Καθώς ο Ιησούς πήγαινε προς τη Γαλιλαία, έφτασε στο πηγάδι του Ιακώβ στη Σαμάρεια. Κουρασμένος από το ταξίδι, σταμάτησε εκεί να ξεκουραστεί, ενώ οι μαθητές Του πήγαν ν' αγοράσουν τροφή. Εντωμεταξύ, μια Σαμαρείτισσα ήρθε στο πηγάδι ν' αντλήσει νερό. Ο Ιησούς απλά της ζήτησε: "Δός μοι να πίω" (ΙΩΑΝ. δ':7).
Αυτά τα λόγια του Ιησού ήταν η αρχή μιας μεγάλης συζήτησης. Κατά τη διάρκεια αυτής της κουβέντας, η γυναίκα έμεινε έκθαμβη από τα πράγματα που της είπε. Τελικά είπε, "Εξεύρω ότι έρχεται ο Μεσσίας, ο λεγόμενος Χριστός. Όταν έλθη Εκείνος, θέλει αναγγείλει εις ημάς πάντα. Λέγει προς αυτήν ο Ιησούς, Εγώ είμαι ο λαλών σοι." (δ':25-26)
Ακριβώς εκείνη τη στιγμή, που ο Χριστός αποκάλυπτε σ' αυτήν την ταυτότητά Του, επέστρεψαν οι μαθητές. Έμειναν κατάπληκτοι που βρήκαν το δάσκαλό τους να είναι τόσο βαθιά απασχολημένος στη συζήτηση μ' αυτή τη Σαμαρείτισσα. Καθώς κάθισαν να ετοιμάσουν το γεύμα, η γυναίκα με γουρλωμένα μάτια έσπευσε να επιστρέψει στην πόλη. Τελικά, όταν το φαγητό ήταν έτοιμο, οι μαθητές είπαν, "Ραββί, φάγε." (δ':31)
Ο Ιησούς τους απάντησε μ' αυτή την αινιγματική δήλωση: "Εγώ έχω φαγητόν να φάγω το οποίον σεις δεν εξεύρετε." (δ':32) Στην ουσία τους έλεγε: "Μόλις έφαγα. Κάτι συνέβη εδώ, όταν λείπατε κι έχω γεμίσει. Βλέπετε, υπάρχει κάτι που δεν καταλαβαίνετε με Μένα. Το φαγητό Μου δεν είναι αυτού του κόσμου."
Ο Χριστός εξήγησε: "Το εμόν φαγητόν είναι να πράττω το θέλημα του πέμψαντός με, και να τελειώσω το έργον Αυτού." (δ':34) Όλοι γνωρίζουμε τώρα, ότι το έργο του Θεού ειναι να σπείρουμε και να θερίσουμε το ευαγγέλιο, μαζεύοντας το θερισμό των ψυχών. Ο Ιησούς λέει στο αμέσως επόμενο εδάφιο: "Δεν λέγετε σεις, ότι τέσσαρες μήνες είναι έτι, και ο θερισμός έρχεται; ... υψώσατε τους οφθαλμούς σας, και ιδέτε τα χωράφια ότι είναι ήδη λευκά προς θερισμόν." (δ':35)
Με λίγα λόγια, πρέπει να είμαστε έτοιμοι να γίνουμε μάρτυρες, να επιβεβαιώσουμε τη βασιλεία του Θεού και να κερδίσουμε ψυχές. Ο Ιησούς εκπλήρωνε αυτό το έργο με τη Σαμαρείτισσα. Η Γραφή λέει ότι πίστεψε ότι Αυτός ήταν ο Μεσσίας ομολογώντας: "Έλθετε να ίδητε άνθρωπον, όστις μοι είπε πάντα όσα έπραξα. Μήπως Ούτος είναι ο Μεσσίας;" (δ':29).
Υπάρχει τώρα ένας σκοπός πίσω απ' όλους τους εργάτες της βασιλείας. Αυτός ο σκοπός υπερβαίνει το μεγάλο θερισμό των ψυχών. Το θέλημα του Πατέρα από τη δημιουργία - όλος ο σκοπός Του πίσω από τη γέννηση του ανθρώπινου γένους - ήταν να δημιουργήσει ένα σώμα για κοινωνία. Κι εδώ, σ' αυτή τη σκηνή στο πηγάδι του Ιακώβ, βλέπουμε να εκπληρώνεται η ανάγκη του Χριστού για κοινωνία.
