Site hosted by Angelfire.com: Build your free website today!

Ο ΚΡΗΤΙΚΟΣ ΜΑΝΤΑΤΟΦΟΡΟΣ

Εικόνες από τη ζωή μας στην Κατοχή

Του Γιώργη Ψυχουντάκη
Πρόλογος Πάτρικ Λη Φέρμορ

                             

      Η μάχη της Κρήτης   Οι πρώτοι Άγγλοι    Το αεροπλάνο του Ασπρουλιάνου
 Ο πλωτάρχης Πουλ

 

Η μάχη της Κρήτης

Ήταν Μάιος του 41 όταν, μια μέρα ξαφνικά ακούστηκε ψηλά στον ουρανό το βουητό πολλών αεροπλάνων που συνεχώς πλησίαζαν. Σε λίγο είχαν φτάσει κιόλας και άρχισαν να σκορπούν παντού τον θάνατο. Αρχίζουν έναν ανελέητο βομβαρδισμό εναντίον του τελευταίου τούτου άκρου της Ευρώπης, εναντίον της Κρήτης . Ο κόσμος νομίζει στην αρχή ότι επρόκειτο για έναν βομβαρδισμό όπως οι συνηθισμένοι που γινόντανε κάθε τόσο και που τελευταία είχαν ενταθεί κατά πολύ. Μα όμως να! Όλοι βλέπουν σε λίγο τους φτερωτούς δαίμονες του Χίτλερ να πέφτουν παντού.

     Η είδηση ακούστηκε αμέσως και στην τελευταία γωνιά . "Γερμανοί αλεξιπτωτιστές πέφτουν !" έλεγαν όλοι κι έτρεχαν- μικροί, μεγάλοι, γυναίκες και παιδιά. Όλοι ρίχτηκαν εναντίον τους με όπλα που βλέποντάς τα κανείς νόμιζε ότι τα είχαν βγάλει από κανένα αρχαιολογικό μουσείο- και δεν θα είχε κι άδικο, γιατί όλα ήσαν όπλα που οι χωρικοί  έκρυβαν για πολλά χρόνια μέσα στις τρύπες και στις σπηλιές, κι είχαν αποφαγωθεί από τη σκουριά, και πραγματικά έμοιαζαν με αρχαιολογικά ευρήματα.

    Τους πολεμούσαν ημέρα και νύχτα ακούραστα, μα οι Γερμανοί όλο έπεφταν και περισσότεροι. Περνά η πρώτη εβδομάδα, έρχεται η δεύτερη και οι Γερμανοί, που νόμιζαν ότι μπορούσαν τόσο εύκολα να καταλάβουν την τελευταία τούτη γωνιά που είχε μείνει, δεν είχαν κατορθώσει ακόμη τίποτα. Ελύγιζαν και ενικούντο μπροστά στην ορμή της ψυχής του Κρητικού Λαού του οποίου ερχόντανε για να αφαιρέσουν την ελευθερία και να μολύνουν κάθε του ιερό.

     Ήμουν τότε στο χωριό μου, την Ασή  Γωνιά. Ένα χωριό απομακρυσμένο αλλά διακρινόμενο πάντοτε, σε κάθε περίσταση, για την παλληκαριά του. Εφύλαγα μερκά πρόβατα πάνω στο βουνό. Άκουγα ότι όλοι πήγαιναν για να πολεμήσουνε τους Γερμανούς , και μια μέρα αφήνω κι εγώ τα πρόβατά μου και κατεβαίνω στην Επισκοπή- στο χωριό κοντά στα σύνορα  Χανίων- Ρεθύμνης . ( Από μέσα του περνά ο δρόμος που πάει από τα Χανιά στο Ρέθυμνο.) Το βράδυ μερικοί άνθρωποι πήγαμε να φυλάξομε την παραλία του Πετρέ , μήπως οι Γερμανοί κάμουν καμιά προσπάθεια αποβάσεως κατά τη νύχτα .

