυτούς έχουν γίνει σήμερα δραστήριοι στο Πεντηκοστιανό έργο. Η αδελφή Mamie Craybill έλαβε ενεργό μέρος επίσης στις συναθροίσεις εκείνες, ειδικά με τη διακονία της προσευχής της. Αυτή ήταν ένα πολύ εκλεκτό σκεύος του Κυρίου και αργότερα έγινε ενεργή επίσης στο Πεντηκοστιανό έργο. (1925) Παρ’όλη την σωματική αδυναμία μου εξασφάλισα μια δουλειά συγκομιδής. Αυτό προμήθευε την τροφή μας. Κήρυττα συχνά στους δρόμους και βοηθούσα στην ιεραποστολή. Η επόμενη δουλειά μου ήταν να μαζεύω πορτοκάλια πάνω από μία σκάλα, αλλά δεν άντεξα περισσότερο από το μεσημέρι της πρώτης ημέρας. Το βάρος των φρούτων και το γύρισμα της σκάλας σχεδόν έσπασαν τον αυχένα μου. Αυτό ήταν η αδυναμία μου. Ασχολήθηκα περισσότερο με την κηπουρική και την δημιουργία των φρακτών που δεν ήταν τόσο δύσκολα. Σχεδόν κάθε βράδυ με εύρισκε σε κάποια συνάθροιση κηρύττοντας ή ομολογώντας (#18). Αυτό ήταν η ζωή μου, αυτό ήταν η κλήση μου από το Κύριο εξ αρχής. Υποφέραμε πολύ από το κρύο και τη βροχή αφού είχαμε μόνο μια μικρή σόμπα αερίου στο σπίτι, και για να ζεσταινόμεθα και για να μαγειρεύουμε. Η μικρή Ρουθ (#19) ήταν άρρωστη με πυρετό και μας είχαν σχεδόν τελειώσει όλα τα τρόφιμα. Δουλειά δεν υπήρχε. Κήρυξα στην Ιεραποστολή Πενιέλ, χωρίς να αναφέρω τις ανάγκες μας, αλλά δήλωσα την πίστη μου στο Θεό σαν άνθρωπος που εμπιστεύεται σε Αυτόν. Οι αδελφοί προσευχήθηκαν για τη θεραπεία της Ρουθ και ο Κύριος την άγγιξε την ίδια ώρα που προσευχόμαστε -ενώ ήταν- στο σπίτι. Ένας αδελφός μετά την συνάθροιση μου έδωσε πέντε δολάρια (#20). Έτσι ο Θεός μου είχε συμπαρασταθεί. Μοίραζα πολλά φυλλάδια στο Λος Άντζελες, στα πορνεία και τα σαλούν/μπάρ. (#21) Όλος ο ελεύθερος χρόνος μου δαπανιόταν στα φυλλάδια (#22), στον προσωπικό ευαγγελισμό, κηρύττοντας στους δρόμους και σε ιεραποστολές. Αναπαυόμουν μόνο όταν κοιμόμουν, αλλά και τότε συχνά προσευχόμουν. Ένοιωθα μεγάλο βάρος για τις ψυχές. "Και δεν υπήρχε ο επικαλούμενος το όνομα σου, ο εγειρόμενος δια να πιαστεί από σου..." (ΗΣ., 64:7) Ο αδελφός Άλλεν, ένα παιδί της ιεραποστολής πού ανελάμβανε εργολαβίες μου έδωσε δουλειά ως ελαιοχρωματιστής. Εργάσθηκα αρκετό καιρό εκεί. Μια μέρα ο διάβολος προσπάθησε να με σκοτώσει. Εγώ έβαφα την άκρη (αλεξικέραυνο) στη κορυφή μιας αποθήκης, πάνω σε μια σκάλα που στηριζόταν στην οροφή. Ξαφνικά, χωρίς προειδοποίηση, η σκάλα γλίστρησε και έπεσα, αλλά προσγειώθηκα ασφαλής στα πόδια μου πάνω στην οροφή. Έγινε τόσο απότομα που ούτε το κατάλαβα. Η μπογιά γέμισε όλο το χώρο. Αμέσως ενθυμήθηκα τον Ψαλμό 91:11-12. Οι άγγελοι του Κυρίου με "κράτησαν" γιατί μπορούσα να γλιστρήσω από την οροφή και να σπάσω το λαιμό μου.