Στην ουσία ο Ιησούς είπε στους μαθητές Του: "Η πείνα Μου ικανοποιήθηκε απ' αυτή τη γυναίκα. Όλα όσα ζήτησα να πιω νερό. Αλλά αυτή με τάισε. Έφερε σε Μένα μια ειλιρκινή καρδιά που εκζητούσε. Καθώς μιλούσα, άκουγε κάθε λόγο που της έλεγα. Και έδωσε πολύ προσοχή στα λόγια Μου πιστεύοντας και κάνοντάς τα πράξη. Πρέπει να καταλάβετε ότι, αυτού του είδους η κοινωνία είναι τροφή για Μένα."
Η ΓΡΑΦΗ ΜΙΛΑΕΙ ΓΙΑ ΤΗΝ ΑΝΑΓΚΗ ΤΟΥ ΑΝΘΡΩΠΟΥ
ΓΙΑ ΚΟΙΝΩΝΙΑ ΜΕ ΤΟΝ ΑΝΘΡΩΠΟ ΑΠΟ ΤΗΝ ΑΡΧΗ ΤΗΣ ΔΗΜΙΟΥΡΓΙΑΣ
Από την αρχή - αρχή βλέπουμε τον Κύριο ν' αποζητά την κοινωνία με τον άνθρωπο. Το Πνεύμα Του περπατούσε με τον Αδάμ στον κήπο της Εδέμ, συνομιλώντας κατά το δειλινό. Αυτές οι πολύ οικείες και πολύ στενές στιγμές ήταν τροφή για τον Κύριο. Τις απολάμβανε και Τον ευαρεστούσαν. Αλλά όταν ο Αδάμ αμάρτησε, η κοινωνία έσπασε.
Αργότερα στη Γένεση, διαβάζουμε για έναν άντρα που ονομαζόταν Ενώχ, ο οποίος αρπάχτηκε στον ουρανό. "Και περιεπάτησεν ο Ενώχ μετά του Θεού, και δεν ευρίσκετο πλέον, διότι μετέθεσεν αυτόν ο Θεός." (ΓΕΝ. ε':24).
Ο Ενώχ είχε επικοινωνία με τον Κύριο 365 χρόνια. Έζησε μόλις τη μισή συνηθισμένη ζωή για εκείνο τον καιρό. Καθώς το σκεφτόμουν πολύ, ένιωσα το Πνεύμα του Θεού να ρωτάει: "Γιατί νομίζεις ότι έφερα τον Ενώχ στη δόξα τόσο σύντομα; Οι όμοιοί του ζούσαν 700 με 800 χρόνια. Γιατί να τον έπαιρνα στα μέσα της ζωής Του;"
Δεν είχα απάντηση. Το Πνεύμα ψιθύρισε: "Η κοινωνία είναι η τροφή μου, Ντέιβιντ. Ο Λόγος Μου λεέι ότι, ο Ενώχ περπάτησε μαζί Μου. Αυτό σημαίνει ότι επικοινωνούσε μαζί Μου, Με περίμενε για να γνωρίσει τη φωνή Μου. Η επικοινωνία μας έγινε τόσο στενή, τον ήθελα μαζί Μου εδώ, στην αιωνιότητα, όπου δεν υπάρχει νύχτα. Έτσι, τον έφερα δίπλα Μου για μία χωρίς τέλος και διακοπή κοινωνία."
Ο Κύριος με ρώτησε την ίδια ερώτηση με το Μωυσή: "Γιατί κάλεσα τον αγαπημένο Μου δούλο κοντά Μου, όταν κι αυτός ήταν στο σημαντικότερο σημείο της ζωής του;" Ίσως σκεφτείς, "αυτό έγινε, διότι ο Μωυσής υποτίθεται ότι δεν θα έμπαινε στη Γη της Επαγγελίας." Αλλά η αλήθεια είναι ότι, ο Ισραήλ δεν μπήκε αμέσως στη Χαναάν. Ο Μωυσής θα μπορούσε να ζήσει λίγο περισσότερο.