    Ακούγαμε με αγωνία το ραδιόφωνο για να δούμε τη θα έλεγαν η Αθήνα και το Λονδίνο για τη μάχη της Κρήτης , που όλο και συνεχίζετο με μεγαλύτερη σφοδρότητα , και αγωνιούσαμε ακόμα περισσότερο , ρωτώντας κάθε έναν που ερχόταν από τα Χανιά ή το Ρέθυμνο, για να μάθομε που είναι τώρα οι Γερμανοί. Και ακούγαμε την καρδιά μας να πετά από χαρά, σαν παίρναμε απ' όλους πάντοτε την ίδια απάντηση { Ου! Τους φάγαμε!}

   Βλέπαμε τα αεροπλάνα που πηγαινορχότανε σαν μέλισσες μέσα στον μελισσόκηπο, κάθε φορά φορτωμένα με νέες μπόμπες, νέο στρατό. Τρίζαμε τα δόντια μας κοιτάζοντας τα να σφυροκοπούν αδιάκοπα κάθε δρόμο και κάθε γωνιά όπου έβλεπαν έστω και ζώα, και λέγαμε {Ααα! Κερατάδες! Να είχαμε κι εμείς αεροπλάνα ! Να είχαμε κι εμείς στρατό!} Για μια στιγμή η σκέψη μας πετούσε στην Αλβανία που είχε πάει η Μεραρχία μας. {Να ήταν εδώ η μεραρχία μας!} Του κάκου όμως . Όλα έλειπαν .Στρατός, όπλα, πολεμοφόδια, αεροπλάνα, και όλα γενικώς. Μόνο η καρδιά μας δεν μας εγκατέλειψε ποτέ.

     Την άλλη μέρα βλέπομε ένα αεροπλάνο να πετά πολύ χαμηλά, και σε μια στιγμή να ορμά στον κάμπο που εκτείνετε από τα Δράμια προς την Γεωργιούπολη και να προσγειώνεται στην ακροθαλασσιά. << Γερμανούς θα βγάλει!>> αντήχησε μια φωνή απ' όλους, και αρχίζομε να τρέχομε με δύναμη, προσπαθώντας να προσπεράσει ο ένας τον άλλο. Σε λίγο φτάνομε στα Δράμια. Τώρα βλέπαμε το αεροπλάνο που φαινόταν σαν να το έβρεχε η θάλασσα- όπως και πράγματι. Το ένα του φτερό ήταν μέσα στο νερό. Φωνές και πυροβολισμοί από παντού όσο και πλησιάζαμε. "Απάνω τους!" εφώναζαν όλοι.

     Μια  ολόκληρη κοσμοσυρροή είχε ξεχυθεί από όλα τα γύρω χωριά μέσα στον κάμπο. Άνθρωποι μικροί και μεγάλοι, πάνω από δέκα χωριών, έτρεχαν φωνάζοντας κατά του αεροπλάνου. Οι Γερμαναράδες θα έπρεπε να έχουν μεγάλη καρδιά για να μην τα χάσουν. Ολοένα και πλησιάζομε. Φτάνομε στα διακόσα μέτρα, όταν ξαφνικά ο κάμπος αντηχεί από ριπές πολυβόλων- και όλοι πέσαμε αμέσως κάτω. Ήσαν οι Γερμανοί αεροπόροι που τρόμαξαν να δουν τόσο κόσμο να τους κυκλώνει, να πυροβολεί και να φωνάζει. Πυροβόλησαν στον αέρα για να ανακόψουν την ορμή και να γλιτώσουν από τα χέρια του πλήθους που θα έπεφτε πάνω τους σε λίγο. Είμαι βέβαιος πως πυροβόλησαν στον αέρα, γιατί εάν ήθελαν μπορούσαν να έχουν σκοτώσει πολλούς από μας.................    