(#1) Πρόκειται για μια σύντομη αυτοβιογραφία του. (#2) Η Ιεραποστολή Πενιέλ ήταν ένας ξενώνας για φτωχούς Χριστιανούς επί της Σάουθ Μέην Στρητ που ίδρυσε και λειτουργούσε η Manie Ferguson. (#3) O Φ.Μπάρτλεμαν ενώ ήταν πάμπτωχος και ασθενικός ζούσε δια πίστεως.Έκανε ένα σωρό παράξενες δουλειές, έβαφε, μάζευε μήλα, έκοβε ξύλα, κ.τ.λ. Ο ίδιος και η οικογένεια του φόραγαν αποφόρια και γενικά ζούσαν από την συνδρομή άλλων Χριστιανών ακολουθώντας το αποστολικό μοντέλο φτώχιας "Έχοντες δε διατροφές και σκεπάσματα, ας αρκώμεθα εις ταύτα…" (Α’ΤΙΜ. 6:8). (#4) Πρόκειται για μια ομάδα που ίδρυσε μια ιέρεια, η Άλμα Χουάιτ και ειδικευόταν στο "χορό εν πνεύματι"… (#5)Πρέπει να λάβουμε υπόψη ότι η θνησιμότητα των μικρών παιδιών τότε ήταν πολύ υψηλή. Άλλωστε και η ιατρική τότε ήταν μια επικίνδυνη υπόθεση διότι βρισκόταν στα σπάργανα.Ιδέ:J.Duffy, The healers:A history of American medicine (Univ. of Illinois Press,1979) και G.N.Grob, E.Jarvis and the Medical world of 19th century America (Univ. of Tennessee Press,1978).Για παράδειγμα στις 15 Μαρτίου 1901 πέθανε το μωρό του Κ.Πάρχαμ. Ο ίδιος δήλωσε: "Έκανα μια εκλογή ότι ‘είτε ζήσει είτε αποθάνει’ εγώ θα κηρύττω το ευαγγέλιο της Θείας θεραπείας. Εάν –είπα- είναι το θέλημα του Θεού το αγαπημένο μου μωρό να πεθάνει, εγώ θα το βάλω στον τάφο και πάλι θα κηρύττω τη Θεία θεραπεία. Εάν πάλι ο Θεός θεραπεύσει το μωρό μας, θα το κουβαλώ όπου πάω από πόλη σε πόλη και θα κηρύττω τη θαυμαστή δύναμη της Θείας θεραπείας…" (#6) Ουσιαστικά υπονοεί ένα λουλούδι του πρωϊνού. (#7) Μεθοδιστική Επισκοπική Εκκλησία. (#8) Το φαινόμενο αυτό έχει ξαναγραφθεί στην ιστορία της Εκκλησίας και ειδικά μεταξύ των «προφητών» των Σεβένες στον 16ο αιώνα. (#9) Αναφέρει ένα τμήμα ύμνου που έχει μεταφραστεί και στην Ελληνική. (#10) Ιωάννης Γουέσλεη (1703-1791), ο ιδρυτής του Μεθοδισμού. (#11) Η Αγγλικανική εκκλησία μεταρρυθμίσθηκε μέσα στην παράδοση της εκκλησίας και τηρούσε τις αρχαίες εορτές. (#12) Βοηθούσε τον πατέρα του που ήταν πάστορας στο Epworth της Αγγλίας. (#13) Ο G.B. Studd (1859-1945), γνωστός παίχτης του κρίκετ που ακολούθησε τους Αγιαστές και το 1907 δέχθηκε την Πεντηκοστή υπηρετώντας σαν δάσκαλος στην Αζούζα. Αργότερα βαπτίσθηκε στο όνομα του Ιησού και μοίρασε την περιουσία του στους φτωχούς ζώντας μια ταπεινή ζωή. (#14) Πρόκειται για την Κουακερική παράδοση που όμως δεν ευοδώθηκε. (#15) Για τους Φέργκιουσον ιδέ: ΗΑΠ, Νο 1. (#16) Πιθανόν αντιδρούσε η Ευαγγελική ομάδα μέσα στην εκκλησία. (#17) Αναφέρεται ουσιαστικά στον αποστολικό κανόνα φτώχειας, ιδέ: Α’ Κορ.:9:15 (#18) Αυτό τελικά σημαίνει ότι δεν έγινε υπεύθυνος στη Peniel-Πασαντήνας. (#19) Η άλλη κόρη του Μπάρτλεμαν. (#20) Φαίνεται σαφώς οτι η «ζωή δια πίστεως» πολλάκις καταντούσε επαιτεία. (#21) Αυτή ήταν μια σκληρή διακονία. Πολλάκις τον χτυπούσαν οι μεθυσμένοι και τον έβριζαν οι πόρνες. (#22) Τύπωσε και μοίρασε με δικά του έξοδα περίπου 100 φυλλάδια.