Ακούω τον Κύριο να λέει: "Ο Μωυσής επικοινωνούσε μαζί Μου, όπως κανένας άλλος. Γιατί νομίζεις πως επέστρεψε από το βουνό με μια υπερφυσική λάμψη στο πρόσωπό του; Ο νόμος δεν ήταν ικανός να δημιουργήσει αυτή τη λάμψη. Ότι βρισκόταν στην παρουσία Μου σαράντα μέρες και νύχτες, είχε αυτό το αποτέλεσμα. Όταν συναντηθήκαμε πρόσωπο με πρόσωπο, Μου έδωσε τροφή. Ναι, του έδινα οδηγίες όλο αυτό το διάστημα. Αλλά επίσης είχαμε και μία γλυκιά κοινωνία. Μίλησα στο Μωυσή κι εκείνος Με άκουγε. Του έδειξα πώς η Σκηνή του Μαρτυρίου ήταν μία εικόνα από Μένα, γεμάτη από τη δόξα. Έτσι τελικά, όταν πήρα το Μωυσή, ήταν για να τον έχω δίπλα Μου, μαζί με τον Ενώχ."
Μετά ήρθε η ερώτηση: "Τι έγινε με τον Ηλία, Γιατί νομίζεις οτι έστειλα ένα άρμα να τον πάρει; Αυτός ο φλογερός προφήτης θα μπορούσε να έχει ζήσει πολύ περισσότερα χρόνια σαν πιστός μάρτυρας για Μένα. Του είχα δώσει όραση για το τι είναι αληθινή διακονία. Αλλά όμως, ήθελα να φέρω τον Ηλία στην παρουσία Μου. Είχε προσευχηθεί ενώπιόν Μου όσο λίγοι άνθρωποι. Και τον ήθελα στο πλάι μου για μια αδιάκοπη κοινωνία μέσα στην αιωνιότητα.
Υπήρχαν λοιπόν τρεις πολύ στενοί υπηρέτες που ο Κύριος πήρε. Αυτός μας δίνει μια πληρέστερη σημασία στα λόγια του Ιησού: "Όπου δύο ή τρεις συνηγμένοι εις το όνομά μου, εκεί είμαι Εγώ εν τω μέσω αυτών." (ΜΑΤΘ. ιη':20). Με άλλα λόγια, όποτε δύο ή τρεις από σας είστε μαζί για κοινωνία, είμαι εκεί μαζί σας, συνομιλώντας και επικοινωνώντας μαζί σας. Και αυτό μου δίνει τροφή. Μου δίνει χαρά, όταν Με προσδοκάτε. Με υπηρετείτε σε βάθος, όταν περιμένετε ν' ακούσετε τη φωνή Μου. Εκπληρώνετε το σκοπό του Πατέρα που είχε από την αρχή.
Τώρα θα ήθελα να σας πάρω στο όρος της Μεταμόρφωσης. Ο Ιησούς είχε οδηγήσει τρεις από τους μαθητές Του εκεί, τον Πέτρο, τον Ιάκωβο και τον Ιωάννη. Ξαφνικά, εκεί μπροστά στα μάτια αυτών των ανθρώπων, ο Κύριος μετατέθηκε στη σφαίρα του ουρανού. "Έλαμψε το πρόσωπόν Αυτού ως ήλιος, τα δε ιμάτια Αυτού έγειναν λευκά ως το φως." (ΜΑΤΘ. ιζ':2) Έπειτα διαβάζουμε, "Εφάνησαν εις αυτούς Μωυσής και Ηλίας συλλαλούντες μετ' Αυτού." (ιζ':3). Η λέξη "συλλαλούντες" έχει την έννοια της επικοινωνίας, της ένωσης. Ο Μωυσής και ο Ηλίας επικοινωνούσαν με τον Ιησού μιλώντας ο ένας στον άλλο.