Αρχή σελίδας

Οι πρώτοι Άγγλοι στο χωριό μας

 Έτσι λοιπόν έφυγαν οι Άγγλοι, όσοι μπόρεσαν να φύγουν, όσα καράβια τους είχαν την τύχη να μην τα βουλιάξουν τα γερμανικά στούκας και να πλησιάσουν να τους πάρουν- το πλείστον από τα Σφακιά. Που όμως να μπορέσουν να φύγουν όλοι, που και οι Γερμανοί τους κυνηγούσαν κατά πόδας, δίνοντας μάχη στη μάχη; Έτσι, χιλιάδες Βρετανοί στρατιώτες, εκτός από εκείνους  που πιάστηκαν αιχμάλωτοι από τους Γερμανούς, έμειναν κρυμμένοι δεξιά κι αριστερά, στα βουνά και στους κάμπους, στις πόλεις και στα χωριά.

    Όλοι οι άνθρωποι στην Κρήτη το θεώρησαν ιερή υποχρέωσή τους να κρύψουν και να προσφέρουν τροφή στους στρατιώτες αυτούς που πολέμησαν μαζί τους τον κοινό εχθρό, και που η τύχη τους έφερε από τη μακρινή τους πατρίδα να πολεμήσουν και να χύσουν το αίμα τους πάνω στη δική μας τη γη. Τους δίναμε δικά μας ρούχα να φορούν και να βγάνουν τα στρατιωτικά τους, που να μπορούν να κυκλοφορούν πιο ελεύθερα, και τους κρύβαμε στα πιο κατάλληλα μέρη. Οι περισσότεροι μεταφέρθηκαν στα ορεινά και σε πιο απομακρυσμένα  χωριά, όπου η ασφάλεια τους ήταν μεγαλύτερη, τόσο των ίδιων όσο και των ανθρώπων που τους έκρυβαν, γιατί αλίμονο στους ανθρώπους και τα χώρια που οι Γερμανοί ανακάλυπταν να κρύβουν κανέναν απ' αυτούς.

     Ήταν οι πρώτες ακόμα μέρες μετά την κατάληψη και καθόμαστε στο καφενείο του χωριού μας κάμποσοι χωριανοί και ξαφνικά ένας άλλος χωριανός μας - και το θυμούμαι σαν να ήταν ακόμα χθες- έρχεται και μας λέει  ότι έρχονται οι Γερμανοί στο χωριό. Και ήσαν οι μέρες που το κύμα της προσφυγιάς των κάτω χωριών, που είχαν εγκαταλείψει τα χωριά τους για των φόβο των Γερμανών και είχαν έρθει στο δικό μας, είχε αρχίσει να διαλύεται και μόνο λίγοι εβρίσκοντο ακόμα στο χωριό. Οι πολλοί είχαν ξεφοβηθεί και είχαν γυρίσει πάλι στα σπίτια τους.

    Όταν αυτός ο χωριανός μας μάς βεβαίωσε ότι είδε τους Γερμανούς με τα μάθια του να έρχουνται σε μικρή απόσταση έξω από το χωριό, τότε κι εμείς, σαν άλλοι πρόσφυγες, σηκωθήκαμε και φύγαμε μην ξέροντας τη σκοπό θα είχαν οι Γερμανοί. Ο σκοπός της επίσκεψής τους στα χωριά σ' εκείνον τον καιρό δεν ήταν καθόλου αγαθός. Περάσαμε απέναντι από το χωριό για να παρακολουθήσομε την κίνηση. Πέρασε πολλή ώρα και βλέπομε τους υποτιθέμενους Γερμανούς να οδηγούνται από έναν- δυο άλλους χωριανούς και να έρχονται προς το μέρος μας. Εμείς τρέξαμε για να απομακρυνθούμε περισσότερο. 
 
- Μην φεύγετε, μας φωνάζουν. Δεν είναι Γερμανοί! 
Η χαρά που πήραμε δεν περιγράφεται, όταν μας είπαν και μάθαμε πως ήσαν Άγγλοι. Οι περισσότεροι από την παρέα μας για πρώτη φορά στη ζωή τους έβλεπαν Άγγλους. Θέλαμε να τους στέσομε κουβέντα σαν πήγαμε κοντά τους, αλλά δεν καταλάβαιναν τίποτα από τα λεγόμενά μας όπως κι εμείς από τα δικά τους. Ένας χωριανός μας, ο Βασίλης Μπικάκης, έφεδρος αξιωματικός, μπόρεσε να τους συνεννοηθεί λίγο με λίγα σπασμένα εγγλέζικα που είχε αποκομίσει από την Αμερική. Τους είπε πως οι Γερμανοί δεν θα μείνουν περισσότερο από δυο μήνες στην Κρήτη, κι έτσι, κι εμείς κι αυτοί θα 'μαστε πάλι ελεύθεροι σε λίγο καιρό......................