|
The author of the following pages arrived in Los Angeles, Calif., with
wife and two daughters, the oldest three and one-half years old, Dec. 22,
1904, after two years' mission work in the north, having crossed the
conti-nent previously, by easy stages.(See, From Plough to Pulpit, price
50c, for previous experiences.) I secured some furniture, and
we cooked and ate under a tent in the yard. Being cold and rainy, we
suffered much. Our youngest child became sick, but God spared her. The
harvest was great but the laborers few in those days, there was plenty of
mission work all around us, but the question was how were our needs to be
supplied. I started a street meeting. but an officer promptly stopped me. My health had been poor, from a child. I wrote in my diary at that time: "My health is quite poor, but I believe I shall live to finish my work. Few care to go into the hard places, but my work is to go where others will not go. It seems God can only get a man who has nothing but Heaven to live for to do the work for which a strong man is needed. I am glad to be used up in His service. I would rather wear out than rust out, and rather starve for God, if need be, than fatten for the devil." That was about the spirit of my consecration. January 2, I testified and
helped in an all-day meeting as Boyle Heights M.E.Church, walking there,
not having car-fare. Being very tired I asked the Lord for my car-fare
home, and found a nickel on the side-walk. I rode home. I preached at
Fifth Street Mission, where the "Burning Bush", had gotten control. God preciously anointed me as I exhorted to a middle-ground between
formalism and fanaticism. They were go-ing wild, Jesus was crucified
"between two thieves". The devil splits a work in the middle, runs away
with the heart, lea-ving the shell, thus driving the saints to both
extremes, and destroys the whole. Little Esther, our oldest child, was seized with convulsions, and passed aw-ay to be with Jesus January 7, at 4 A.M. She had been a great sufferer all her life, being very frail from birth. This time it seemed God's will to take her. I was con-strained to pray that she might be spared from so much suffering. I felt I was holding her by my prayers and prolonging her suffering. God wanted her but would not tear her from me. He made me willing to give her up, and then he took her. She soon passed into the glory world without further struggle. I had kissed her that morning or the last time in consciousness, little realizing it would be the last. Our little one slip away from us so easily. Let us make the most of them while we have them with us. Deal gently with the children. Life is hard enough for them at best, and we may regret their loss when too late. This is a tremendous universe for the child spirit, and filled with terribly evil forces. We must protect and help them all we can. Wife plead with the unsaved woman
in the house to get right with God as little Esther's spirit was
departing, so great was the grace given her. Little Esther was a veritable “morning glory”. It was the flower she loved. I placed one tenderly on her bosom, as she lay in the coffin, ready for burial. But she had gone “where God and the angels are”, never to grow “world-weary”. We were glad she ever came to us, though she stayed but a little while, and broke our hearts at parting. There is one more soul in Heaven. Should we be called also, before Jesus comes, we will sorrow only for those we must leave behind. We will joy for all those gone before. We only miss our loved ones here. Could we but catch one strain of Heaven’s pure melody it would spoil us for earthly sounds forever. Could we but catch one glimpse of departed loved ones, through the “gates ajar”, earth could no longer hold us here. We must see things from the Heaven side. Earth’s sounds and spirits are so crude and cruel. Heaven is all love, and joy, and pea ce, and rest. Thank God!
Sorrow and parting, there, will
never more be known. No more empty chairs, nor graves nor coffins, there.
Sister Frambes, M.E. pastor’s wife at Lamanda Park, California, gave me
the following true story at this time. The incident occurred over half a
century ago in a suburb of Columbus, Ohio. Old Auntie Mellinger, a
wonderful saint, and eye witness, related it many times to Sister Frambes.
A poor and obscure family had a little daughter ten years of age. The
child had always been precocious in the things of God, and now lay at the
point of death. Auntie Mellinger, with others, had gathered to watch her
pass away. Soon the child spokes in rapt attention: “Listen! Lis ten!”
They could as yet hear nothing. The child’s ears had already been
quickened beyond earthly hearing. Soon, however, they also began to hear
the most entrancing strains of music, manifestly not of this world, coming
from the distance. It rapidly approached, becoming more audible, until it
finally ceased for a time just over the house where they gathered. The
child’s face lit up with a very halo of glory, and as the presence of God
filled the room they realized that a band of heavenly beings encompassed
them, and as they seemed almost to hear the rustle of angels’ wings, the
spirit of the little one passed out of its temple of clay, in a rapture of
transcending joy. The heavenly music was again resumed, and soon died away
in the distance. The angel band had gone back to the Celestial City, and
the spirit of the little one had departed with them.