Τι ήταν όλη αυτή η σκηνή; Πιστεύω ότι δεν είχε να κάνει τίποτα με τη διακονία του Ιησού στη γη. Ούτε είχε να κάνει τίποτα με τους μαθητές. Εξάλλου, ο Χριστός τους έδωσε την εντολή: "Μη είπετε προς μηδένα το όραμα, εωσού ο Υιός του ανθρώπου αναστηθεί εκ νεκρών." (ΜΑΤΘ. ιζ':9)
Όχι, πιστεύω ότι ο Ιησούς μέσα στο ένδοξο σώμα ποθούσε ένα τελευταίο γεύμα. Γνώριζε τι θα ερχόταν και είχε την ανάγκη για εκείνη την τροφή που άνθρωπος "δεν εξεύρει". Κόντευε η ώρα ν' αντιμετωπίσει το σταυρό, να πληρώσει το τίμημα για το οποίο είχε συμφωνήσει, να λυτρώσει το ανθρώπινο γένος από την αμαρτία. Και τώρα ήθελε ένα γεύμα με τους στενότερους φίλους για να δυναμωθεί η ψυχή Του για την επερχόμενη δοκιμασία. Κατά τη γνώμη μου, η συνάντηση του Χριστού με το Μωυσή και τον Ηλία ήταν ένα δώρο απ' τον Πατέρα. Ο Θεός ήθελε να δώσει στο Γιο Του μια υπενθύμιση της δόξας Του, λέγοντας, "Εδώ είναι η ουράνια τροφή που Σε περιμένει."
Ο ΙΗΣΟΥΣ ΛΕΕΙ ΜΙΑ ΠΑΡΑΒΟΛΗ ΣΤΟ ΛΟΥΚΑ ΙΖ'
ΠΟΥ ΘΑ ΕΠΡΕΠΕ ΝΑ ΦΕΡΕΙ ΕΠΑΝΑΣΤΑΣΗ ΣΤΗ ΖΩΗ ΤΗΣ ΠΡΟΣΕΥΧΗΣ ΜΑΣ
Η ακόλουθη παραβολή θα έπρεπε να αλλάξει την άποψη που έχει κάθε Χριστιανός για την κοινωνία.
ΛΟΥΚ. ιζ':7-10 - "Τις δε από σας έχων δούλον αροτριώντα, ή ποιμαίνοντα, θέλει ειπεί προς αυτόν, ευθύς αφού έλθη εκ του αγρού, Ύπαγον κάθισον να φάγης; Και δεν θέλει ειπεί προς αυτόν, Ετοίμασον τι να δειπνήσω, και περιζωσθείς υπηρέτει με, εωσού φάγω και πίσω, και μετά ταύτα θέλεις φάγει και πίει συ; Μήπως γνωρίζει χάριν εις τον δούλον εκείνον, διότι έκαμε τα διαταχθέντα εις αυτόν; Δεν μοι φαίνεται. Ούτω και σεις, όταν κάμητε πάντα τα διαταχθέντα εις εσάς, λέγετε, Ότι δούλοι αχρείοι είμεθα, επειδή έκάμαμεν ό,τι εχρεωστούμεν να κάμωμεν."
Γνωρίζουμε ότι ο κύριος σ' αυτή την παραβολή είναι ο Ιησούς. Και ο δούλος εδώ αντιπροσωπεύει κάθε πιστό. Καθαρά, αυτή η παραβολή μιλάει γύρω από την τροφή που πρέπει να δίνουμε στο Χριστό. Και αποδεδειγμένα ο Κύριος βλέπει αυτή την πράξη ως την ύψιστη κλήση μας.
Ίσως παρατηρήσετε, "μα, νόμιζα ότι ενδεχομένως η ύψιστη κλήση μας ήταν να βγούμε έξω στους αγρούς του θερισμού να εργαστούμε." Πραγματικά αυτή είνα άνω κλήση. Αλλά ο Ιησούς λέει ότι δεν είναι η ύψιστη. "Η άνω κλήση του Θεού εν Χριστώ Ιησού" (ΦΙΛ. γ':14), όπως αναφέρει ο Παύλος είναι να Του δίνουμε τροφή. Όλη μας η υπηρεσία πρέπει να ξεκινάει από την κοινωνία μας, την οικειότητα και τη στενή σχέση που έχουμε με το Χριστό. Δεν το καταλάβαινα αυτό, μέχρι που έβαλα τον εαυτό μου στη θέση του δούλου.