Αρχή σελίδας

Το αεροπλάνο του Ασπρουλιάνου

Είχε περάσει ο Ιούνιος κιόλας, και θα είχαμε Ιούλιο μήνα- δυο μήνες περίπου μετά την κατάληψη. Τρία παιδιά από το γειτονικό μας χωριό, Κάστελος Αποκορώνου, ο Δασκαλάκης Ελευθέριος, ο Βερναδάκης Γεώργιος και ο Βερναδάκης Ανδρέας, κατέβηκαν μια μέρα στον κάμπο του Ασπρουλιάνου, όπου και βρισκόταν ακόμη το αεροπλάνο που είχε κάνει αναγκαστική προσγείωση στις ημέρες της μάχης της Κρήτης. Είχε εγκατασταθεί εκεί δίπλα ένα γερμανικό φυλάκιο για τη φρούρησή του. Τα παιδιά πλησίασαν στο αεροπλάνο το μεσημέρι, που όλοι οι άνδρες βρίσκονταν μέσα στο φυλάκιο για συσσίτιο, και έτσι έφτασαν μέχρις αυτού απαρατήρητα. Βάζουν φωτιά με ένα σπίρτο σε ένα από τα ντεπόζιτα της βενζίνης και εξαφανίζονται σαν αστραπή. Αμέσως το αεροπλάνο πήρε φωτιά και κάηκε σαν να ήταν πυροτέχνημα. Οι Γερμαναράδες βγαίνουν αμέσως έξω, αλλά που να προλάβουν να δουν τα παιδιά που έβαλαν τη φωτιά. Όπως ειπώθηκε μετά, φοβούμενοι κι αυτοί την τιμωρία των ανωτέρων τους , επειδή ο σκοπός τους εκεί δεν ήτο άλλος από του να φυλάξουν το αεροπλάνο, είπαν στους γύρω περβολάρηδες ότι αν το Φρουραρχείο τους έκανε ανάκριση να πουν ότι δεν είδαν κανέναν για να πλησιάσει εκεί και να βάλει φωτιά, και ότι το αεροπλάνο θα πήρε φωτιά μόνο του. Αυτό ακριβώς είπαν ότι θα ισχυρίζοντο και αυτοί στην ανάκριση και αναφορά τους.    

     Δυστυχώς ένας κακός Έλληνας από ένα κοντινό χωριό επενέβη, πήγε στην Επισκοπή που ήταν το Γερμανικό Φρουραρχείο και ζήτησε να παρουσιαστεί στον φρούραρχο. Όταν ο διερμηνέας έμαθε πως ήθελε να μαρτυρήσει το κάψιμο του αεροπλάνου τον έδιωξε. Αυτός όμως απείλησε τον διερμηνέα, ώσπου κατόρθωσε και παρουσιάστηκε στον φρούραρχο και καταπρόδωσε όλη την πράξη. 
Τους άνδρες του φυλακίου τους πήραν αμέσως και, όπως μάθαμε τότε, τους έκλεισαν μέσα, τους άρχισαν στο ξύλο, και, στο διάολο αυτοί! Τι έγινε όμως με τα περίχωρα; 
Αμέσως πολυάριθμα γερμανικά στρατεύματα περικύκλωσαν όλα τα χωριά- Δράμια, Κάστελλο, Κουρνά, κλπ.- και μαζεύουν όλους τους άντρες. Προσπαθούν να βρούν τα παιδιά, αλλά δεν τα έβρισκαν γιατί αυτά είχαν πάρει τα μέτρα τους κατάλληλα , και δεν κάθονταν στα χωριά τους για να τα πιάσουν οι Γερμανοί. Αφού δεν βρήκαν λοιπόν οι Γερμανοί τα παιδιά, είπαν στους άντρες και στα χωριά τους ότι αν δεν τους παραδώσουν τα παιδιά που έκαψαν το αεροπλάνο, θα τουφεκίσουν όλους όσους έχουν συλλάβει.