Sister Ferguson came from Peniel Mission to comfort us, the next day after
Esther’s death, but was forced to exclaim as she en-tered the room, “Why
the Comforter is Our little “Queen Esther” seemed to have been born “for such a time as this”.-(Esther 4:14). Beside that little coffin, with heart bleeding, I pledged my life anew for God’s service. In the presence of death how real eternal issues become. I promised the rest of my life should be spent wholly for Him. He made a fresh covenant with me. I then begged Him to open a door of service quickly, that I might not find time for sorrow. Just one week after little Esther’s departure I began preaching twice a day at the little Peniel Mission in Pasadena. The devil fought hard. He must have sensed what was coming. At times while preaching a hot blast from the “pit” seemed to strike me. More than once I almost fainted, and had to rally my strength before I could proceed. I preached noon and night for almost a month here. One night we had a season of great quietness at the altar for almost an hour. The Lord drew very near. We were stilled before Him. It is good to get quiet. We walk too much. He speaks in the “still, small voice”, when we are quiet. Our spirits are too restless. We cannot hear Him. He does not shout and enter into turmoil. We soon had a breaking up
time at the mission. Souls began to weep their way to Calvary. One day
while on the way to Pasadena the devil tried to electrocute the
motor-man. The trolley also jumped the wire a dozen times, and it seemed
we would never get there. I had a message burning in my soul, and pray-ed
hard. We finally arrived, just in time for me to deliver the message in
the meeting. We had a great victory. But the devil had done all he could
to hinder. I determined not to eat or
sleep again until victory came, so I fasted and prayed all one day. That
night the Lord broke forth in power. He could not afford to have me die on
His hands. I could not pre-ach for the presence of God. The glory played
on my face like a hot sun bath. God spoke that night. The altar was full
until after midnight with earnest seekers.
My work here seemed
finished for the time, so I rented two unfurnished rooms at 213 Grove
Street, Pasadena for five dollars per month, and moved my family there,
bringing our furniture from Los Angeles. I was very tired and worn in
body. My nerves had been worn threadbare from years of previous pioneer
mission work in various parts of the country. We had always worked on
faith lines, having taken for our motto Isa. 33:16- “Bread shall be given
him; his waters shall be sure”. We had no money and so it seemed necessary
for me to find employment for a season. At the time I had not yet turned
my back fully on secular employment, as He led me so clearly to do later,
although I had already been preaching for more than ten years. While souls had been saved
during the month’s meeting in Peniel Mission, yet the greatest victory
gained was the digging out of a company of young men attending there. A
number were called out by the Lord for future service. Principal among
these were Edward Boehmer, Amil Allen and Orville Tingle. Two of these at
least have become very active in the Pentecostal work of today. Sister
Mamie Craybill took an active part also in these meetings, especially in
the ministry of intercession. She was a very choice vessel of the Lord,
later becoming active in the Pentecostal work also. In much weakness of body I secured work gathering. This provided us with food. I preached frequently on the streets, and helped in the mission. My next job was picking oranges, from a ladder, but I had to quit at noon the first day. The weight of the fruit and the twisting on the ladder nearly broke my back. That was my weak spot. I got more gardening, and fence building. This was not so hard. Almost every night found me in some meeting, preaching or testifying.
It was my life. My first call was to preach. We suffered much from the
cold and rain as we had only a little gas burner in the house, both for
heating and cooking. Little Ruth was taken sick with fever, and we were
about out of food. Work was scarce. I preached at Peniel Mission, without
mentioning our need, but declared my faith in God to stand by the man who
would stand by Him. They prayed for Ruth's healing and the Lord touched
her at home while we prayed. A brother handed me five dollars after the
service. Thus God had stood by me. I distributed many tracts in
Los Angeles, among the harlots and the saloons. My spare time was all
spent in tract and personal work, or preaching on the street and in the
missions. I only rested when I slept, and then I was often praying. I was
greatly burdened for souls. "These is none that stirreth up himself to
take hold of Thee."(Isa. 64:7) Brother Allen, one of the
mission boys, gave me work painting. He was a contractor. I worked for
some time at this. One day the devil tried to kill me. I was painting the
gable end of a barn, from a ladder, which stood on a slanting shed roof.
Suddently, without warning, the ladder slipped and fell. But I landed
squarely on my feet on the roof, well balanced. It was done too quickly to
realize it. My paint spilled all over the roof. Ps., 91:11,12, immediately
came to me. The angels of the Lord had "borne me up." I could have rolled
off the roof and broken my neck. |
Η μετάφραση και τα σχόλια είναι από το μηνιαίο περιοδικό "Η αποστολική πίστη" του οποίου η ηλεκτρονική διεύθυνση είναι : theapostolicfaith.info |
||
[Αρχική] [Η Ομολογία μας] [Ν έ α] [Η όρασή μας] [Άρθρα] [Μελέτες] [Βιβλία] [Links] [Κάλεσμα για προσευχή]
Copyright 2001-2005 Αναζωπύρωση στην Ελλάδα |