Ξαφνικά, είμαι δούλος στον αγρό, οργώνω και βόσκω τα πρόβατα. Όταν τελειώνει η μέρα και η δουλειά, είμαι κουρασμένος, ιδρωμένος και πεινασμένος. Δούλεψα σκληρά και πιστά και τώρα χρειάζομαι φαγητό. Έτσι πηγαίνω στην τραπεζαρία του κυρίου μου να φάω. Καθώς μπαίνω, περιμένω ν' ακούσω τον κύριό μου να μου λέει: "Σε παρακαλώ, κάθισε. Χρειάζεσαι ξεκούραση." Έτσι στέκομαι κοντά στο τραπέζι, πεινώντας υπερβολικά και με μάτια ικετευτικά. Έχω ανάγκη. Αλλά ο κύριος δεν λέει να καθίσω να φάω. Αντίθετα διατάζει: "Βάλε την ποδιά σου. Είμαι έτοιμος να φάω. Υπηρέτησέ με λοιπόν πρώτα. Έπειτα, αφού με σερβίρεις, θα φας κι εσύ και θα πιεις."
Εδώ είνα μια θετική απόδειξη ότι έχουμε καλεστεί να δώσουμε τροφή στο Χριστό. Με μια πρώτη ματιά, αυτή η εντολή φαίνεται σκληρή και απαιτητική. Όμως τίποτα δεν θα μπορούσε να είναι πιο βοηθητικό από την ίδια την αλήθεια. Ο προφήτης του Θεού, ο Ηλίας, έδωσε μια παρόμοια εντολή, όταν ταίστηκε από μια χήρα: "Φτιάξε σε μένα πρώτα μια πίτα. Μετά μπορείς να φας." Αυτό που πραγματικά φαίνεται και στις δύο αναφορές, είναι: "Βάλε πρώτα τη βασιλεία του Θεού. Έπειτα όλα τα άλλα θα σου δοθούν."
Όταν βλέπω αυτό που πραγματικά λέει ο Ιησούς εδώ, η καρδιά μου λιώνει. Είχε ήδη πει στους μαθητές Του "εσάς δε είπον φίλους" (ΙΩΑΝ. ιε':15). Και τώρα στην ουσία λέει: "Είστε δούλοι Μου, αλλά σας καλώ φίλους. Και έχω μια ανάγκη που μόνο η φιλία σας μπορεί να καλύψει. Ήσαστε έξω στους αγρούς όλη μέρα, δουλεύοντας για Μένα και είστε κουρασμένοι και πεινασμένοι. Αλλά πριν σας δώσω τροφή, χρειάζομαι να κάνετε κάτι για Μένα. Θέλω να έρθειτε να καθίσετε στο τραπέζι Μου και να Με αφήσετε να σας μιλήσω. Έχω τόσα πολλά στην καρδιά μου που θέλω να σας πω. Προσμένω αυτή την ώρα κάθε μέρα, όταν θα μπορώ να έχω κοινωνία μαζί σας. Περιζωσθείτε λοιπόν και υπηρετήστε Με."
Δεν πρέπει να βλέπουμε αυτό το δούλο σαν σερβιτόρο που τρέχει φουριόζος από την κουζίνα στο τραπέζι. Όχι, ο υπηρέτης που ο Κύριος παρουσιάζει εδώ, είναι η εικόνα ενός φίλου, κάποιου που έχει προσκαλεστεί να καθίσει και να ακούσει. Ο κύριος του λέει: "Μου έλειψες. Τώρα δώσε Μου τροφή με το να Μου επιτρέψεις να ξαλαφρώσω την καρδιά Μου σε σένα. Άφησέ Με να μιλήσω στη ζωή σου. Θέλω να σου δείξω πράγματα από το μέλλον."