    Αλλά που να τα έβρισκαν ακόμη και αν ήθελαν να τα παραδώσουν; Στο τέλος μετά από διαδικασία και συζητήσεις, απαλλάχτηκαν οι κάτοικοι όλων των άλλων χωριών εκτός του Κάστελλου, που ήταν το χωριό των παιδιών- γιατί όλοι οι άλλοι έλεγαν στους Γερμανούς, και που θα τα βρούν αυτοί για να τα πιάσουν, που ούτε τα γνωρίζουν κλπ;

     Οι Γερμανοί λοιπόν άρχισαν να απειλούν τους Καστελλιανούς και ιδιαίτερα τους συγγενείς των τριών παιδιών. Οι συγγενείς όμως ήσαν διατεθειμένοι να σκοτωθούν καλύτερα αυτοί παρά να τα πιάσουν οι ίδιοι τα παιδιά τους και να τα παραδώσουν στους Γερμανούς για να τα σκοτώσουν. Ήταν ένα πολύ λεπτό και σοβαρό θέμα. Αν οι ίδιοι θα τα παράδιδαν, ο σκοτωμός των παιδιών τους θα τους έκαιγε και θα τους βασάνιζε σε όλη τους τη ζωή και ποτέ δεν θα μπορούσαν να αναπαύσουν την συνείδηση τους. Αυτό εσκέφτοντο οι γονείς και συγγενείς των παιδιών, για τούτο αποφάσισαν όχι μόνο να μην τα παραδώσουν στους Γερμανούς, αλλά να τα ειδοποιήσουν να φύγουν πιο μακριά και να προφυλαχτούν πιο πολύ, μην τυχόν και ποτέ συλληφθούν από τους Γερμανούς- και ας εσκότωναν όλο τον κόσμο και πρώτους αυτούς. Και περίμεναν ήρεμα το εκτελεστικό απόσπασμα................

Αρχή σελίδας

Ο πλωτάρχης Πουλ και η περισυλλογή

Σε λίγες μέρες μια πληροφορία έρχεται στο χωριό μας. Η πληροφορία τούτη έλεγε ότι ήλθε ένα αγγλικό υποβρύχιο από τον Πρέβελη, στο μοναστήρι της Επαρχίας Αγίου Βασιλείου Ρεθύμνης, από τη θάλασσα του Λιβυκού, και αποβιβάστηκε ένας ανώτερος αξιωματικός του Βρετανικού Ναυτικού. Πράγματι, ήταν τότε που πραγματοποιήθηκε η πρώτη επαφή του Συμμαχικού Στρατηγείου Μέσης Ανατολής μετά της Κρήτης ύστερα από την κατάληψη. Το υποβρύχιο πλησίασε την παραλία του μοναστηριού και βγήκε ο Άγγλος πλωτάρχης του Ναυτικού κ. Πουλ, ο οποίος ήλθε σε επαφή με τον ηγούμενο της Μονής Πρέβελη.

Έκανε μια μικρή περιοδεία και συνάντησε διάφορους πατριώτες από τους οποίους έμαθε όλα τα γενικά και την κατάσταση που επικρατούσε σε όλη την Κρήτη. Έμαθε και είδε ότι πολλοί στρατιώτεςτους δεν είχαν πιαστεί ούτε και είχαν παραδοθεί στους Γερμανούς, αλλά εκρύβουνταν και ετροφοδοτούνταν απ' τους Κρητικούς στα χωριά και παντού. Είπε λοιπόν ο κ. Πουλ ότι η πρώτη δουλεία που έπρεπε να γίνει ήταν να περιμαζευτούν όλοι αυτοί οι πλανώμενοι στρατιώτες και να φύγουν με υποβρύχια στην Αφρική. Έτσι άρχισε η περισυλλογή όλων των περιπλανώμενων. Η είδηση έφτανε μυστικά παντού.