Βλεπεις λοιπόν ότι, το να δίνεις τροφή στο Χριστό δεν είναι μία σχέση - μονόδρομος. Δεν μιλάμε εμείς συνέχεια. Μάλλον δίνουμε τροφή στον Κύριό μας με το να χαιρομαστε να ακούμε τη φωνή Του. Του προσφέρουμε φαγητό, όταν Τον ακούμε υπομονετικά. Ο Κύριος το περιέγραψε μ' αυτό τον τρόπο στον Ιεζεκιήλ: "Οι δε ιερείς, οι Λευίται, οι υιοί Σαδώκ, οι φυλάξαντες την φυλακήν του αγιαστηρίου Μου ... ... ούτοι θέλουσι Με πλησιάζει διά να λειτουργώσιν εις Εμέ ... ... ούτοι θέλουσιν εισέρχεσθαι εις το αγιαστήριόν Μου, και ούτοι θέλουσι πλησιάζει εις την τράπεζάν Μου, διά να λειτουργώσιν εις Εμέ." (ΙΕΖ. μδ':15-16). Οι ιερείς του Σαδώκ είχαν την ύψιστη κλήση μέσα στο λαό του Θεού. Τι ζητούσε ο Θεός απ' αυτούς; Τους ήθελε να διακονήσουν στην τράπεζά Του. Αυτό εμείς σήμερα το κάνουμε ανοίγοντας τα αυτιά μας για ν' ακούσουμε τη φωνή Του. Ο Ιησούς μιλάει γι' αυτό το ίδιο είδος οικειότητας στο τραπέζι. "Ιδού, ίσταμαι εις την θύραν και κρούω, εάν τις ακούση της φωνής Μου, και ανοίξη την θύραν, θέλω εισέλθει προς αυτόν, και θέλω δειπνήσει μετ' αυτού και αυτός μετ' Εμού." (ΑΠΟΚ.γ':20) Στην ουσία ο Χριστός λέει: "Είμαι εδώ, θέλοντας να έρθω μέσα για να έχω συζήτηση μαζί σου στο τραπέζι. Θέλω να σου δώσω τροφή και να σ' αφήσω να Μου δώσεις κι εσύ τροφή."
Ίσως σκεφτείς: "Μα, ο Ιησούς χρησιμοποιεί τόσο ψυχρές λέξεις σ' αυτή την παραβολή, όπως "εχρεωστούμεν" (αρχαίο κείμενο: ωφείλομεν) και "αχρείος δούλος". Ακούγεται τόσο σκληρό και άσπλαχνο. Αυτό δεν μπορεί να μπει στην ίδια γραμμή με το χαρακτήρα του Θεού. Στην πραγματικότητα, η λέξη "αχρείος" σημαίνει άχρηστος, μη χρήσιμος. Και η λεξη για το "ωφείλομεν" έχει την έννοια "χρωστάω, οφείλω". Με λίγα λόγια, δεν υπάρχει τίποτα αξιέπαινο για ό,τι έχω κάνει. Έχω κάνει μόνο αυτό που χρωστάω."
Ο Ιησούς λέει με άλλα λόγια: "Μην αφήνεις την παρουσία Μου σκεφτόμενος ότι ο Κύριος πρέπει να σου είναι ευγνώμων. Του έδωσες την καλύτερη ώρα σου. Τώρα σου χρωστάει. Ξέρεις ότι η χάρη Μου δεν μπορεί να κερδηθεί. Είναι ένα δώρο, που δίδεται χάρισμα. Και οι εντολές Μου δεν είναι δυσάρεστες. Αντίθετα σε ωφελούν. Έτσι, όποτε μου δίνεις τροφή, μην το υπολογίζεις σαν κάποιο καλό και αξιέπαινο έργο.
Αυτή η υπόθεση, δηλ. να δίνουμε τροφή στο Χριστό πρέπει να μας ταπεινώσει έως εδάφους. Πρέπει να αναρωτηθούμε με ειλικρίνεια: "Γιατί με θέλει ο Ιησούς κοντά Του; Γιατί μου ζητάει να δίνω χρόνο στην παρουσία Του; Είμαι τόσο αδύναμος στην πίστη, τόσο επιρρεπής στην αποτυχία. Όμως μου λέει ότι όταν Τον προσμένω και ακούω τη φωνή Του, Του δίνω τροφή. Μου λέει ότι τροφή γι' Αυτόν είναι όταν ποθώ να Τον ακούω να μιλά. Πώς μπορεί να συμβαίνει αυτό;" Ίσως τέτοιες σκέψεις να μας κρατάνε πάντα ταπεινούς ενώπιον του Κυρίου.