Οι  Άγγλοι καταρτίζουνταν σε μικρές ομάδες και οδηγούντο από χωριό σε χωριό ως να φτάσουν στον Πρέβελη. Όλοι οι στρατιώτες που είχαν κρυφτεί στον νομό Χανίων επερνούσαν υποχρεωτικά από το χωριό μας, γιατί ήταν ο ασφαλέστερος δρόμος προς τον Πρέβελη. Οι Γερμανοί πήραν είδηση ότι στα χωριά εβρίσκουνταν πολλοί Βρετανοί στρατιώτες που δεν είχαν παραδοθεί. Ακόμη όμως το κατάλαβαν περισσότερο όταν άρχισαν να τους το σκάζουν κι από τα στρατόπεδα των αιχμαλώτων- γιατί μυστικά το πληροφορήθηκαν κι αυτοί για την περίθαλψη που έβρισκαν από το λαό της Κρήτης , και για τη φυγή τους με υποβρύχια στην Αφρική.

Πολλές φορές, που οι Γερμανοί πήγαιναν αιχμαλώτους σε εργασία ή τους μετάφερναν σε διάφορα στρατόπεδα πεζοπορώντας, οι άνθρωποί μας δεν έχαναν την ευκαιρία να τους κλέψουν από κανέναν ή και περισσότερους, όσους τέλος πάντων μπορούσαν, και να τους φυγαδέψουν στα ορεινά. Τούτο γινόταν, φυσικά, με φόβο και με κίνδυνο της ζωής τουςκαι από τους άντρες και από τις γυναίκες της Κρήτης. Πολλαπλασιάστηκαν τα κρούσματα των δραπετεύσεων από τα στρατόπεδα και οι Γερμανοί ανησύχησαν και προσπάθησαν να σταματήσουν το κακό με τουφεκισμό όλων εκείνων που μάθαιναν πως έδιναν άσυλο στους δραπέτες ή που γενικά έκρυβαν και περιέθαλπαν Βρετανούς περιπλανώμενους.

Πως όμως θα τους μάθαιναν αυτούς; Για τούτο οι Γερμανοί έντυσαν Γερμανούς με εγγλέζικα στρατιωτικά και τους εξαπέλυσαν μεμονωμένα σε διάφορα χωριά- σε χωριά που είχαν πληροφορίες πως θα φιλοξενούσαν πρόθυμα Άγγλους στρατιώτες. Οι Γερμανοί τούτοι κατάσκοποι έλπιζαν να μάθουν έτσι που φιλοξενούσαν και που έκρυβαν Άγγλους οι Κρητικοί κι από που έφευγαν με τα υποβρύχια. Βρέθηκαν, αλλά ευτυχώς σε πολύ ελάχιστες περιπτώσεις, αφελείς χωρικοί που οι Γερμανοί εκείνοι κατάσκοποι μπόρεσαν να τους γελάσουν, προσποιούμενοι τους Άγγλους, και οι οποίοι πλήρωσαν με τη ζωή τους τη φιλοξενία που τους πρόσφεραν νομίζοντας τους Άγγλους, γιατί οι Γερμανοί, μετά που τους δέχτηκαν και τους φιλοξένησαν, τους συνέλαβαν και τους τουφέκισαν. Με τα πρώτα όμως θύματα, το μαντάτο μαθεύτηκε παντού και το ένα χωριό ειδοποιούσε το άλλο για το παιχνίδι των Γερμανών με τους κατασκόπους...........................

Αρχή σελίδας

 

 Αετοφωλιές  Οδύσσεια   Ιλιάδα   Ισίοδος   Μαθητής  Χάρος   Γιώργης
Τα Νέα μας
  Ριζίτικα   Μαντινάδες   Παρατσάφαρα του Γιώργη

 

Home